Κοινοποιείστε το άρθρο
1η Δεκεμβρίου 1913 η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα
Η Ενωση της Κρήτης με την υπόλοιπη Ελλάδα δεν είναι ένα γεγονός, που απλά έλαβε χώρα την 1η Δεκεμβρίου του 1913 με την ύψωση της Ελληνικής Σημαίας στα Χανιά (φρούριο Φιρκά), αλλά μια διαδικασία, που διήρκησε πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και για την ανάλυση του λεγόμενου Κρητικού Ζητήματος απαιτείται η Ιστορική έρευνα να γυρίσει αρκετά χρόνια πίσω και να ληφθούν υπόψη ορισμένα γεγονότα βαρύνουσας σημασίας για την τελική έκβαση του θέματος.
Η ισχύουσα κατάσταση στην Κρήτη και οι Αγώνες των Κρητών
Η Κρήτη στο διάβα των αιώνων θα μπορούσε να ειπωθεί ότι αποτελούσε το μήλον της έριδος, λόγω της εξαιρετικής γεωφυσικής και στρατηγικής της θέσης, όπως μαρτυρείται από το πλήθος των λαών, που πέρασαν ως κατακτητές από το νησί. Οι Βυζαντινοί με δύο περιόδους κυριαρχίας (330-824, 961-1204) με ένα διάλειμμα Αραβοκρατίας (824-961), οι Βενετοί στη συνέχεια (1204-1669) και οι Οθωμανοί από το 1669 με την πτώση του Χάνδακα (τα Χανιά έπεσαν το 1645), όπου ξεκινά η Τουρκοκρατία στο νησί και διαρκεί μέχρι το 1913, ενώ κατά τη διάρκεια της περιόδου 1830-1840 η Κρήτη τίθεται υπό Αιγυπτιακή κυριαρχία. Με την εισβολή του Οθωμανικού στρατού στην Κρήτη αρκετά μεγάλος αριθμός του πληθυσμού εγκαταλείπει το νησί και παρατηρείται, όπως είναι αναμενόμενο, πληθυσμιακή αλλοίωση από τους νέους κατακτητές. Εντούτοις οι Κρήτες δεν έδειχναν να συμβιβάζονται με την κατοχή των Οθωμανών πραγματοποιώντας εξεγέρσεις και επαναστατικά κινήματα από τα τέλη κιόλας του 17ου αιώνα. Ενδεικτικά αναφέρονται το κίνημα του 1692, η επανάσταση του Δασκαλογιάννη το 1770, η μεγάλη συμμετοχή των Κρητικών στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, το κίνημα στις Μουρνιές (1833), η επανάσταση των Χαιρέτη – Βασιλογιώργη το 1841, το κίνημα του Μαυρογένη στα Μπουτσουνάρια (1858), η Μεγάλη Κρητική Επανάσταση του 1866 – 69.
Ημιαυτόνομο καθεστώς (1878-1898)
Η επαναστατική δραστηριότητα δεν σταματά και οι πολιτικές εξελίξεις τρέχουν με αμείωτο ρυθμό και το 1878 έμελλε να αποτελέσει ένα έτος ορόσημο στην πορεία για την εξέλιξη του Κρητικού ζητήματος. Οι Κρήτες επαναστάτησαν εκ νέου κατά των Οθωμανών και συγκρότησαν την «Παγκρήτιο Επαναστατική Επιτροπή» στον Φρε Αποκορώνου με αίτημά τους την ένωση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Ο σουλτάνος Αμπντουλχαμίτ Β’ (1842-1918) από τη μεριά του προσπάθησε να αντιμετωπίσει το επερχόμενο πρόβλημα με την προτροπή της Αγγλίας, αλλά απέρριψε τα αιτήματα των Κρητών περί αυτονομίας και τον ορισμό Χριστιανού διοικητή στο νησί. Σε συνέχεια της άρνησης του σουλτάνου έρχεται το Συνέδριο του Βερολίνου (13 Ιουνίου – 13 Ιουλίου 1878), στο οποίο οι Μεγάλες Δυνάμεις απέρριψαν το αίτημα των Κρητών για αυτονομία, υποχρέωσαν όμως την Υψηλή Πύλη να παραχωρήσει σειρά προνομίων στους Χριστιανούς της Κρήτης. Τα προνόμια αποτυπώθηκαν τον Οκτώβριο του 1878 με τη Σύμβαση της Χαλέπας, όπου σύμφωνα με κάποιες από τις κυριότερες διατάξεις ο γενικός διοικητής του νησιού θα μπορούσε να είναι και Χριστιανός, η πλειοψηφία της Γενικής Συνέλευσης θα ήταν Χριστιανοί (49 έναντι 31 Μουσουλμάνων) και η επίσημη γλώσσα των δικαστηρίων και της Γενικής Συνέλευσης οριζόταν η Ελληνική, με την ιδιαιτερότητα ότι τα επίσημα πρακτικά, οιαποφάσεις των δικαστηρίων και η επίσημη αλληλογραφία θα συντάσσονταν και στις δύο γλώσσες.
