Κοινοποιείστε το άρθρο
2 Φεβρουαρίου Η Υπαπαντή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού
Κόλπους Πατρὸς τυποῦσι τοῦ σοῦ, Χριστέ μου,
Τοῦ Συμεὼν αἱ χεῖρες, αἱ φέρουσί σε.
Δέξατο δευτερίῃ Χριστὸν Συμεὼν παρὰ Νηῷ.
Βιογραφία
Η Υπαπαντή είναι Δεσποτική και Θεομητορική εορτή της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Το γεγονός αυτό εξιστορεί ο ευαγγελιστής Λουκάς στο κεφάλαιο Β’, στ. 22-35. Συνέβη σαράντα μέρες μετά τη γέννηση του παιδιού Ιησού. Σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο, η Παρθένος Μαρία, αφού συμπλήρωσε το χρόνο καθαρισμού από τον τοκετό, πήγε στο Ναό της Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ιωσήφ, για να εκτελεσθεί η τυπική αφιέρωση του βρέφους στο Θεό κατά το «πάν άρσεν διανοίγον μήτραν (δηλαδή πρωτότοκο) άγιον τω Κυρίω κληθήσεται» και για να προσφέρουν θυσία, που αποτελούνταν από ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια. Κατά τη μετάβαση αυτή, δέχθηκε τον Ιησού στην αγκαλιά του ο υπερήλικας Συμεών . Αυτό το γεγονός αποτελεί άλλη μια απόδειξη ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν ήλθε να καταργήσει τον Μωσαϊκό νόμο, όπως ισχυρίζονταν οι υποκριτές Φαρισαίοι και Γραμματείς, αλλά να τον συμπληρώσει, να τον τελειοποιήσει.
Κατά την ολονυκτία της Υπαπαντής στην Κωνσταντινούπολη, οι βασιλείς συνήθιζαν να παρευρίσκονται στο Ναό των Βλαχερνών. Η συνήθεια αυτή εξακολούθησε μέχρι τέλους της βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Η ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ: Μικρὸ σχόλιο στὴ βυζαντινὴ εἰκόνα
«Λέγε Συμεών, τίνα φέρων ἐν ἀγκάλαις, ἐν τῷ ναῷ ἀγάλλη;», ἐρωτᾶ ὑμνογραφώντας ὁ ἅγιος Γερμανός, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, στὸ πρῶτο Στιχηρὸ ἰδιόμελο τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ὑπαπαντῆς, ἤχου ἄ.
Ἡ βυζαντινὴ εἰκόνα τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου, ἀποτολμᾶ ν’ ἀπαντήσει στὸ ὑμνολογικὸ αὐτὸ ἐρώτημα μ’ ἕνα ἄλλο εἶδος τέχνης, περισσότερο προσιτὸ στὸ εὐρύτερο σῶμα τῶν πιστῶν.
Ἡ σκηνὴ εἰκονίζει τὴν ἐκπλήρωση τοῦ ἑβραϊκοῦ ἔθους. Τοῦ ἔθους ποὺ καθόρισε ἡ ἀπαίτηση τοῦ ἴδιου του Θεοῦ, «πᾶν ἄρσεν τὸ τὴν μήτραν διανοῖγον», νὰ ἀφιερώνεται σ’ Αὐτόν. ( Ἔξοδ. ιγ/ 2), ὅπως ἐμφατικὰ σημειώνεται καὶ στὸν Εἱρμὸ τῆς ἐνάτης ᾠδῆς τῆς Ὑπαπαντῆς. Αὐτὴ τὴν πραγματοποίηση τοῦ «εἰθισμένου, κατὰ τὸ εἰρημένον τοῦ νόμου» (Λουκ. Β. 24, 27), ἱστορεῖ ἡ εἰκόνα τῆς Ὑπαπαντῆς.
