Κοινοποιείστε το άρθρο
Αδαμάντιος Κοραής: ο πνευματικός ηγέτης της Ελληνικής Επανάστασης & του Νεοελληνικού Διαφωτισμού
Ο Αδαμάντιος Κοραής (27 Απριλίου 1748, Σμύρνη – 6 Απριλίου 1833 Παρίσι, Γαλλία), ήταν Έλληνας φιλόλογος με βαθιά γνώση του ελληνικού πολιτισμού. Ο Κοραής είναι ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του νεοελληνικού διαφωτισμού και μνημονεύεται κυρίως για τις γλωσσικές του απόψεις και την υποστήριξη της καθαρεύουσας.
Η ζωή του Αδαμάντιου Κοραή σκεπάζει έναν σχεδόν αιώνα: γεννημένος στα 1748, πέθανε το 1833· έτσι, από την άποψη την χρονολογική, θα μπορούσε να τοποθετηθεί και νωρίς πολύ και αργά πολύ μέσα στην πορεία της ελληνικής παιδείας. Με ένα κοίταγμα πιο προσεκτικό μάς υποχρεώνει να τον εξετάσουμε στο τέλος της Τουρκοκρατίας: Ο Κοραής ωριμάζει αργά. Η κανονική παραγωγή του αρχίζει στα πενήντα του χρόνια· αργά, λοιπόν, θα τάξουμε και την ακμή του. […]Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, Εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000 (9η έκδ.), 251.
Νεανικά χρόνια
Ο Αδαμάντιος Κοραής καταγόταν από εμπορική οικογένεια της Χίου στην οποία όμως υπήρχε παράδοση ενασχόλησης με τα γράμματα. Από νεαρή ηλικία έδειξε το ενδιαφέρον του για την παιδεία και η πρώτη του επαφή με τις ξένες γλώσσες έγινε στην Σμύρνη, χάρη στη διδασκαλία του Bernhard Keun, Ολλανδού ιερέα που ζούσε εκεί, στον οποίον ο Κοραής δίδασκε ελληνικά ως αντάλλαγμα για την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Επιθυμία της οικογένειάς του όμως ήταν να ασχοληθεί με το εμπόριο, γι’ αυτό και το 1771 κατέληξαν στην συμβιβαστική λύση να μεταβεί στο Άμστερνταμ, όπου, παράλληλα με τις οικογενειακές επιχειρήσεις, θα μπορούσε να διευρύνει τους ορίζοντές του και να αποκτήσει την καλλιέργεια που επιθυμούσε. Η απόπειρά του να ασχοληθεί με το εμπόριο απέτυχε και έτσι το 1777 εγκατέλειψε το Άμστερνταμ και επέστρεψε στην Σμύρνη, απ’ όπου έφυγε ξανά το 1782, για ιατρικές σπουδές στο Μονπελιέ της Γαλλίας.
Πνευματική δραστηριότητα: Τα πρώτα έργα
Το 1783 πέθανε ο πατέρας του και το 1784 η μητέρα του και από τότε ο Κοραής άρχισε να αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες. Για βιοποριστικούς λόγους έκανε μεταφράσεις στα γαλλικά από γερμανικά και αγγλικά βιβλία, όπως η Κατήχησις του Ρώσου μητροπολίτη Πλάτωνος και η Κλινική Ιατρική του Γερμανού ιατροφιλοσόφου Selle. Το 1788, έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές του, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι με σκοπό να ασχοληθεί αποκλειστικά με τα γράμματα και την εθνική αφύπνιση. Ενώ δέχτηκε την γαλλική υπηκοότητα, η συνείδησή του παρέμεινε καθαρά ελληνική. Στο Παρίσι συνέχισε να κάνει μεταφράσεις ιατρικών κυρίως βιβλίων στα γαλλικά και ταυτόχρονα άρχισε να συγγράφει κείμενα σχετικά με την κατάσταση του ελληνισμού: με το κείμενό του Αδελφική Διδασκαλία αντιτάχθηκε στις συντηρητικές θέσεις της Πατρικής Διδασκαλίας, η οποία αντιδρούσε απέναντι στον Διαφωτισμό και την πνευματική πρόοδο και υποστήριζε την Οθωμανική κυριαρχία. Με τα ποιήματα Άσμα Πολεμιστήριον και Σάλπισμα Πολεμιστήριον προσπάθησε να τονώσει τις ελπίδες των Ελλήνων για την απελευθέρωση και να ενισχύσει την αγωνιστική διάθεση, σε μια περίοδο κατά την οποία η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο δημιουργούσε προσδοκίες για ενδεχόμενη βοήθεια των Γάλλων προς τους Έλληνες. Αποτέλεσμα αυτών των προσδοκιών ήταν και το κείμενό του Υπόμνημα περί της παρούσης καταστάσεως της Ελλάδος.