Η παραχώρηση των προνομίων, όπως οριζόταν στη Σύμβαση της Χαλέπας, έγειρε αντιδράσεις από την Υψηλή Πύλη και κυρίως από τους Τουρκοκρητικούς, οι οποίοι έψαχναν αφορμή για να καταργηθεί το καθεστώς της ημιαυτονομίας. Η αφορμή δόθηκε το 1889 με την πρόταση του βουλευτή Αριστείδη Κριάρη για ψήφιση της Ενωσης της Κρήτης με την Ελλάδα. Την πρόταση υπερψήφισε η πλειοψηφία των Ελλήνων βουλευτών της Γενικής Συνέλευσης, κάτι που έφερε την έντονη αντίδραση των Τουρκοκρητικών βουλευτών, με τον οθωμανικό όχλο να προβαίνει σε εχθροπραξίες και σφαγές κατά του Ελληνικού πληθυσμού. Ο κρητικός λαός κατά το διάστημα 1890 έως 1895 βρίσκεται σε δεινή κατάσταση καθώς είχε να αντιμετωπίσει τη βαριά φορολογία, την καταπίεση, τις βιαιοπραγίες και τις δολοφονίες από μέρος των Οθωμανών. Το νησί βρίσκεται και πάλι σε επαναστατικό αναβρασμό. Στις 23 και 24 Ιανουαρίου του 1897 οι Οθωμανοί βάζουν φωτιά στα Χανιά και σφάζουν Χριστιανούς. Τότε επαναστάτες, μεταξύ των οποίων και ο Ελευθέριος Βενιζέλος (1864-1936) συγκεντρώθηκαν στο Ακρωτήρι Χανίων, ύψωσαν την Ελληνική Σημαία με κύριο αίτημά τους την Ενωση. Οι Μεγάλες Δυνάμεις, καθώς δεν έβλεπαν με θετική ματιά το κίνημα βομβάρδισαν το επαναστατικό στρατόπεδο και με μια από τις οβίδες, μάλιστα, κόβεται ο ιστός της σημαίας. Ο βομβαρδισμός σταμάτησε έπειτα από την ηρωική πράξη του Σπύρου Καγιαλέ (1872-1929), ο οποίος σήκωσε τη σημαία κάνοντας το κορμί του ιστό.