Πέντε πρόσωπα ἀπαρτίζουν τὴν σύνθεση. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος μὲ τὸν Ἰωσὴφ φέρνουν στὸν ναὸ τὸν τεσσαρακονθήμερο Ἰησοῦ Χριστό. Τὰ δυὸ ἄλλα πρόσωπα εἶναι πρόσωπα τοῦ ναοῦ, καὶ συναντοῦν τοὺς προσερχομένους ἐντὸς τοῦ ἱεροῦ χώρου. Ὁ Συμεὼν ὁ πρεσβύτης, ἄνθρωπος χαριτωμένος ἀπ’ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, «δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ» (Λουκ. β/ 25), καὶ ἡ ἁγία Ἄννα ἡ προφήτιδα, θυγατέρα Φανουήλ, σὲ προχωρημένη ἡλικία καὶ αὐτή. Λαμπάδα λιωμένη στὴν ὑπηρεσία τοῦ ναοῦ ἀπὸ τὴ νεότητά της, ἀπὸ τότε ποὺ χήρευσε. Στὰ χέρια της, ποὺ τόσα χρόνια διακόνησαν τὶς ἀνάγκες τοῦ ναοῦ, κρατεῖ εἰλητάριο μὲ λόγους προφητικούς, ποὺ ἀναφέρονται στὸ πρόσωπο τοῦ προσφερομένου βρέφους Ἰησοῦ. «Τοῦτο τὸ βρέφος, οὐρανὸν καὶ γῆν ἐστερέωσεν».
Ὁ εἰκονογράφος δὲν ἐπιλέγει νὰ ἰσορροπήσει τὴ σύνθεση σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ εἰκονιζόμενα πρόσωπα, παρόλο ποὺ κεντρικὴ θέση ἔχουν κατὰ βάση δυό. τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, καὶ τοῦ βρέφους Ἰησοῦ. Τὸ κέντρο τῆς εἰκόνας κατέχει τὸ ἱερό, στηριζόμενο σὲ τέσσερις κολῶνες, στεφανωμένες ἀπὸ μία σινδόνη. Τὸ ἱερὸ μὲ τὴ σινδόνη μοιάζουν νὰ διαιροῦν τὴν εἰκόνα στὰ δυό. Ἄλλωστε τὸ ὅλο συμβὰν τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου ἑνώνει δυὸ σαφέστατα διαφορετικοὺς χώρους. Τὸ χῶρο τῆς Παλαιᾶς μὲ τὴν Καινὴ Διαθήκη. Τῆς προσδοκίας τῶν αἰώνων, μὲ Τὸν Προσδοκώμενο. Τῆς φθορᾶς τοῦ γήρατος καὶ τοῦ θανάτου, μὲ τὴν ἀφθαρσία καὶ τὴ ζωὴ τοῦ βρέφους Ἰησοῦ.
Δὲν σημαίνονται ὅμως μόνο συνθετικὰ οἱ δυὸ κόσμοι ποὺ ἑνοποιοῦνται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ποὺ περιγράφει ἡ εἰκόνα, ἀλλὰ καὶ ὑφολογικὰ ὑποδηλώνεται τὸ διττὸ μήνυμα τῆς ἑορτῆς. Ἡ χαρὰ καὶ ἡ λύπη.
Ἡ χαρὰ ἐκπεφρασμένη ἀπὸ τὸν πρεσβύτη Συμεών. Τὸν γέροντα ποὺ μὲ τρεμάμενα ἀπὸ τὸ βαθὺ γῆρας χέρια, προσδέχεται Αὐτὸν ποὺ ἀνέμενε αἰῶνες ἡ παλαιοδιαθηκικὴ εὐσέβεια, καὶ διψοῦσε ὁ ἰουδαϊκὸς λαός: τὸν λυτρωτὴ τοῦ κόσμου. Τὸν Συμεών, ποὺ ἀξιώνεται νὰ γίνει θεοδόχος! Τὰ πόδια τοῦ λυγίζουν ἀπὸ εὐλάβεια. Τὰ μάτια τοῦ κοιτοῦν μὲ δέος «τὸ σωτήριον φῶς» (Λουκ. Β. 30, 32) τοῦ θεανθρωπίνου Βρέφους. Τὰ χέρια του, σκεπασμένα ἀπὸ συστολὴ καὶ σεβασμὸ μὲ μία ἄκρη τοῦ ἐνδύματός του, γίνονται θρόνος. Θρόνος ὄχι γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦν ἕνα κοινὸ βρέφος, ἀλλὰ γιὰ νὰ κρατήσουν Αὐτὸν ποὺ κρατεῖ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη. Τὰ χέρια τοῦ πρεσβύτου Συμεών, ποὺ μὲ τόση εὐλάβεια κρατοῦν τὸ θεῖο Βρέφος πάνω ἀπὸ τὸ θυσιαστήριο τοῦ ναοῦ, θυμίζουν τόσο πολὺ τὴν εἰκόνα τῶν λειτουργῶν ἱερέων ποὺ προβάλλουν ἐνώπιόν μας τὸ θυσιασμένο καὶ ἀναστημένο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Ὅλες οἱ γραμμὲς τοῦ σώματος τοῦ ἁγίου Συμεών, μαζὶ μὲ τὶς πτυχώσεις τῶν ἐνδυμάτων του τείνουν πρὸς τὸν Κύριο. Λυγίζουν, καὶ μὲ μία καμπυλόγραμμη κίνηση ὑποτυπώνουν τὸ δοχεῖο ποὺ πληρούται ἀπὸ τὸ περιεχόμενό του, ποὺ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἐν προκειμένῳ ἀπὸ τὴ θεία Χάρη.