Φιλολογικό έργο
Επηρεασμένος από τις φιλελεύθερες ιδέες του Διαφωτισμού, μαχόταν με τα γραπτά του υπέρ της πνευματικής αναγέννησης της Ελλάδας. Κύριο μέλημά του ήταν η πνευματική ανάπτυξη του γένους, την οποία θεωρούσε προϋπόθεση για την ελευθερία και την ανεξαρτησία. Στην ανανέωση της παιδείας προσπάθησε να συμβάλει και σε πρακτικό επίπεδο, με τις φιλολογικές εκδόσεις αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων στην σειρά Ελληνική Βιβλιοθήκη, αλλά και θεωρητικά, κυρίως στα προλεγόμενα που προέτασσε στις εκδόσεις, τους Αυτοσχέδιους Στοχασμούς περί της ελληνικής παιδείας και γλώσσης. Η εκδοτική του δραστηριότητα ξεκίνησε το 1799, με τους Χαρακτήρες του Θεόφραστου. Την επόμενη χρονιά τύπωσε το Περί ανέμων, υδάτων και τόπων του Ιπποκράτη, έκδοση που βραβεύτηκε το 1810, και το 1804 τα Αιθιοπικά του Ηλιοδώρου, η εισαγωγή του οποίου είναι η πρώτη ελληνική πραγματεία για το λογοτεχνικό είδος του μυθιστορήματος. Μετά το 1805 ενέταξε τις εκδόσεις του στην σειρά Ελληνική Βιβλιοθήκη, η οποία συνεχίστηκε έως το 1827, με την χορηγία των αδερφών Ζωσιμά. Στην Ελληνική Βιβλιοθήκη εξέδωσε, μεταξύ άλλων, τους Βίους Παραλλήλους του Πλουτάρχου, Λόγους του Ισοκράτη, τις τέσσερις πρώτες ραψωδίες της Ιλιάδας, Γαληνό, Στράβωνα, Μάρκο Αυρήλιο, τα Πολιτικά και τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη, τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα.
Θεολογικό έργο
Ο Αδαμάντιος Κοραής, ως μία πολυσχιδής προσωπικότητα, ασχολήθηκε και με το θεολογικό κομμάτι της επιμόρφωσης των Ελλήνων. Ο ίδιος ήταν συνειδητά ορθόδοξος χριστιανός[1], αλλά πίστευε πως η ορθόδοξη εκκλησία είχε αλλοιωθεί αρκετά σε σχέση με το αρχική πίστη των αποστόλων, θεωρώντας ιδιαιτέρως υπεύθυνο για αυτό το μοναχισμό[2], αλλά και την έλλειψη παιδείας που παρατηρούσε. Ο ίδιος επεδίωκε ουσιαστικά μία μεταρρύθμιση βασισμένη πάνω στην επιμόρφωση των υποδούλων Ελλήνων, εξ ου και ο θερμός χαιρετισμός του για τη λειτουργία της Αθωνιάδας σχολής[3]. Η προσπάθεια της αναγέννησης αυτής, θεωρείται πως είχε επηρεασθεί αισθητά από το κίνημα του διαφωτισμού και τις βάσεις των προτεσταντικών θεμελίων[4], χωρίς αυτό να σημαίνει πως εξαιρούσε από την κριτική του και τις προτεσταντικές εκκλησίες[5]. Τελικά επεδίωξε μία μεταρρύθμιση για την ορθόδοξη εκκλησία, βασισμένη πάνω στο μεταφυσικό οικοδόμημα του προτεσταντισμού, θεμέλια που σήμερα κάποιοι υποστηρίζουν πως έχουν κατεδαφιστεί από τις σύγχρονες κοινωνικές και θετικές επιστήμες[6].
