Κοινοποιείστε το άρθρο
29 Μαΐου 2023: 570 χρόνια από την Άλωση της Πόλης
29 Μαΐου 1453: Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς το 1453 σήμανε το τέλος χιλίων και πλέον χρόνων ζωής της Χριστιανικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Παράλληλα, αποτέλεσε απαρχή ριζικών αλλαγών. Η Δύση ταυτίστηκε με την Ευρώπη, οι Ρώσοι ακολούθησαν την οδό της αυτοκρατορίας, οι Οθωμανοί έγιναν παγκόσμια δύναμη, οι Έλληνες έμειναν εξόριστοι στη γη τους. Η απώλεια της Κωνσταντινούπολης δημιούργησε ένα κενό και άλλαξε τις ισορροπίες στον χριστιανικό κόσμο.
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης ως σημείο καμπής
Η απόφαση του νεαρού σουλτάνου Μωάμεθ Β΄ (1451-81) να επιχειρήσει να καταλάβει την Κωνσταντινούπολη αντανακλούσε την αποτυχία πολιτικών διακανονισμών που, επί πενήντα χρόνια, είχαν επιτρέψει στο Βυζάντιο να επιβιώνει και έως ένα βαθμό να ευημερεί […] Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης θα πυροδοτούσε σίγουρα τη νεανική φαντασία του Μωάμεθ Β΄, ο οποίος είχε επηρεαστεί από τα διαβάσματά του τα σχετικά με τα κατορθώματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τον ενθάρρυνε επίσης μια «φατρία» της οθωμανικής Αυλής, η οποία, σε αναζήτηση αυξημένου ρόλου, είχε προσκολληθεί στον νεαρό σουλτάνο.
Η τύχη βοήθησε ασφαλώς τους Οθωμανούς. Ωστόσο, όσο περισσότερο διαρκούσε η πολιορκία, η υπεροχή τους σε έμψυχο δυναμικό και πόρους έδειχνε ότι ήταν αναπόφευκτο η άμυνα κάποια στιγμή να καμφθεί. Υπήρχαν επίσης αυξανόμενες εντάσεις μεταξύ Ελλήνων και Λατίνων, που αντικατόπτριζαν τους φόβους των πρώτων ότι οι δεύτεροι θα έδρεπαν τη δόξα για τη διάσωση της πόλης.
Η απώλεια της Θεσσαλονίκης [το 1430] αποδείχτηκε η αρχή του πικρού τέλους. Ήταν η επιβεβαίωση εκ μέρους του Μουράτ Β’ ότι όποιος εντός της οθωμανικής σφαίρας επιρροής έκανε πολιτικούς διακανονισμούς χωρίς τη συγκατάθεση του Οθωμανού ηγεμόνα θα τιμωρούνταν.
Το Βυζάντιο τις παραμονές της Άλωσης
Μετά το 1402, ακρογωνιαίος λίθος της βυζαντινής πολιτικής ήταν να αποφύγει η Αυτοκρατορία την εκ νέου υποβίβαση σε καθεστώς υποτέλειας. Ενδεικτικό της επιτυχίας του Μανουήλ Β’ να αποκαταστήσει το γόητρο του Βυζαντίου ήταν η επιλογή των οθωμανών ηγεμόνων να χρησιμοποιούν φιλική γλώσσα στις επαφές τους με τον βυζαντινό αυτοκράτορα. Αποτελούσε ένα είδος αναγνώρισης ότι οι δύο πλευρές ήταν, αν όχι ίσες, σχεδόν ισότιμες.
Μέρος της γοητείας που ασκεί η τελευταία φάση του Βυζαντίου, από το 1402 έως το 1453, οφείλεται στον τρόπο με τον οποίο, για μια ακόμα φορά, αναγκάστηκε να επανεφεύρει τον εαυτό του, αυτή τη φορά, ως πόλη-κράτος. Το κατάφερε, όμως, διατηρώντας τα βασικά στοιχεία του πολιτισμού του ανέπαφα. Στην καρδιά αυτού του πολιτισμού βρισκόταν η αυτοκρατορική ιδεολογία, που βρήκε την πιο ουσιαστική έκφρασή της στο τελετουργικό της βυζαντινής Αυλής, το οποίο δεν έπαψε ποτέ να εντυπωσιάζει τους ξένους.