Ἀλλὰ ἂν ἡ χαρὰ καὶ ἡ ἀνέκφραστη ἀγαλλίαση ἀφοροῦν καὶ ἀποτυπώνονται στὸν πρεσβύτη Συμεών, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐνσαρκώνει τὸν πόνο καὶ τὴν θλίψη. Πόνο γιατί προσφέρει καὶ ἀποχωρίζεται τὸν Υἱό της. Τὰ χέρια της διατηροῦν μία κίνηση σὰν νὰ κρατοῦν ἀκόμη τὸν Ἰησοῦ Χριστό, σὰν νὰ μὴν θέλουν νὰ Τὸν ἀποχωρισθοῦν. Καὶ ὁ Υἱός της, φαίνεται νὰ ἀνταποκρίνεται στὰ μητρικά της αἰσθήματα. Ἁπλώνει κι αὐτὸς τὸ χέρι του σὲ μιὰ προσπάθεια νὰ μὴν ἀποχωρισθεῖ τὴν Παναγία μητέρα Του. Μιὰ ἔκφραση τῶν αἰσθημάτων τῆς τελείας ἀνθρωπίνης φύσεώς Του.
Ἀνάμεσα στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ τὸν θεοδόχο Συμεών, ὑψώνεται τὸ ἱερό, τὸ ὁποῖο βρίσκεται στὸ κέντρο τῆς εἰκόνας, σχηματίζοντας ἕνα φράγμα ἀπαγορευτικό. Ἡ Θεομήτωρ στερεῖται τὸν Υἱό της, καὶ ἡ θλίψη τῆς ἐπιτείνεται ἀπὸ τὰ προφητικὰ λόγια τοῦ ἁγίου Συμεὼν «καὶ σοῦ τὴν καρδίαν διελεύσεται ρομφαῖα» (Λουκ. Β. 35). Ἡ Παναγία πλέον ἀρχίζει νὰ στρατεύεται στὸν δρόμο τοῦ σταυροῦ, ποὺ εἶναι τὸ δῶρο τοῦ Υἱοῦ τῆς σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Τὸ δῶρο αὐτὸ ποὺ χαρίζεται καὶ στὴν ἴδια, μὲ μιὰ διπλὴ ἐπίπτωση. Τῆς χαρᾶς, τῆς σωτηρίας καὶ τῆς λυτρώσεως ἀπὸ τὴ μία, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, τῆς θλίψεως τῆς μητρικῆς καρδιᾶς τῆς μπροστὰ στὴν ἄρνηση ἀποδοχῆς ἀπὸ τὸν κόσμο τοῦ υἱοῦ καὶ Θεοῦ της. Ἄρνηση ποὺ θὰ φθάσει μέχρι τὸν σταυρικὸ θάνατο.