Ο Αδαμάντιος Κοραής στα θεολογικά θέματα, συχνά παρότρυνε τους ιερείς να αρχίσουν να κηρύττουν και να εξηγούν την Αγία Γραφή μέσα στις εκκλησίες, για την οποία έλεγε ότι «αν και είναι έργον αυτού του Θεού» έχει φθαρεί από την επίδραση της ανθρώπινης κακίας ώστε «η σημερινή θρησκεία δεν είναι πλέον η αυτή και απαράλλακτος θρησκεία, καθώς εξήλθεν από τας χείρας του Ιησού». Ήταν θερμός υποστηριχτής της διάδοσης της Αγίας Γραφής. Χαρακτηριστικό είναι πως σε γράμμα του στον Μητροπολίτη Ιγνάτιο της Oυγγροβλαχίας, έγραφε «Μόνον του Ευαγγελίου η διδαχή εμπορεί να σώση την αυτονομίαν του Γένους». [7]
Η γενική κατάπτωση στην οποία βρίσκονταν οι Έλληνες αναφορικά με την χριστιανική πίστη τους και το γεγονός ότι τα κηρύγματα των ιεροκηρύκων της εποχής αναφέρονταν μόνο σε ηθικά διδάγματα παραλείποντας την Ορθόδοξη δογματική διδασκαλία υποκίνησε κληρικούς και άλλους θρησκευόμενους της εποχής να εκδώσουν θρησκευτικά βιβλία με σκοπό την κατήχηση των πιστών περί του δόγματος, της λατρείας και του ήθους[8]. Σύμφωνα με τον μητροπολίτη Νεκτάριο Πενταπόλεως, «εντός της Ελληνικής Ορθοδοξίας η πρώτη σημαντική προσπάθεια εις τον τομέα αυτόν [δηλ. την κατήχηση του λαού] οφείλεται εις τον μεγάλον διδάσκαλον του Γένους Αδαμάντιον Κοραήν». Ο Κοραής καταπολέμησε την κοινή τότε άποψη ότι η κατήχηση των Χριστιανών είναι περιττή και αναζήτησε διαθέσιμα έργα Ορθόδοξης κατήχησης. Εντόπισε και θεώρησε ως καλύτερο τους είδους του την Ορθόδοξον διδασκαλίαν του μητροπολίτη Μόσχας Πλάτωνα, ο οποίος το είχε συντάξει το 1765 κατόπιν αιτήματος του Μεγάλου Δούκα και μετέπειτα Τσάρου της Ρωσίας Παύλου. Ο Κοραής μετέφρασε το έργο αυτό από τη γερμανική έκδοση στα ελληνικά και αφού το εμπλούτισε με αγιογραφικές παραπομπές και άλλες πρόσθετες σημειώσεις το παρέδωσε για χρήση στο λαό το 1772. Σύμφωνα με τον Νεκτάριο Πενταπόλεως, «αι πολλαί υποσημειώσεις, άπασαι του Αδ. Κοραή, αποκαλύπτουσαι την βαθείαν γνώσιν των θεμάτων του Χριστιανισμού υπό του μεγάλου αυτού διδασκάλου του Γένους». Η κατήχηση αυτή διαδόθηκε ευρύτατα μεταξύ των Ελλήνων Ορθοδόξων και όταν απέκτησε την ανεξαρτησία του το ελληνικό κράτος τυπώθηκε επανειλημμένα στην Αθήνα «με έγκρισιν της Ιεράς Συνόδου και του επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως Υπουργείου […] προς χρήσιν των απανταχού Γυμνασίων και Σχολείων». Η εμπλουτισμένη από τον Κοραή Κατήχηση αποδείχτηκε «ωφελιμοτάτη δια τους κατά πρώτον εξερχόμενους από της πλήρους αγνοίας Έλληνας». Στη συνέχεια ακολούθησαν πλήθος άλλων Κατηχήσεων για χρήση από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα τόσο εντός του Βασιλείου της Ελλάδας όσο και στις περιοχές της Οθωμανική αυτοκρατορίας.
Ένα άλλο όμως σύγγραμμα του Κοραή δεν είχε την ίδια τύχη. Το «Συνέκδημον Ιερατικόν», μιλούσε για την δεισιδαιμονία, την τιτλομανία και την ηθική κατάπτωση μέρους του κλήρου, γράφοντας χαρακτηριστικά: «O φίλαρχος ιερωμένος καταντά εις φονικόν τύραννον, ο φιλόπλουτος εις αισχροκερδή γόητα και ο φιλήδονος γίνεται ίππος θηλυμανής». Επίσης συνιστούσε τη μετάφραση της Αγίας Γραφής και την ανακαίνιση των εκκλησιών. Το 1839 το βιβλίο καταδικάστηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. [9]
Ο Κοραής ήταν θερμός υποστηριχτής της ανεξιθρησκίας.
Απόψεις για τη γλώσσα και την παιδεία
Στα «Προλεγόμενα» των εκδόσεων αρχαίων συγγραφέων κατέθετε τις προτάσεις του για την παιδεία, το περιεχόμενο των μαθημάτων, τα εγχειρίδια και τις μεθόδους της διδασκαλίας και κυρίως την γλώσσα, που ήταν το βασικό μέλημα των λογίων κατά την περίοδο του Διαφωτισμού. Βασικές του ιδέες ήταν η ανάγκη «μετακένωσης» της δυτικής παιδείας στην Ελλάδα και ο εκσυγχρονισμός της διδασκαλίας (μεταξύ άλλων υποστήριζε την αλληλοδιδακτική μέθοδο, την αποφυγή της χρήσης της αρχαίας γλώσσας στην διδασκαλία και την συγγραφή νέων εγχειριδίων γραμματικής καθώς και λεξικών, για τα οποία κατέθετε συγκεκριμένες προτάσεις). Για την εφαρμογή των ιδεών του συμμετείχε στην ομάδα των λογίων που ίδρυσαν το 1811 το περιοδικό Ερμής ο Λόγιος, στο οποίο αρθρογραφούσε συχνά.