Αν και σήμερα χαρακτηρίζονται χιμαιρικά, τα σχέδια του Πλήθωνα να αναμορφώσει τη βυζαντινή κοινωνία με πρότυπο την αρχαία Σπάρτη, ή ακόμα και η υπεράσπιση από μέρους του της επιστροφής στους θεούς του Ολύμπου, έδιναν στη βυζαντινή πνευματική ζωή μια ζωντάνια που της έλειπε από καιρό και που, σύμφωνα με ορισμένες απόψεις, προοικονομούσε στοιχεία της Ιταλικής Αναγέννησης.
Η ελληνική αντίδραση
Όπως ήταν φυσικό, οι Έλληνες ένιωσαν την Άλωση της Κωνσταντινούπολης εντονότερα απ’ ό,τι άλλοι. Το συναισθηματικό δέσιμό τους με την πόλη ήταν στενό. Πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, πρέπει να είχαν άμεση εμπειρία των γεγονότων. Το πώς ένιωσαν αποδίδεται καλύτερα μέσω της απόγνωσης των διάφορων «θρήνων» που ενέπνευσε η Άλωση.
Ο Σφραντζής καταλάβαινε ότι η βασική αιτία της Άλωσης ήταν η Ένωση των Εκκλησιών που συμφωνήθηκε στη Φλορεντία. Δεν ήταν αντίθετος με την Ένωση εκ πεποιθήσεως. Ισχυριζόταν, μάλιστα, ότι θα έδινε το ένα από τα μάτια του για τη σωστή εφαρμογή της. Το πρόβλημα ήταν ότι η Ένωση έδωσε στους Οθωμανούς πρόσχημα να πολιορκήσουν και να καταλάβουν την πόλη.
Από πρώτη ματιά, η καύση του Περί νόμων του Πλήθωνα και η έκθεση της Ορθόδοξης πίστης ενώπιον του σουλτάνου δεν ήταν μείζονος σημασίας γεγονότα. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε πόσο εύθραυστη ήταν η Ορθοδοξία την επαύριο της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης. Πολλοί είχαν δεχτεί να εξισλαμιστούν, συμπεριλαμβανομένου και ενός επισκόπου. Ενόψει του κινδύνου να συνεχιστεί ο εξισλαμισμός, ο Γεννάδιος ήθελε να δείξει ότι η Ορθοδοξία ήταν ακόμη ζωντανή, και μάλιστα κατείχε σημαντική θέση υπό το νέο καθεστώς.
Υπήρχε άλλη μια ελίτ που έμεινε ανέγγιχτη από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, η μοναστική ελίτ, την οποία προσέλκυσε κυρίως το Άγιον Όρος […] Το Άγιον Όρος ευημέρησε υπό την οθωμανική προστασία και έγινε το κέντρο της Ορθοδοξίας. Βούλγαροι, Σέρβοι, Βλάχοι, γεωργιανοί και Ρώσοι συνέρρεαν εκεί. Ήταν ένας μικρόκοσμος της λεγόμενης βυζαντινής Κοινοπολιτείας, που εξασφάλιζε και έναν βαθμό αποστασιοποίησης από τη μοίρα της Κωνσταντινούπολης.
Η αντίδραση της Δύσης
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης προκάλεσε πολύ μεγαλύτερο σοκ στη Δυτική κοινή γνώμη, καθώς, όλως παραδόξως, δεν ήταν ένα γεγονός για το οποίο η Ευρώπη είχε προετοιμαστεί […] Η Κωνσταντινούπολη ήταν σημείο αναφοράς του λατινικού Μεσαίωνα. Θεωρούνταν ακόμη σημαντικό κέντρο της χριστιανοσύνης, κυρίως ως «αποθετήριο λειψάνων».