Η Κρητική Πολιτεία (1898-1913) και η Επανάσταση στο Θέρισο (1905)
Ο επαναστατικός αναβρασμός στην Κρήτη δεν σταματά με την πάροδο των χρόνων, όπως δεν σταμάτησαν και οι εχθροπραξίες των Τουρκοκρητικών. Στις 2 Νοεμβρίου, όμως του 1898 αποχώρησε και ο τελευταίος Οθωμανός στρατιώτης από το κρητικό έδαφος. Η Κρήτη, πλέον τέθηκε υπό την προστασία των Μεγάλων Δυνάμεων και την υψηλή επικυριαρχία του σουλτάνου. Στις 9 Δεκεμβρίου του 1898 κατέφθασε εν μέσω γενικής χαράς στην Κρήτη ο δευτερότοκος υιός του Βασιλιά της Ελλάδας Γεωργίου Α’ (1845-1913) Γεώργιος Β’ (1869-1957) κατόπιν πρότασης των Μεγάλων Δυνάμεων, για να αναλάβει το αξίωμα του Υπάτου Αρμοστή της Κρήτης ξεκινώντας με αυτό τον τρόπο η περίοδο της αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας, που διαρκεί μέχρι το 1913. Αμέσως μετά την έλευση του Γεωργίου ξεκινούν οι διεργασίες για την οργάνωση κράτους με τον ορισμό του Συμβουλίου του Ηγεμόνα (δηλαδή κυβέρνηση) από τους Κρητικούς αρχηγούς, αποτελούμενη από πέντε Ανώτερες Διευθύνσεις, αντίστοιχες με τα σημερινά Υπουργεία. Οι σύμβουλοι με τις διευθύνσεις τους ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος της Δικαιοσύνης, ο Μανούσος Κούνδουρος (1860-1933) των Εσωτερικών, ο Νικόλαος Γιαμαλάκης της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και των Θρησκευμάτων, ο Κωνσταντίνος Φούμης (1860-1942) των Οικονομικών και ο Χασάν Σκυλιανάκης της Δημοσίας Ασφαλείας.
Μετά τη σύσταση της κυβέρνησης οι πρώτες διαφωνίες και εσωτερικές αναταραχές δεν άργησαν να έρθουν στο πολιτικό προσκήνιο, καθώς είχαν δημιουργηθεί δύο διαφορετικές τοποθετήσεις για το θέμα της Ενωσης της Κρήτης με την Ελλάδα μεταξύ του Αρμοστή Γεωργίου και του υπουργού Δικαιοσύνης Ελευθερίου Βενιζέλου. Υστερα από συνεχείς αντιπαραθέσεις επέρχεται μια ανοιχτή σύγκρουση μεταξύ των δύο αντρών και ως επακόλουθο έρχεται η απόλυση του Ελευθέριου Βενιζέλου από τη θέση του υπουργού και ο σχηματισμός μιας ισχυρότατης «Ηνωμένης Αντιπολίτευσης», όπου στο πλευρό του Βενιζέλου τάσσονται όσοι είχαν δυσαρεστηθεί από την αυταρχική πολιτική του Γεωργίου. Με την πάροδο δύο χρόνων στις 10 Μαρτίου του 1905 συνέρχεται συνέλευση στο Θέρισο με κύρια αιτήματα την Ενωση της Κρήτης με την Ελλάδα και τη θέσπιση ενός ελεύθερου συνταγματικού κράτους. Επίσης, συντάσσεται και ένα ψήφισμα με το οποίο οι επαναστάτες ενημερώνουν τις Μεγάλες Δυνάμεις για τη γενική δυσαρέσκεια και την αγανάκτηση του λαού για το αυταρχικό καθεστώς, που είχε επιβληθεί. Οι ξένες δυνάμεις θορυβημένες από την ισχύουσα πολιτική κατάσταση της Κρήτης διαπραγματεύονται την επίλυση του ζητήματος με την πολιτική του Βενιζέλου να δικαιώνονται. Από τις πολιτικές συγκυρίες που προκύπτουν η θέση του Γεωργίου αποδυναμώνεται και οδηγείται σε παραίτηση. Η επανάσταση του Θερίσου πέτυχε κατά βάση τους σκοπούς της καθώς, θεσπίζεται ένα προοδευτικό σύνταγμα για τη Κρητική Πολιτεία και η αρμοδιότητα της επιλογής του αρμοστή παραχωρείται πλέον από τις Μεγάλες Δυνάμεις στην Ελληνική κυβέρνηση.