Ως κύριο στόχο είχε την διαμόρφωση ενός γλωσσικού οργάνου κατάλληλου για την πνευματική ανάπτυξη. Ανάμεσα στις δύο αντίρροπες τάσεις της εποχής, την αποκλειστική χρήση της ομιλουμένης γλώσσας και την επαναφορά της αρχαίας, ο Κοραής κράτησε μία ενδιάμεση στάση: βάση του ήταν η ομιλουμένη γλώσσα, για την οποία πρότεινε τον «καθαρισμό» από ξένες και ιδιωματικές λέξεις και την γενικότερη «διόρθωση» από τους λογίους. Οι υποδείξεις του Κοραή οδήγησαν στην διαμόρφωση της γλωσσικής μορφής που ονομάστηκε καθαρεύουσα και γι’αυτές τις θέσεις δέχτηκε επικρίσεις τόσο από τους υποστηρικτές της αρχαΐζουσας όσο και από τους υποστηρικτές της ομιλουμένης γλώσσας.
Τελευταία χρόνια
Όταν ξέσπασε η επανάσταση, τήρησε αρνητική στάση καθώς πίστευε ότι δεν είχαν ωριμάσει οι συνθήκες για να επιτευχθεί αυτονομία. Προσπάθησε όμως να βοηθήσει με διάφορα μέσα: αλληλογραφούσε με φιλέλληνες πολιτικούς και έγραφε άρθρα σε ξένα έντυπα για να προβάλει την Επανάσταση. Μετά την απελευθέρωση εναντιώθηκε στην πολιτική του Καποδίστρια, τον οποίο βέβαια είχε συναντήσει στο παρελθόν, επειδή θεωρούσε αυταρχική την συγκέντρωση όλων των εξουσιών στο πρόσωπο του κυβερνήτη. Τις αντιπολιτευτικές του θέσεις διατύπωνε σε διαλογικά κείμενα που δημοσίευε με ψευδώνυμο. Για την στάση του αυτή έφθασε να θεωρείται και ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του. Ο Κοραής πέθανε τελικά στο Παρίσι σε ηλικία 84 χρονών.
Μετά τον θάνατό του, το 1833, εκδηλώθηκαν εναντίον του αντιδράσεις, με αρνητικές κριτικές για τις πολιτικές και γλωσσικές του ιδέες. Τα οστά του στάλθηκαν στην Ελλάδα το 1877 και ετάφη στην Ελληνική πρωτεύουσα.
Έχουν γράψει για τον Αδαμάντιο Κοραή
[…] Όπως και άλλοι στοχαστές του διαφωτισμού, [ο Κοραής] ταύτιζε την προκατάληψη και τη «δεισιδαιμονία» με την αμάθεια και, οπλισμένος με τη δια του συνδυασμού γνώσεων και φρόνησης σοφία του, κατέβαλλε προσπάθειες για την καταπολέμηση της πνευματικής ανεπάρκειας των συμπατριωτών του. Δεν είχε καμία αμφιβολία ότι εάν τους έφερνε σε στενότερη επαφή με τις ηθικές αρχές των ένδοξων προγόνων εφοδιάζοντάς τους με εκδόσεις των κλασικών, που ο ίδιος ετοίμαζε με πάθος και φιλολογική ακρίβεια, τη μία μετά την άλλη, θα μπορούσε να νικήσει τον πιο ύπουλο εχθρό, την αμάθεια. Επιμελήθηκε δεκαεπτά τόμους αρχαίων συγγραφέων χάρη στην οικονομική συμπαράσταση των Ζωσιμάδων, αδελφών που είχαν εμπορικές επιχειρήσεις με έδρα το Λιβόρνο. Υπέβαλλε κάθε έργο σε προσεκτική αντιβολή των χειρογράφων του και το παρουσίαζε στους συμπατριώτες του με προλεγόμενα, σε μορφή επιστολής, όπου έδραττε την ευκαιρία για να θίγει κάθε φορά και ένα άλλο επίκαιρο και σημαντικό θέμα για τα ήθη και την παιδεία.
Η δράση αυτού του σοφού ανθρώπου, που είχε γεννηθεί στη Σμύρνη, ξεκίνησε στο Άμστερνταμ, όπου τον είχε στείλει η οικογένειά του για να φροντίζει τις εμπορικές επιχειρήσεις της. Από το Άμστερνταμ μεταφέρθηκε στο Μονπελιέ για να σπουδάσει Ιατρική, και έπειτα στο Παρίσι για να μελετήσει κάποια χειρόγραφα του Ιπποκράτη που σκόπευε να δημοσιεύσει· στο Παρίσι έφτασε ακριβώς τη στιγμή που θα γινόταν «μάρτυς φοβερών πραγμάτων», των γεγονότων της γαλλικής Επανάστασης. Τα γράμματα που ο Κοραής απευθύνει στους μακρινούς του φίλους περιγράφοντας λεπτομερώς τα πιο συγκλονιστικά επεισόδια εκφράζουν έκπληξη και ταραχή· είναι γραμμένα με αφηγηματική διάθεση και κάποτε παίρνουν τη μορφή δοκιμίου. Mario Vitti, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 2003, 189-190.