Ο πάπας δεν έφταιγε για την Άλωση. Είχε αποτύχει, ωστόσο, να πείσει τους ηγέτες της χριστιανοσύνης να δράσουν, γι’ αυτό και τώρα, περισσότερο από ποτέ, ήταν καθήκον του να εργαστεί για την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Σε επιστολή προς τον Νικόλαο Κουζάνο, στις 21 Ιουλίου 1453, ο Πικολόμινι συνέκρινε την Κωνσταντινούπολη με την Αθήνα την εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας […] Η άλωσή της σήμαινε το τέλος του ελληνικού πολιτισμού, καθώς οι Τούρκοι δεν ήταν σαν τους Ρωμαίους, που είχαν εκτιμήσει όσα είχε να προσφέρει η Ελλάδα στον πολιτισμό. Οι Τούρκοι ήταν σκληρότερος λαός. Η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από αυτούς ήταν πρελούδιο επίθεσής τους στην Ιταλία.
Η ρωσική αντίδραση
Η χειραφέτηση της Ρωσίας από τη βυζαντινή κηδεμονία, που φαίνεται ίσως αυτονόητη, την εποχή εκείνη δεν ήταν τόσο προφανής. Οι δεσμοί που ένωναν το Βυζάντιο και τους Ρως ήταν πολιτισμικοί, πνευματικοί και ηθικοί. Η πολιτική ηγεμονία δεν ήταν μέρος του προβλήματος, καθώς ο βυζαντινός αυτοκράτορας δεν άσκησε ποτέ άμεσα εξουσία στα ρωσικά εδάφη. Είναι, όμως, πολύ πιο εύκολο να κοπούν οι πολιτικοί δεσμοί παρά οι άυλοι δεσμοί που δημιουργούνται από την κοινή θρησκεία.
Η οθωμανική αντίδραση
Για κάποιους, η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης φαινόταν ότι είχε το παράδοξο αποτέλεσμα να ενισχυθεί η επιρροή των χριστιανών στην οθωμανική Αυλή. Ο ιστορικός Ασικπασαζαντέ παρουσίαζε μοχθηρό τον Ρουμ Μεχμέτ πασά, ο οποίος ήταν Έλληνας που αιχμαλωτίστηκε το 1453. Ασπάστηκε το Ισλάμ και μπήκε στην υπηρεσία των Οθωμανών, όπου και διέπρεψε, με αποτέλεσμα να έχει γίνει, ήδη το 1468, Μεγάλος Βεζίρης. Ο Ασικπασαζαντέ ισχυρίστηκε ότι, ως Μεγάλος Βεζίρης, ο Ρουμ Μεχμέτ πασάς έκανε ό,τι μπορούσε για να βλάψει τους μουσουλμάνους προκειμένου να εκδικηθεί για την Άλωση.
Η απόφαση του Μωάμεθ Β’ να μεταφέρει την πρωτεύουσά του στην Κωνσταντινούπολη ήταν πολύ σημαντικό βήμα, καθώς πρώτη φορά μια παλαιά πρωτεύουσα γινόταν το κέντρο ισλαμικού κράτους […] Μπορούμε μόνο να εικάσουμε τι προσέλκυσε ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη τον κατακτητή της. Η επιγραφή πάνω από την κεντρική πύλη του Τοπ Καπί υποδηλώνει ότι αυτό που είχε γοητεύσει περισσότερο τον Μωάμεθ Β΄ ήταν η φήμη της Κωνσταντινούπολης ως έδρας μιας παγκόσμιας αυτοκρατορίας. Η επιγραφή, που τοποθετήθηκε το 1478, απαθανατίζει την κατασκευή του ανακτόρου «με εντολή του σουλτάνου των δύο ηπείρων και αυτοκράτορα των δύο θαλασσών, σκιάς του Θεού σε αυτόν τον κόσμο και τον επόμενο, εκλεκτού του Θεού στους δύο ορίζοντες, ηγεμόνα ξηράς και θάλασσας, κατακτητή της Κωνσταντινούπολης, Μωάμεθ Χαν». Ήταν μια έμμεση αναφορά στη συνέχεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αυτή τη φορά με ισλαμική μορφή.
Τι χάθηκε;
Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης επέτρεψε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία να αναπτύξει τις πλήρεις δυνατότητές της ως μεσογειακή και παγκόσμια δύναμη. Αυτή ήταν ίσως η σημαντικότερη συνέπεια της Άλωσης: ανάγκασε τους Οθωμανούς να έρθουν αντιμέτωποι με τη μοίρα τους.
Βιβλιογραφία
Michael Angold, Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς, Μτφρ. Aνδρέας Παππάς, εκδόσεις Κριτική