Η δικαίωση των αγώνων των Κρητών (1η Δεκεμβρίου 1913)
Με την Επανάσταση στο Θέρισο το Κρητικό ζήτημα εισέρχεται, ουσιαστικά στην τελική ευθεία της επίλυσής του, αλλά οι Κρητικοί έπρεπε να υπομένουν ακόμα 8 χρόνια για να ολοκληρωθεί ο πόθος τους και να δικαιωθούν οι αγώνες τους. Η νικηφόρα έκβαση των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913) για την Ελλάδα, χάριν και της πολιτικής του Ελληνα πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου, επιτάχυνε τις εξελίξεις. Την 1η Φεβρουαρίου του 1913 λαμβάνει χώρα ένα πολύ σημαντικό γεγονός, όπως πληροφορούμαστε από το χειρόγραφο «Ημερολόγιον των επικρατούντων ανέμων και συμβάντων εν τη περιφέρεια τού Λιμεναρχείου Χανίων από 1ης Ιανουαρίου 1899 αφ’ ής ανέλαβον υπηρεσίαν ής Λιμενάρχης Χανίων» του Κεντρικού λιμενάρχη Χανίων Γεωργίου Κουρκούτη, που αποτελεί τεκμήριο προς έκθεση στο Ναυτικό Μουσείο Κρήτης. «1η Φεβρουαρίου 1913, Ημέρα Παρασκευή, Άνεμος Βορέας. Με δύναμιν σχεδόν σφοδράν και με βροχήν εκ διαλειμμάτων με ψύχος δριμύ. Εις τας 9 π.μ. ήρχισε να ελαττούται. Εις τας 10 π.μ., μετέβην εις Σούδαν, όπως εκδώσω την πιστοποίησιν του Αγγλικού Πολεμικού ‘Diana’, οποίον ανεχώρησε εις ανοικτήν θάλασσαν. Ήτο δε το τελευταίον Πολεμικόν, όπερ περέμενεν εις Σούδαν. Επληροφορήθη δε παρά του διερμηνέως αυτού Αθανασίου… ότι ήθελεν αναχωρήσει την μεσημβρίαν και ότι κατεβίβασε τας 4 Ευρωπαϊκάς σημαίας εκ της νησίδος της Σούδας και την Τουρκικήν καθώς άμα τη αναχωρήσει κατεβίβασε και την Αγγλικήν εκ του Ναυστάθμου (όπερ και έγινε). Αμέσως επέστρεψα και μετέβην εις το Διοικητήριον και το ανεκοίνωσα εις το Γενικόν Διοικητήν κ. Στέφανον Δραγούμην, ο οποίος μοι είπε όπως μη το ανακοινώσω. Εις τη 1 μ.μ. μοί απέστειλε το αμάξι του και μετέβην εις Χαλέπα προς συνάντησίν του και με διέταξε να παραλάβω μία σημαία Ελληνικήν και ναύτας του Β.Ναυτικου όπως και χωροφύλακας και να σπεύσω εις τη νησίδα ν’ ανυψώσω την Ελληνικήν σημαία και να εγκαταστήσω φρουράν».
Σύμφωνα με το συγκεκριμένο απόσπασμα οι σημαίες των Μεγάλων Δυνάμεων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υποστέλλονται από τη νησίδα Αγιος Γεώργιος στη Σούδα και στη θέση τους υψώνεται η Ελληνική σημαία κατόπιν εντολής του Γενικού Διοικητή Κρήτης Στεφάνου Δραγούμη (1842-1923), ενώ ένα μήνα περίπου αργότερα την Κυριακή 13 Μαρτίου 1913 πληροφορούμαστε για την τοποθέτηση μαρμάρινης στήλης στη νησίδα της Σούδας, όπου αναγραφόταν η ακριβή διάρκεια της Τουρκοκρατίας στο νησί και τα έτη αγώνων των Κρητών. Κυριακή 14 Μαρτίου 1913: «Εις τας 51/2 π.μ. μετά διαταγήν του Γενικού Διοικητού Στεφάνου Δραγούμη μετέβημεν μετά αυτού εις την νησίδα Σούδας, όπου ετοποθέτησε τεμάχιον μαρμάρου εστί γραφόμενον εξή, Επί Βασιλέως Γεωργίου Α ́ ενταύθα την 1η Φεβρουαρίου 1913 απετινάχθη το τελευταίον λείψανον της τουρκικής κυριαρχίας, αγωνίας έτη 267 μήνες 7 ημέραι 7». Ως Ναυτικό Μουσείο Κρήτης έχουμε πραγματοποιήσει έρευνα για την ανεύρεση της συγκεκριμένης στήλης χωρίς όμως αποτέλεσμα. Στις 30 Μαΐου 1913 ο σουλτάνος Μεχμέτ Ε’ (1844-1918) παραιτήθηκε όλων των δικαιωμάτων του στην Κρήτη με τη Συνθήκη του Λονδίνου (άρθρο 4), ενώ με ιδιαίτερη συνθήκη παραιτήθηκε και από την επικυριαρχία του στο νησί (1 Νοεμβρίου 1913). Η Κρήτη ήταν ελεύθερη και η ένωσή της με την Ελλάδα είχε πραγματοποιηθεί. Το Κρητικό Ζήτημα, που απασχόλησε επί μακρόν τη διεθνή πολιτική, είχε επιλυθεί και την 1η Δεκεμβρίου του 1913 η Κρήτη ενσωματώθηκε και επίσημα στο Ελληνικό κράτος.