[…] Δεν είχε κλείσει, καλά-καλά, ένας χρόνος από την άφιξή του στο Άμστερνταμ και ο Κοραής «εκαταχέρισε να ψηλώνεται» κι άρχισε να βάζει «δικαίς του τάξαις κατά φαντασίαν». Οι παραδοσιακές ισορροπίες ανατρέπονται η μια μετά την άλλη και στη θέση τους προβάλλουν θριαμβευτικά οι νέες αξίες της γήινης ευδαιμονίας, της ελευθερίας της σκέψης, της ανεξιθρησκείας και της ατομικής ελευθερίας. Αντί για τους κλειστούς ορίζοντες, μια ακόρεστη περιέργεια για όλα· αντί για τα καλά γραμματικά και τα θρησκευτικά βιβλία, η δίψα για την κάθε μάθηση και για τις νέες γνώσεις· αντί για τις νηστείες και την εγκράτεια, ο έρωτας, τα γλέντια, τα ξενύχτια· αντί για την ανωνυμία της συλλογικής ζωής, η αυτόνομη παρουσία ενός επιθετικού ατομικισμού· κι αντί για το μαγαζί του εξαρτημένου μεταπράτη, η απόπειρα μετασχηματισμού του σε εκσυγχρονισμένη καπιταλιστική επιχείρηση. Όλα αλλάζουν κι όλα μαζί […]. Τα ανοίγματα αυτά συνοδεύονται με αντίστοιχες απομακρύνσεις, που μερικές φορές φτάνουν στα όρια της ρήξης με τις παλιές μορφές ζωής και τους ανθρώπινους φορείς τους.
[…]Μέσα στο καινούριο περιβάλλον της μεγάλης πολιτείας όλα ερεθίζουν την περιέργεια του Διαμαντή Κοραή κι όλα λειτουργούν σαν πρόκληση για έναν άλλο, διαφορετικό, τρόπο ζωής. «Κάθε λογής πράγματα κουριόζα» προκαλούν το ενδιαφέρον του σε όλους τους τομείς: η όπερα, η μουσική, οι καθολικές και οι προτεστάντικες εκκλησίες, οι δυνατότητες της τυπογραφίας, τα εργαστήρια φυσικής ιστορίας, τα ολλανδικά κατηχητικά σχολεία, οι τρόποι διδασκαλίας… Όλα θέλει να τα δει από κοντά, να τα γνωρίσει. Οι περιορισμένοι ορίζοντες του σμυρνιού πραγματευτή διευρύνονται κι η φωτισμένη Ευρώπη τον μαγεύει και τον κερδίζει. […] Φίλιππος Ηλιού, «Από την παράδοση στο Διαφωτισμό: η μαρτυρία ενός παραγιού». Σταμάτης Πέτρου, Γράμματα από το Άμστερνταμ, επιμ. Φίλιππος Ηλιού, Ερμής, Αθήνα 1976, κθ΄-λα΄.
Στις θεωρίες του μέσα θα βρούμε, φυσικά, όλα τα προβλήματα, όσα είχε θέσει ο νεοελληνικός διαφωτισμός. […] Ο Κοραής […] ασχολείται πολύ και με όλες τις λεπτομέρειες ενός άρτιου εκπαιδευτικού προγράμματος […]. Φροντίζει να μετεκπαιδευθούν αντίστοιχα νέοι Έλληνες στην Ευρώπη, για να μεταβιβάσουν την πρόοδο στην ελληνική εκπαίδευση. Δεν χρειάζεται να επιδιώκουμε την πρωτοτυπία: η Δύση εργάσθηκε, έχει φθάσει σε θετικά αποτελέσματα με την έρευνά της, και μοναδικός σκοπός μας πρέπει να είναι, να μετακενώσουμε στην Ελλάδα τα φώτα της Ευρώπης: χρειάζονται μεταφράσεις, περιοδικά, σχολεία. Υποδείξεις για τα έργα που πρέπει να μεταφρασθούν, έργα πάντοτε προοδευτικά και διαφωτισμένα, βρίσκουμε πολλές στην αλληλογραφία και στα Προλεγόμενα του Κοραή. Το θέμα των περιοδικών τον απασχόλησε στα δημοσιεύματά του, και σε δική του υπόδειξη οφείλεται η έκδοση του περιοδικού Ερμής ο Λόγιος. Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, Εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000 (9η έκδ.), 262.
Μολονότι, στην αρχή, ο Κοραής είχε θεωρήσει πρόωρη την Ελληνική Επανάσταση, βαθμιαία ενεργοποιήθηκε πατριωτικά και ανέπτυξε μεγάλη φιλελληνική δράση στο Παρίσι, με μεταφράσεις και εκδόσεις «θουρίων», «σαλπισμάτων», «παραινέσεων» κτλ., με λόγους και με επιστολές σε σημαντικά πρόσωπα της διεθνούς πολιτικής. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του σκιάστηκαν από τη σφοδρή πολεμική του (με πολύ επιθετικά ανώνυμα φυλλάδια και σχόλια) κατά της αυταρχικής πολιτικής του Καποδίστρια. […] Γιώργος Κεχαγιόγλου, «Αδαμάντιος Κοραής». Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, τ. Β΄,2. 15ος αιώνας – 1830, Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 1999, 82.