«Ἀνοιγέσθω ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ σήμερον»,ὅπως ψάλλεται καὶ στὸ Δοξαστικὸ τῶν κεκραγαρίων τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ὑπαπαντῆς, σὲ ἦχο πλ. τοῦ β΄. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ εἰκονογράφος ἱστορεῖ τὰ κτήρια καὶ τὶς στέγες τους νὰ συγκλίνουν σ’ Αὐτὸν ποὺ ἁγιάζει ὁλόκληρη τὴν κτίση.
Αὐτὸν ποὺ εἶναι «φῶς διασκεδάζον τῶν ἀπίστων ἐθνῶν τὴν σκοτόμαιναν, καὶ δόξαν τοῦ νεολέκτου Ἰσραήλ», ὅπως τονίζεται καὶ στὸ ἰδιόμελο τῆς Λιτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς, ποὺ ψάλλεται σὲ ἦχο α΄.
Λυτρωτὴς τόσο τοῦ ἐθνικοῦ εἰδωλολατρικοῦ κόσμου, ὅσο καὶ τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. Καὶ τὸ λυτρωτικὸ αὐτὸ μήνυμα ποὺ ἀφορᾶ ὅλο τὸν κόσμο, ὑποδηλώνεται ἀπὸ τὰ δυὸ περιστέρια, τὰ ὁποῖα προσφέρει ὁ Ἰωσὴφ στὸν ναό. Δὲν ἀνταποκρίνονται μόνο στὴν καθορισμένη προσφορά, ἀλλὰ συμβολίζουν καὶ τοὺς δυὸ κόσμους, γιὰ τοὺς ὁποίους προσφέρεται ἡ θυσία τοῦ Κυρίου μας. Τὸν κόσμο τῶν ἐθνικῶν καὶ τῆς εἰδωλολατρίας, καὶ τὸν κόσμο τοῦ εὐεργετηθέντος Ἰσραήλ.
Ὑπαπαντή! Σημαίνει συνάντηση τοῦ Κυρίου μὲ τὴν προσδοκία τοῦ κόσμου.
Ὑπαπαντή! καθ’ ἣν «Χορὸς ἀγγελικός,ἐκπληττέσθω τὸ θαῦμα! βροτοὶ δὲ ταῖς φωναῖς, ἀνακράξωμεν ὕμνον,ὀρῶντες τὴν ἄφατον τοῦ Θεοῦ συγκατάβασιν», ὅπως θαυμάσια προτρέπει τὸ Κάθισμα τῆς πρώτης στιχολογίας τοῦ Ὄρθρου τῆς ἑορτῆς, ἤχου α΄. καὶ μέσα ἀπὸ τὴν περιγραφική, συμβολική, ἁγία καὶ ἱεροπρεπῆ τέχνη τῆς βυζαντινῆς εἰκονογραφίας.
Ἄς προσκυνήσουμε λοιπὸν τὸ ἰστορούμενο γεγονός. Ἃς προσκυνήσουμε τὸν νηπιάσαντα καὶ βρεφοκρατούμενο Σωτῆρα καὶ Λυτρωτή μας.
Η Ευαγγελική περικοπή Κατά Λουκάν (β΄ 22-40)
22 Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον Μωϋσέως, ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς ῾Ιεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ, 23 καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου ὅτι πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Κυρίῳ κληθήσεται, 24 καὶ τοῦ δοῦναι θυσίαν κατὰ τὸ εἰρημένον ἐν νόμῳ Κυρίου, ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν.
25 Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν ῾Ιεροσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ ᾿Ισραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν Ἅγιον ἐπ᾿ αὐτόν· 26 καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου. 27 καὶ ἦλθεν ἐν τῷ Πνεύματι εἰς τὸ ἱερόν· καὶ ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ παιδίον ᾿Ιησοῦν τοῦ ποιῆσαι αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ, 28 καὶ αὐτὸς ἐδέξατο αὐτὸν εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ καὶ εὐλόγησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε·
29 νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ,
30 ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου,
31 ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν.
32 φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου ᾿Ισραήλ.
33 Καὶ ἦν ᾿Ιωσὴφ καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ θαυμάζοντες ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις περὶ αὐτοῦ. 34 καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς Συμεὼν καὶ εἶπε πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ· ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ ᾿Ισραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον. 35 καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί.
