tango2Όσοι αγαπούν το χορό είναι σχεδόν αδύνατο να μη γοητεύονται έστω και λίγο από την εικόνα ενός ζευγαριού που χορεύει αργεντίνικο τάνγκο, καθώς πρόκειται για το χορό του ερωτισμού, του αισθησιασμού, αλλά και της απλότητας.

Γεννήθηκε στις λαϊκές γειτονιές του Μπουένος Άιρες και του Μοντεβιδέο κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, ως αποτέλεσμα συγκερασμού αφρικανικών και ευρωπαϊκών στοιχείων που προέρχονταν απο την έντονη μεταναστευτικότητα εκείνης της περιόδου.

Παράλληλα με την πολιτιστική ανάμιξη, οι διάφορες πολιτικές αναταραχές που συνέβαιναν στην Αργεντινή, σταδιακά ζύμωσαν και εξέλιξαν το μουσικοχορευτικό είδος του τάνγκο, μέσα από το οποίο, οι χορευτές δεν εκτελούν μόνο βήματα, αλλά εκφράζουν τα έντονα βιώματά τους.

Το τάνγκο λοιπόν είναι ένα αυτοσχέδιο ‘περπάτημα’ μεταξύ καβαλιέρου- tanguero και ντάμας-tanguera υπό τη μουσική υπόκρουση οργάνων όπως το φλάουτο, το βιολί, η κιθάρα και το μπατονεόν. Οι παρτενέρ χορεύουν αντικριστά σε κλειστή στάση, με ανοιχτή ή κλειστή-στήθος με στήθος- αγκαλιά, όπως χαρακτηριστικά αποκαλείται το κράτημα μεταξύ τους. Τα πόδια τους έχουν την τάση προς τα μέσα για να διατηρούνται κλειστά και κατά το ‘βάδισμα’ να περνούν το ένα ξυστά από το άλλο, ώστε να μοιάζει πως γλιστρούν στο πάτωμα.

Για να επιτευχθεί ο σωστός βηματισμός χρειάζεται η ώθηση να προέρχεται από το κέντρο του σώματος του κάθε χορευτή, με σκοπό τα βήματα να έχουν δύναμη και σιγουριά και έτσι να σχηματίζονται κομψές φιγούρες, που θα καταλήγουν σε εντυπωσιακές πόζες.

Χορεύοντας τάνγκο, πέρα από βηματολόγιο και μουσικά ακούσματα που μαθαίνω, έχω αρχίσει να αντιλαμβάνομαι βαθύτερα βασικές ‘αρχές’, πάνω στις οποίες θα έλεγα στηρίζεται η φιλοσοφία του τάνγκο. Η πρώτη έχει να κάνει με την απλότητα, την απλότητα στη σκέψη, στη φαντασία, στο βήμα, στην έκφραση. Με τον καιρό αρχίζω να συνειδητοποιώ πως η καθημερινότητά μας, μας έχει οδηγήσει στο να συμπεριφερόμαστε πολύπλοκα και λιγότερο ξεκάθαρα. Αυτό πιθανόν να οφείλεται στο ότι δεν αντιλαμβανόμαστε ουσιαστικά όσα μας συμβαίνουν ώστε να μπορούμε να τα αποδώσουμε με απλό τρόπο.

Βασανίζουμε τον εαυτό μας και τους γύρω μας περιπλέκοντας τα «θέλω» με τα «πρέπει» και καταλήγοντας να κάνουμε βεβιασμένες κινήσεις. Για να χορέψει όμως κανείς τάνγκο χρειάζεται σιγά σιγά να αποβάλλει αυτή τη νοοτροπία (ομολογουμένως είναι δύσκολο!) και να δημιουργήσει κάτι απλό και ταυτόχρονα σπουδαίο, μία τάνγκο αυτοσχέδια, αισθαντική χορογραφία.

Για να χορέψει κανείς βέβαια τάνγκο χρειάζεται επιπλέον και την εμπιστοσύνη. Η γυναίκα πρέπει να εμπιστευτεί τον άντρα και ο άντρας τη γυναίκα, έστω για εκείνα τα λεπτά που διαρκεί το μουσικό κομμάτι. Χαρακτηριστικό του τάνγκο είναι πως το βήμα δίνεται από τον καβαλιέρο, όταν εκείνος νιώσει πως είναι η κατάλληλη στιγμή, σύμφωνα με το ρυθμό αλλά και την προσωπική του αίσθηση.

Με τη σειρά της η ντάμα, δέχεται την πρωτοβουλία του καβαλιέρου και τον ακολουθεί. Αν δεν συμβεί αυτό, τότε το ζευγάρι δεν θα καταφέρει να χορέψει τάνγκο. Εδώ, εμπλέκονται τόσο στοιχεία της φυσικής, όσο και συμπεριφορικά στοιχεία των παρτενέρ. Με αλλαγές βάρους οι χορευτές συντονίζονται και ελευθερώνουν τα πόδια τους, αλλά και τις αισθήσεις τους και ακολουθώντας το ρυθμό σχηματίζουν το βηματισμό τους. Ο καβαλιέρος διοχετεύει τη δύναμή του στη ντάμα και εκείνη την επιστρέφει με θηλυκότητα και δυναμισμό. Έτσι, το ζευγάρι αποκτά ισορροπία. Αν μέρος της ενέργειάς τους χαθεί, τότε χάνεται και μέρος του χορού.

Παρά λοιπόν που ο καβαλιέρος είναι αυτός ο οποίος κάνει την πρώτη κίνηση και παροτρύνει την ντάμα να ξεκινήσουν το χορό τους, η ντάμα δεν μένει αμέτοχη. Είναι εκείνη που τον συγκρατεί και κλείνοντας τα μάτια της, διαβάζει με το μυαλό και τις αισθήσεις της την επόμενη κίνησή του. Αν εκείνος νιώσει πως δεν είναι και οι δύο έτοιμοι, καλύτερα να μην προχωρήσει, αλλά να περιμένει την κατάλληλη στιγμή που τα σώματα θα στείλουν τα σημάδια τους και θα είναι σε θέση να συνθέσουν ένα ολοκληρωμένο χορευτικό αποτέλεσμα.

Η διαδραστική διαδικασία στην οποία εμπλέκονται οι χορευτές τάνγκο αναπτύσσει ένα συναίσθημα που δύσκολα περιγράφεται με λόγια. Και ίσως είναι καλύτερα τα περισσότερα λόγια για το τάγκο να μείνουν πίσω και να δοθεί χώρος για επαφή και φαντασία. Η αλληγορικότητά του με την καθημερινή ζωή μας ας γίνει η μαγεία που αναζητούμε για να αφεθούμε και να χορέψουμε με ψυχή και σώμα