[…] Έχουμε ως τον καιρό του Κοραή διαπιστώσει την ύπαρξη δύο γλωσσικών τάσεων, από τις οποίες καμμιά δεν έχει χαρακτήρα συντηρητικό: οι οπαδοί της λαϊκής γλώσσας ζητούσαν να φωτισθεί ο λαός, και για τούτο υποστήριζαν ότι έπρεπε οι λόγιοι να χρησιμοποιούν την γλώσσα του· οι οπαδοί του αρχαϊσμού πιστεύουν πως μέσα από την αρχαία γλώσσα θ’ αναστηθεί το δοξασμένο αρχαίο γένος. Υπάρχει δηλαδή κίνηση, και στις δυο περιπτώσεις, προς ένα σκοπό· ούτε συντήρηση, ούτε αντίδραση. Του Κοραή η θέση βρίσκεται πολύ πλησιέστερα στων οπαδών της λαϊκής γλώσσας, μα η κλασική του παιδεία δεν του επιτρέπει να φθάσει ως τις άκρες συνέπειες του διαμορφωμένου πια γλωσσικού κινήματος: η γλώσσα των λογίων πρέπει να είναι διορθωμένη και πλουτισμένη. Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, Εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000 (9η έκδ.), 264-265.
[…] Ήδη σε εποχή, όπου ο Κοραής θα μπορούσε να χαρακτηριστεί περισσότερο ως πεφωτισμένος Χριστιανός παρά ως διαφωτιστής, διατυπώνει πεποιθήσεις, από τις οποίες δεν θα απομακρυνθεί σ’ όλη του τη ζωή, όπως π.χ. ότι η αρετή είναι πράξη και όχι δόγμα, ή ότι ο ίδιος επιθυμεί να σταθεί σε ίση απόσταση «και από την σκύλλαν της απιστίας και από την χάρυβδιν της δεισιδαιμονίας». Είναι αξιοσημείωτο ότι στην ίδια εποχή ο Κοραής εκφράζεται επαινετικά για τον ηθικό χαρακτήρα και το συγγραφικό τάλαντο του Rousseau, πράγμα που καθαυτό δεν σημαίνει φυσικά την αποδοχή ρουσσωικών ιδεών στα καθέκαστα, ωστόσο μαρτυρεί αδιάψευστα την πρώιμη ευμενή προδιάθεση του Κοραή απέναντι στους κορυφαίους εκπροσώπους του Διαφωτισμού. Με αυτή την προδιάθεση φτάνει ο Κοραής, τον Μάιο του 1788, στο Παρίσι, και ακριβώς η συνειδητή προΰπαρξή της εξηγεί γιατί, όπως δείχνουν τα γράμματά του, εξαρχής εντυπωσιάζεται τόσο πολύ από την τοτινή ένταση των εκεί πολιτικοπνευματικών ζυμώσεων και νιώθει σαν να μπαίνει σ’ έναν καινούργιο κόσμο. […] Πέρα και πάνω από οποιαδήποτε βιβλιακή επίδραση, η γαλλική Επανάσταση —τόσο ως κοινωνικό όσο και ως ιδεολογικό γεγονός— είναι εκείνη που μεταβάλλει τον Κοραή από πεφωτισμένο Χριστιανό, με ευμενείς διαθέσεις απέναντι στον Διαφωτισμό, σε γνήσιο διαφωτιστή, για τον οποίο τώρα πια ο Χριστιανισμός μπορεί να δικαιωθεί μονάχα στη συμφωνία του με τον κυρίαρχο Λόγο. […]
Είναι εξαιρετικά ενδεικτικό, τώρα, ότι το πρώτο που σκέπτεται ο Κοραής, όταν αναφέρει το όνομα του Voltaire, είναι η αντίθεση του τελευταίου προς τους «καλογήρους» και προς ό,τι αυτοί εκπροσωπούν γενικά από ιδεολογική και κοινωνική άποψη. Πράγματι, η πρόοδος της συνειδητής προσχώρησης του Κοραή στον Διαφωτισμό κατά τη διάρκεια των πρώτων δύο ή τριών ετών της Επανάστασης μπορεί να παρακολουθηθεί με ακρίβεια, αν πάρουμε ως καθοδηγητήριο μίτο τις διαδοχικές αποφάνσεις του εναντίον των «καλογήρων». Ο Κοραής παρακολουθεί προσεκτικά τις συζητήσεις της Εθνοσυνέλευσης για τη διάθεση της εκκλησιαστικής περιουσίας, κι επειδή συνάμα γνωρίζει και τονίζει τη συνάφεια «καλογήρων» και «δεισιδαιμονίας», μπορούμε να συμπεράνουμε excontrario τι σημαίνει στα μάτια του ο Διαφωτισμός ως ιδεολογικός