36 Καὶ ἦν Ἄννα προφῆτις, θυγάτηρ Φανουήλ, ἐκ φυλῆς Ἀσήρ· αὕτη προβεβηκυῖα ἐν ἡμέραις πολλαῖς, ζήσασα ἔτη μετὰ ἀνδρὸς ἑπτὰ ἀπὸ τῆς παρθενίας αὐτῆς, 37 καὶ αὐτὴ χήρα ὡς ἐτῶν ὀγδοήκοντα τεσσάρων, ἣ οὐκ ἀφίστατο ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ νηστείαις καὶ δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν· 38 καὶ αὕτη αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἐπιστᾶσα ἀνθωμολογεῖτο τῷ Κυρίῳ καὶ ἐλάλει περὶ αὐτοῦ πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν ἐν ῾Ιερουσαλήμ. (ευαγγελιστής Λουκάς, κεφάλαιο 2, στίχοι 22-40)
Απόδοση στα νεοελληνικά
Όταν, σύμφωνα με τον μωσαϊκό Νόμο, συμπληρώθηκαν οι μέρες για τον καθαρισμό τους, έφεραν το παιδί στα Ιεροσόλυμα, για να το αφιερώσουν στο Θεό. Σύμφωνα με το νόμο του Κυρίου, αν το πρώτο παιδί που φέρνει στον κόσμο μια γυναίκα είναι αγόρι, πρέπει να θεωρείται αφιερωμένο στον Κύριο. Επίσης θα προσέφεραν θυσία ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια, όπως λέει ο νόμος του Κυρίου.
Στα Ιεροσόλυμα βρισκόταν ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Συμεών. Ήταν πιστός και ευλαβής, περίμενε τη σωτηρία του Ισραήλ και τον καθοδηγούσε το Άγιο Πνεύμα. Του είχε φανερώσει, λοιπόν, το Άγιο Πνεύμα ότι δε θα πεθάνει προτού να δει το Μεσσία. Τότε το Άγιο Πνεύμα του υπέδειξε να πάει στο ναό. Μόλις οι γονείς έφεραν εκεί το παιδί, τον Ιησού, για να κάνουν γι’ αυτό τα έθιμα του νόμου, τον πήρε στην αγκαλιά του, δόξασε το Θεό και είπε: «Τώρα, Κύριε, μπορείς να αφήσεις το δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά, όπως του υποσχέθηκες, γιατί τα μάτια μου είδαν το σωτήρα που ετοίμασες για όλους τους λαούς φως που θα φωτίσει τα έθνη και θα δοξάσει το λαό σου τον Ισραήλ».
Ο Ιωσήφ και η μητέρα του θαύμαζαν όσα λέγονταν γι’ αυτό. Ο Συμεών τους ευλόγησε και είπε στη Μαριάμ, τη μητέρα του Ιησού: «Αυτός θα γίνει αιτία να χαθούν ή να σωθούν πολλοί Ισραηλίτες. Θα είναι σημείο αντιλεγόμενο, για να φανερωθούν οι πραγματικές διαθέσεις πολλών. Όσο για σένα, ο πόνος για το παιδί σου θα διαπεράσει την καρδιά σου σαν δίκοπο μαχαίρι».
Στα Ιεροσόλυμα ζούσε μια γυναίκα που προφήτευε και λεγόταν Άννα, ήταν θυγατέρα του Φανουήλ από τη φυλή Ασήρ. Αυτή ήταν πολύ ηλικιωμένη. Έζησε 7 χρόνια με τον άντρα της μετά το γάμο και τώρα χήρα, ηλικίας 84 χρόνων, δεν έφευγε από το ναό, αλλά λάτρευε το Θεό νύχτα και μέρα με νηστείες και προσευχές. Αυτή παρουσιάστηκε εκείνη την ώρα και δοξολογούσε το Θεό και μιλούσε για το παιδί σε όλους όσοι στην Ιερουσαλήμ περίμεναν τη λύτρωση.
