Κοινοποιείστε το άρθρο
6 Αυγούστου 1945, ώρα 8:15 το πρωί, ο σμήναρχος Πολ Τίμπετς, πιλότος του στρατηγικού βομβαρδιστικού τύπου B29 με το όνομα Enola Gay (το όνομα της μητέρας του), ο οποίος είχε εκπαιδευτεί ειδικά γι’ αυτόν το σκοπό, απελευθερώνει πάνω από την πόλη Χιροσίμα τη βόμβα ουρανίου, με την κωδική ονομασία Little Boy («Αγοράκι»).
45 δευτερόλεπτα αργότερα, η βόμβα εξερράγη 600 μέτρα πάνω από τη Χιροσίμα. Μία φωτεινή λάμψη τύφλωσε το πλήρωμα του βομβαρδιστικού και κατόπιν σχηματίστηκε πάνω από το σημείο της έκρηξης ένα κόκκινο νεφέλωμα σε σχήμα μανιταριού. Λίγες ώρες νωρίτερα είχε δοθεί το «πράσινο φως» από την πολιτική ηγεσία, όταν ο Αμερικάνος Πρόεδρος Χάρι Τρούμαν είχε αποδεχτεί την πρόταση του στρατηγού Καρλ Σποτς, αρχηγού της αεροπορίας του Ειρηνικού, τη ρίψη ατομικής βόμβας πάνω από μία πυκνοκατοικημένη ιαπωνική πόλη. Με την πρόταση Σποτς συμφώνησε και ο στρατηγός Ντάγκλας Μακ Άρθουρ, που είχε το γενικό πρόσταγμα στις επιχειρήσεις του Ειρηνικού.
Η βόμβα τύπου ουρανίου -235 χρησιμοποιήθηκε για τον πρώτο στην ιστορία της ανθρωπότητας βομβαρδισμό με πυρηνικό όπλο, με ολέθρια αποτελέσματα. Το ωστικό κύμα της έκρηξης, σε συνδυασμό με τη θερμότητα που εκλύθηκε, κονιορτοποίησε τα πάντα σε μία περιοχή 11 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Ποτέ άλλοτε στην παγκόσμια ιστορία μία και μόνη βόμβα δεν προκάλεσε τόσους πολλούς θανάτους. Επί τόπου σκοτώθηκαν πάνω από 20.000 στρατιώτες και 78.000 άμαχοι, ενώ μέχρι το τέλος του 1945 ο συνολικός αριθμός των θυμάτων έφθασε τις 140.000. Οι αγνοούμενοι ξεπέρασαν τις 13.000 και οι βαριά τραυματίες τις 10.000. Για πολλούς από τους επιζήσαντες η ζωή θα είναι μαρτυρική τα επόμενα χρόνια και αρκετές χιλιάδες θα πεθάνουν από καρκίνους.
Μετά την παράδοση της Γερμανίας και τη συνθηκολόγηση άνευ όρων, η Ιαπωνία αποτελούσε για τους Συμμάχους το τελευταίο προπύργιο των δυνάμεων του Άξονα.
Από την Άνοιξη του 1945 οπότε πόλεμος στην Ευρώπη έχει τελειώσει, το μέτωπο είχε μεταφερθεί στην Άπω Ανατολή, όπου η μιλιταριστική Ιαπωνία αρνείτο να παραδοθεί, παρά τη συνεχιζόμενη προέλαση των Συμμάχων στον Ειρηνικό. Ο Αμερικάνος Πρόεδρος Τρούμαν ανήσυχος για τις μεγάλες αμερικανικές απώλειες και φοβούμενος έναν μακροχρόνιο πόλεμο, έδωσε την εντολή για τη ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα. Δεκαέξι ώρες αργότερα το ραδιόφωνο στις ΗΠΑ μετέδιδε την πρώτη επίσημη δήλωση του Χάρι Τρούμαν, ο οποίος πληροφορούσε το κοινό ότι οι ΗΠΑ έριξαν μια βόμβα νέου τύπου στην ιαπωνική πόλη της Χιροσίμα. Ο Τρούμαν προειδοποιούσε ότι αν η Ιαπωνία εξακολουθούσε να αρνείται την παράδοσή της άνευ όρων, όπως προέβλεπε η Δήλωση του Πότσδαμ της 26ης Ιουλίου, οι ΗΠΑ θα έπλητταν κι άλλους στόχους με συντριπτικά αποτελέσματα.