καταλύτης της Επανάστασης: είναι ο φορέας μιας απελευθέρωσης πνευματικής και συνάμα μιας μεταρρύθμισης κοινωνικής. Μ’ αυτόν τον παλλόμενο και ζωντανό τρόπο δένεται ο Κοραής με τον Διαφωτισμό. Τούτο επιβεβαιώνεται και από ένα ακόμα γεγονός, που φαίνεται θεμελιώδες για την πνευματική του εξέλιξη. Πρόκειται για τη σύνδεση του προβλήματος του Διαφωτισμού με το πρόβλημα της εθνικής αποκατάστασης των Ελλήνων — σύνδεση που, χαρακτηριστικότατα, μαρτυρείται στα γραπτά του Κοραή ήδη κάμποσα χρόνια πριν από το 1789. Ο Κοραής φοβάται ότι, όσο η Ελλάδα παραμένει ξένη προς τον Διαφωτισμό και δέσμια των «καλογήρων», οι φωτισμένοι Ευρωπαίοι δεν θα την υπολήπτονται και θα ακολουθούν φιλοτουρκική πολιτική, ενώ αντίθετα μια φωτισμένη Ελλάδα θα ενέπνεε και στους Ευρωπαίους στάση αντιτουρκική· μάλιστα ο Κοραής αντιμετωπίζει έντρομος το ενδεχόμενο, μήπως οι Τούρκοι, έχοντας εξαρχής το πλεονέκτημα να είναι απαλλαγμένοι από θεολόγους και καλογήρους, προλάβουν να υιοθετήσουν πρώτοι τον Διαφωτισμό, οπότε η ελληνική δουλεία θα διαιωνιστεί. […] Παναγιώτης Κονδύλης, Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Οι φιλοσοφικές ιδέες, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 2008 (3η έκδ.), 203-205.
Το κοραϊκό «κείμενο» που έχει επικρατήσει να ονομάζεται «Ο Παπατρέχας» είναι, ίσως, το πρώτο «επιφυλλιδογραφικό» ή «σπαστό» αφήγημα της νεοελληνικής γραμματείας, δημοσιευμένο στην αγαπητή, τότε, επιστολική φόρμα, σε τέσσερα μέρη («επιστολές») και μέσα σε εννιά χρόνια (1811-1820).
Δεν πρόκειται για προσπάθεια δημιουργίας δημοσιογραφικού σασπένς, ούτε για αποτέλεσμα συγγραφικής δυστοκίας […]. Απλούστατα, το «αφήγημα» ακολουθεί τον ευνόητα αργό φιλολογικό ρυθμό της δημοσίευσης των «Προλεγομένων» στην έκδοση των τεσσάρων πρώτων ραψωδιών της Ιλιάδος, που επιχείρησε τούτος ο σημαντικός νεοέλληνας κλασικός φιλόλογος (και ιατροφιλόσοφος). […]
[…] βέβαια, κι ο Παπατρέχας —παρόλο που ζυμώνεται εσκεμμένα από έναν μάστορα των ιδεών, για να υπηρετήσει το διαφωτιστικό πρόγραμμά του στην κοινοτική εκπαίδευση και ζωή— είναι ένας τύπος γεμάτος αβυσσαλέες αντιφάσεις: παραδοσιακός και νεοτερικός, αφελής και πανέξυπνος, αμαθής και φιλομαθής, αγνός και σοφιστευμένος, αφιλοκερδής και οικονομολόγος, αυτοσχέδιος και συστηματικός, κ.ο.κ. […].
Κατά τα άλλα, το έργο μοιράζεται ανάμεσα σε μια δοκιμιακή πραγματεία για την ανάγκη της (κλασικής, και όχι μόνο) παιδείας και τη γενικότερη κοινωνική και εθνική σημασία της και σ’ ένα γραμματειακό είδος που καλλιεργήθηκε έντονα στους προεπαναστατικούς συγγραφείς, δηλαδή τη (διαλογική, συνήθως) σάτιρα του κλήρου· το ότι από τη σάτιρα αυτή απαλλάσσεται, τελικά, με τρόπο καλοσυνάτο, η «φωτισμένη» μερίδα στην οποία θα προσχωρήσει ο Παπατρέχας, αφενός δείχνει πόσο έτοιμος ήταν πια ο Κοραής να βάζει μεγάλα και αισιόδοξα στοιχήματα, και αφετέρου εξηγεί την ομαλή υποδοχή του έργου από τις μεγάλες μάζες. Γιώργος Κεχαγιόγλου, «Αδαμάντιος Κοραής». Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, τ. Β΄,2. 15ος αιώνας – 1830, Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 1999, 83-84 & 86.