Το νόημα της εορτής
Το σημαντικό στην ευαγγελική περικοπή είναι ότι ο Χριστός έγινε πραγματικά άνθρωπος και, όπως συνέβη π.χ. και στην περιτομή, έδειξε υπακοή και υποταγή στο νόμο και ταπείνωση με την παρουσίαση Του στο Ναό. Είναι ακόμα ένα τρανταχτό παράδειγμα της ενανθρωπήσεως του Χριστού.
Η εορτή της Υπαπαντής τιμάται από την Εκκλησία μας στις 2 Φεβρουαρίου, 40 μέρες μετά τα Χριστούγεννα. Ονομάζεται Υπαπαντή γιατί ο Συμεών υπήντησε, δηλαδή υποδέχτηκε τον Κύριο.
Ερμηνεία της εικόνας
– Από τη μια μεριά είναι ο Συμεών που δέχεται στην αγκαλιά του το Βρέφος-Χριστό. Τα χέρια σκεπασμένα από ευλάβεια και το κορμί είναι κυρτό από τα χρόνια και είναι ασπρομάλλης.
– Απέναντι βρίσκεται η Παναγία με τον Ιωσήφ και την προφήτιδα Άννα.
– Η Παναγία απλώνει το δεξί της χέρι σε στάση δέησης και προσφοράς.
– Ο Ιωσήφ κρατάει δύο τρυγόνια.
– Η Προφήτιδα Άννα βρίσκεται κοντά στη Θεοτόκο, πολύ ηλικιωμένη, και συνήθως κρατάει ένα χαρτί που γράφει: «τούτο το βρέφος ουρανόν και γην εστερέωσεν».
Απολυτίκιο της εορτής. Ἦχος α’
Χαῖρε κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε· ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, φωτίζων τοὺς ἐν σκότει. Εὐφραίνου καὶ σὺ Πρεσβύτα δίκαιε, δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις τὸν ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν, χαριζόμενος ἡμῖν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.
Χαίρε Κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε, διότι από σένα ανέτειλε ο Ήλιος της Δικαιοσύνης, ο Χριστός, που είναι Θεός μας, και που φωτίζει αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι. Να ευφραίνεσαι και εσύ Δίκαιε Γέροντα, που δέχτηκες στην αγκαλιά σου τον ελευθερωτή των ψυχών μας, Αυτόν που μας χαρίζει και την Ανάσταση.
Κοντάκιον. Ἦχος α’.
Ὁ μήτραν παρθενικὴν ἁγιάσας τῷ τόκῳ σου, καὶ χεῖρας τοῦ Συμεὼν εὐλογήσας ὡς ἔπρεπε, προφθάσας καὶ νῦν ἔσωσας ἡμᾶς, Χριστὲ ὁ Θεός. Ἀλλ’ εἰρήνευσον ἐν πολέμοις τὸ πολίτευμα, καὶ κραταίωσον βασιλεῖς οὓς ἠγάπησας, ὁ μόνος φιλάνθρωπος.
Μεγαλυνάριον.
Σήμερον ἡ Πάναγνος Μαριάμ, τῷ Ναῷ προσάγει, ὥσπερ βρέφος τὸν Ποιητήν, ὃν ἐν ταῖς ἀγκάλαις, ὁ Πρέσβυς δεδεγμένος, Θεὸν αὐτὸν κηρύττει, κἂν σάρκα εἴληφε.
Προσεγγίσεις στην εορτή
Σαράντα μέρες μετά τα Χριστούγεννα, οι ενορίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας γιορτάζουν την Υπαπαντή του Κυρίου. Όμως επειδή συνήθως η γιορτή πέφτει σε εργάσιμη μέρα, έχει σχεδόν μισοξεχαστεί. Παρ’ όλα αυτά έρχεται όταν η Εκκλησία ολοκληρώνει «το χρόνο των Χριστουγέννων», αποκαλύπτοντας και συγκεφαλαιώνοντας το νόημα των Χριστουγέννων σ’ ένα ρεύμα καθαρής και βαθιάς χαράς. Η εορτή αναφέρεται σ’ ένα γεγονός που καταγράφεται στο ευαγγέλιο του αποστόλου Λουκά. Σαράντα μέρες μετά τη γέννηση του Ιησού Χριστού στη Βηθλεέμ, ο Ιωσήφ και η Μαρία, ακολουθώντας τη θρησκευτική συνήθεια της εποχής, «ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ, καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου…» (Λουκ. Β΄ 22-23).