Το πρωινό της Κυριακής 1ης Δεκεμβρίου του 1913 η Ελληνική σημαία υψώνεται στο Φρούριο Φιρκά με κάθε επισημότητα και για πρώτη φορά κυμάτισε στον ουρανό των Χανίων. Οι πολύχρονοι αγώνες των Κρητών είχαν πλέον δικαιωθεί απόλυτα και ο πόθος τους μόλις είχε εκπληρωθεί, καθώς η «Ενωσις» ήταν πλέον γεγονός. Για να καταλάβει κανείς τη σημαντικότητα της κατάστασης, μπορεί απλά να λάβει υπόψη τα επαναστατικά λάβαρα των Κρητών, όπου δεν υπήρχε, η φράση “Ελευθερία ή Θάνατος” που συναντάμε στα λάβαρα των επαναστατικών κινημάτων του 1821 αλλά η φράση «Ενωσις ή Θάνατος» επιτονίζοντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον πόθο των Κρητικών.
Παρόντες την ημέρα αυτή ήταν όλοι οι εκπρόσωποι της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδας και της Κρήτης αλλά και πλήθος κόσμου από κάθε άκρη του νησιού, όπως μπορούμε να διακρίνουμε και σε ένα αντίγραφο πίνακα της Φλωρεντίνης Σκουλούδη Καλούτση (1890-1971), που υπάρχει στο Ναυτικό Μουσείο Κρήτης. Ο Βασιλιάς της χώρας διάδοχος Κωνσταντίνος Α’ (1868-1923) πρώτα παρασημοφορεί τους γηραιούς αγωνιστές και οπλαρχηγούς της Κρήτης Αναγνώστη Μάντακα και Χατζημιχάλη Γιάνναρη και στη συνέχεια ανυψώνεται η Ελληνική σημαία, όπως περιγράφει και ο λιμενάρχης Χανιών Γεώργιος Κουρκούτης στο ημερολόγιό του, που ήταν και παρόντας. Στο γεγονός παρευρέθηκαν, επίσης, ο πρωθυπουργός της χώρας Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Αρχηγός του Στόλου Αντιναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης (1855-1935). Απόσπασμα από το ημερολόγιο του Κουρκούτη. “Με δύναμην μικράν εις τας 81/2” ανεφάνει ο Έλλην στόλος αποτελούμενος από θωρηκτά “Αβέρωφ” “Σπέτσαι”, αντιτορπιλικά Ιέραξ και Πάνθηρ, εις τας 9 ηγκυροβόλισαν έξωθεν των Χανίων επιβαίνοντας της Α.Μ. του Βασιλέως Κωνσταντίνου συνοδευομένου μετά του διαδόχου Γεωργίου και Πρίγκηπος Αλεξάνδρου μετά του κ. Προέδρου της Κυβερνήσεως Ελευθερίου Βενιζέλου, του Προεδρείου της Βουλής και του Αντιναυάρχου Π. Κουντουριώτη… Μετά τη δοξολογία μετεβήκαμεν εις τα Χανιά εις τη θέση Φιρκά, όπου είχε κανονισθεί η ανύψωσις της Ελληνική σημαίας, η παράδειγμα ότι έγινε επί τέλους η προσάρτηση της Κρήτης μετά της μητρός Ελλάδος. Η Ενωση της Κρήτης με την υπόλοιπη Ελλάδα πραγματοποιήθηκε με κάθε επισημότητα και ένα δίκαιο διαχρονικό αίτημα των Κρητών είχε πλέον δικαιωθεί.