Από την άλλη πλευρά η Ιαπωνική Κυβέρνηση άργησε να καταλάβει τι ακριβώς είχε συμβεί, οι πληροφορίες για μια μεγάλη έκρηξη έφταναν σταδιακά, ώσπου απεστάλη με αεροσκάφος ένας αξιωματικός να επιθεωρήσει από αέρος τι είχε συμβεί. Κι ενώ βρισκόταν ακόμα 100 μίλια μακριά άρχισε να δίνει αναφορές για ένα τεράστιο σύννεφο που κάλυπτε την πόλη. Η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ιαπωνίας δεν συνειδητοποίησε πλήρως τη σημασία του γεγονότος και συνέχισε τις πολεμικές επιχειρήσεις. Στο διπλωματικό πεδίο, το Τόκιο ζήτησε τη μεσολάβηση της Μόσχας, αλλά στις 8 Αυγούστου, ο Στάλιν, ενήμερος για τις κινήσεις των Αμερικανών, της κήρυξε τον πόλεμο και ο «Κόκκινος Στρατός» προέλασε στη Μαντζουρία.
Οι Αμερικανοί ανυπόμονοι να τελειώσουν τον πόλεμο και βλέποντας την ακαμψία και την αδιαλλαξία της Ιαπωνίας, αποφασίζουν να πραγματοποιήσουν τις απειλές τους. Στις 9 Αυγούστου 1945 και ώρα 11:02 το πρωί, μια δεύτερη βόμβα, κατά 40% ισχυρότερη από αυτή της Χιροσίμα, μια βόμβα πλουτωνίου και το παρατσούκλι «Fat Man», πλήττουν την πόλη Ναγκασάκι. Άμεσα σκοτώθηκαν 40.000 άνθρωποι κ;αι σε αυτού προτέθηκαν άλλες 73.884 νεκροί, 74.909 τραυματίες και 120.820 ασθενείς προσβληθέντες από τη ραδιενέργεια, ενώ το βόρειο τμήμα της πόλεως ισοπεδώθηκε. Στις 15 Αυγούστου 1945 η Ιαπωνία ανακοίνωσε την παράδοσή της στις Συμμαχικές Δυνάμεις και στις 2 Σεπτεμβρίου υπέγραψε τη συνθηκολόγηση.
Η ρίψη των πυρηνικών βομβών σήμαναν και το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Αμερικανοί έγραψαν το τελευταίο επεισόδιο στην ιστορία του πολέμου και δήλωσαν με εμφατικό τρόπο ποιος θα είναι το αφεντικό στις παγκόσμιες υποθέσεις μετά τη λήξη του πολέμου.
Οι περισσότεροι μελετητές υποστηρίζουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής με τον βομβαρδισμό αυτό δεν επιδίωκαν τη συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας για να λήξει οριστικά ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, αλλά την επίδειξη αυτού του νέου και τρομακτικά ισχυρού όπλου με στόχο τον εκφοβισμό της Σοβιετικής Ένωσης και την επικράτηση των ΗΠΑ στη μεταπολεμική παγκόσμια πολιτική αρένα. Είναι αποδεκτό ότι η Ιαπωνία δεν μπορούσε πια να απειλήσει τις ΗΠΑ. Η Σοβιετική Ένωση είχε κηρύξει τον πόλεμο στην Ιαπωνία και η συνθηκολόγηση της ήταν θέμα μερικών εβδομάδων. Η επίσπευση της λήξης του πολέμου κατά μερικές εβδομάδες δεν μπορεί να αποτελέσει το βασικό επιχείρημα και να δικαιολογήσει την πράξη των Αμερικανών.
Ένα νέο κεφάλαιο ανοιγόταν στην ιστορία της ανθρωπότητας με την αμφιλεγόμενη αυτή ιστορικά αμερικανική ενέργεια, που επισφραγίζεται από τα λόγια του συγκυβερνήτη του Enola Gay Λιούις που έγραψε στο ημερολόγιό του: «Θεέ μου! Τι κάναμε;».