Πόσο εκπληκτική και όμορφη είναι η εικόνα, ο πρεσβύτερος να κρατά στην αγκαλιά του το βρέφος, και πόσο παράξενα τα λόγια του: «ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου…». Συλλογισμένοι αυτά τα λόγια, αρχίζουμε να εκτιμούμε το βάθος αυτού του γεγονότος και τη σχέση που έχει με μας, με μένα, με την πίστη μας. Υπάρχει στον κόσμο κάτι πιο χαρούμενο από μια συνάντηση, μια «υπαπαντή» με κάποιον που αγαπάς; Είναι αλήθεια πως το να ζεις σημαίνει να περιμένεις, να αποβλέπεις σε μια συνάντηση. Δεν είναι άραγε η υπερβολική και όμορφη προσδοκία του Συμεών το σύμβολό της; Δεν είναι η πολύχρονη ζωή του σύμβολο της προσδοκίας, αυτός ο «πρεσβύτης» που περνά ολόκληρη τη ζωή του περιμένοντας το φως που φωτίζει τους πάντες και τη χαρά που πληρώνει τα πάντα; Πόσο δε απροσδόκητο, πόσο άρρητα όμορφο είναι το ότι το πολυαναμενόμενο φως και η χαρά έρχεται στον πρεσβύτη Συμεών με ένα παιδί! Φανταστείτε τα τρεμάμενα χέρια του γέροντα Συμεών καθώς παίρνει στην αγκαλιά του το σαρανταήμερο βρέφος τόσο τρυφερά και προσεκτικά, ατενίζοντας το μικρό πλάσμα, και πλημμυρίζοντας από δοξολογία: «νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ∙ ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου».
Ο Συμεών περίμενε. Περίμενε σε ολόκληρη τη ζωή του, και είναι βέβαιο πως στοχαζόταν, προσευχόταν και βάθαινε καθώς περίμενε έτσι, ώστε στο τέλος ολόκληρη η ζωή του να είναι μια συνεχής «παραμονή» της χαρούμενης συνάντησης.
Δεν είναι καιρός να αναρωτηθούμε τι περιμένουμε; Τι επιμένει η καρδιά μας να μας υπενθυμίζει συνεχώς; Μεταμορφώνεται βαθμιαία η ζωή μας σε μια αναμονή, καθώς περιμένουμε να συναντηθούμε με τα ουσιώδη; Αυτά είναι τα ερωτήματα που θέτει η Υπαπαντή. Εδώ, σ’ αυτή τη γιορτή η ζωή του ανθρώπου αποκαλύπτεται ως ανυπέρβλητη ομορφιά μιας ώριμης ψυχής, που έχει απελευθερωθεί, βαθύνει και καθαριστεί από καθετί το μικρόψυχο, το ανόητο και τυχαίο. Ακόμη και τα γηρατειά και ο θάνατος, η γήινη μοίρα που όλοι μας μοιραζόμαστε, παρουσιάζονται εδώ τόσο απλά και πειστικά ως ανάπτυξη και άνοδος προς εκείνη τη στιγμή, όταν με όλη μου την καρδιά, στην πληρότητα της ευχαριστίας, θα πω: «νυν απολύεις». Είδα το φως να διαπερνά τον κόσμο. Είδα το «Παιδίον», που φέρνει στον κόσμο τόση θεϊκή αγάπη, και που παραδίδεται σε μένα. Τίποτε δεν προκαλεί φόβο, τίποτε δεν είναι άγνωστο, όλα τώρα είναι ειρήνη, ευχαριστία, αγάπη.
Αυτά φέρνει η Υπαπαντή του Κυρίου. Εορτάζει τη συνάντηση της ψυχής με την Αγάπη, τη συνάντηση μ’ Αυτόν που μας έδωσε τη ζωή, και που μου έδωσε το κουράγιο να τη μεταμορφώσω σε αναμονή.
(π. Αλεξάνδρου Σμέμαν,«Εορτολόγιο» σελ. 85-88)