Και πρώτα το όνομα του ήρωα. Όταν ο Flaubert επληροφορήθηκε, γράφοντας την Education Sentimentale, κάπως καθυστερημένα, πως το όνομα που είχε δώσει στον ήρωά του υπήρχε στην πόλη όπου τον τοποθετούσε, αρνήθηκε να το αλλάξει. «Είναι αργά» είπε «να ξαναγυρίσει κανείς πίσω. Ένα κύριο όνομα είναι εξαιρετικά σημαντικό σε ένα μυθιστόρημα, είναι ζήτημα κεφαλαιώδες. Δεν μπορείς να αλλάξεις το όνομα του προσώπου, γιατί είναι σαν να του αλλάζεις το δέρμα. Είναι σαν να θέλεις να λευκάνεις ένα νέγρο». Το λογοτεχνικό αισθητήριο του Κοραή τον οδήγησε με ασφάλεια στην αναζήτηση ενός ονόματος για τον ήρωά του, που να δένει αναντικατάστατα με την προσωπικότητά του και από την άποψη αυτή η επιτυχία ήταν απόλυτη. Από την πρώτη, λοιπόν, στιγμή που κυκλοφόρησε το Α της Ιλιάδας, ο Παπατρέχας αρχίζει κι αυτός την σταδιοδρομία του· μια τέτοια σταδιοδρομία που όσο προχωρούσε ο χρόνος και προέβαινε, έστω και με τον γνωστό βραδύ ρυθμό, το κείμενο, ο Παπατρέχας που είχε πάρει ήδη σάρκα και οστά από την πρώτη εμφάνισή του, απωθούσε στο βάθος της εικόνας το ίδιο το θέμα που ήταν ο Όμηρος. Άλκης Αγγέλου, «Ο λογοτέχνης Κοραής». Αδαμάντιος Κοραής, Ο Παπατρέχας, επιμ. Άλκης Αγγέλου, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1999, 17.
Πηγές
Κ.Θ. Δημαράς, «Το σχήμα του Διαφωτισμού», Ελληνικός Διαφωτισμός, Ερμής, Αθήνα 19802, σ. 23-120.
Κ.Θ. Δημαράς, «Ο Κοραής και η εποχή του», Ελληνικός Διαφωτισμός, Ερμής, Αθήνα 19802, σ. 301-390.
Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις, Αγίου Νεκταρίου Μητροπολίτου Πενταπόλεως, Εκδ. τέταρτη, Πρώτη έκδοση 1899, Εκδ. Οίκος Βασ. Ρηγοπούλου.
Ο Ιδρυτής Της Ελληνικής Γλώσσας
Έργα
Βίος Αδαμαντίου Κοραή συγγραφείς παρά του ιδίου
Άτακτα, 5 τόμοι
Αδαμαντίου Κοραή Επιστολαί προς τον Σμύρνης Πρωτοψάλτην
Προλεγόμενα εις τας προς Τιμόθεον δύω και προς Τίτον μίαν επιστολάς του Αποστόλου Παύλου
Επιστολή ανέκδοτος Αθανασίου του Παρίου προς Κοραήν
Διάλογος δύο Γραικῶν (1805)
Ἄσμα πολεμιστήριον (1800)
Σάλπισμα πολεμιστήριον (1801)
Σημειώσεις
↑ Αδαμάντιος Κοραής: «Συμβουλή τριών Επισκόπων» (1820): “[…] φοβούμαι μη συκοφαντηθώ από Γραικούς ο Γραικός εγώ ως Άθεος, ή ως Ανατροπεύς των καθεστώτων […] Λέγω πρώτον εις απολογίαν μου, ότι είμαι τέκνον της Ανατολικής Εκκλησίας, εις αυτήν γεννημένος, με αυτήν ενωμένος, και το αυτό Σύμβολον της πίστεως ομολόγων […]”
↑ Κ. Δημαράς, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, σελ. 152
↑ Παράλληλοι Βίοι Πλουτάρχου, τ. Α2, σελίς 937
↑ Γεώργιος Μεταλληνός, Φωτομαχικά-Αντιφωτομαχικά, Κάτοπτρο-Ιστορητής, Αθήνα 2001, σελ. 40 & υποσημ. #72
↑ Βασίλειος Καραγεώργος, Ο Αδαμάντιος Κοραής και η Ευρώπη, Αθήνα 1984, σελ. 28
↑ Γεώργιος Μεταλληνός, Παράδοση και αλλοτρίωση, τομές στην πνευματική πορεία του νεώτερου ελληνισμού κατά τη Μεταβυζαντινή περίοδο, Δόμος, Αθήνα 1994, σελ. 176
↑ ‘Η ιστορία των Ελ. Ευαγγελικών Εκκλησιών’, Πανελλήνιος Ευαγγελικός Σύνδεσμος, Ανανίας Καβάκας
↑ Για παράδειγμα, η Μικρά Κατήχησις και η Ορθόδοξος Ομολογία του μητροπολίτη Κιέβου Πέτρου Μογίλα (1633-1647) μεταφράσθηκε μεταξύ άλλων και κυκλοφόρησε και στην ελληνική γλώσσα.
↑ ‘Η ιστορία των Ελ. Ευαγγελικών Εκκλησιών’, Πανελλήνιος Ευαγγελικός Σύνδεσμος, Ανανίας Καβάκας
Δικτυογραφία
http://www.hellenicaworld.com/
https://www.greek-language.gr/