Εφηβεία και χρήση ουσιών: Ένας έφηβος μετράει τ’ άστρα

by Newsroom
0 comment
Κοινοποιείστε το άρθρο

Εφηβεία και χρήση ουσιών: Ένας έφηβος μετράει τ’ άστρα

Η νεοπραγματικότητα της πολυτοξικομανίας κάνει ακόμα πιο απαιτητική την πολύπλευρη, θεραπευτική παρέμβαση σε δομές με πολύχρονη εμπειρία και υψηλόβαθμη κατάρτιση
Σκέψεις για τη χρήση ναρκωτικών από εφήβους στην προ- και μετα-covid εποχή

«…Άδικα περίμεναν στου μπάρμπα-Ανέστη το σπίτι όλη τη μέρα να γυρίσει το παιδί. Η θεία Αρετή τάιζε τη φωτιά και κάθε λίγο έβγαινε απ’ το παράθυρο. “Τι να γίνηκε αυτό το βλοημένο;” έλεγε κάθε τόσο. Στο τέλος σαν εσήμανε μεσημέρι και το παιδί δεν εφάνηκε, έβαλε το φαΐ στο καμαράκι, το σκέπασε με μια πετσέτα και περίμενε. Σε λίγο σκοτείνιασε, ανάψανε στα μαγαζιά τα φώτα. Τίποτα το παιδί… Μένανε κι οι δυο τους κοντά στη φωτιά και κουβέντιαζαν ως τα μεσάνυχτα. Όλο γύρω απ’ το ίδιο ζήτημα. Κάνανε για μια στιγμή να ξεσκαλώσουνε, να το ρίξουνε αλλού. Μα ξανά πάλι το παιδί…», Μενέλαος Λουντέμης, ένα παιδί μετράει τ’ άστρα.

Η εξάρτηση, ένα φαινόμενο ανθρώπινο όσο λίγα, κι όχι μια παθολογία καθαυτή, κρατά την προέλευσή της στις απαρχές της ζωής. Ο άνθρωπος, θηλαστικό εξαρτημένο από τους γεννήτορες-φροντίζοντες περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο είδος, συχνά προεκτείνει την εξάρτησή του σε λογιών αντικείμενα. Το αλκοόλ, ο τζόγος, τα ναρκωτικά, το πρόσωπο-σύντροφος, το κάπνισμα, η «αδρεναλίνη» του extreme στις οριακές εμπειρίες αθλητικού προφίλ, ο κατάλογος μακρύς.

Ένας νηφάλιος παρατηρητής το πρώτο που διακρίνει στο θέαμα του «φτιαγμένου» από ναρκωτικά είναι η ασίγαστη κινητικότητα ως την κατάρρευση, η παλλόμενη ζωτικότητα μέχρι λιποθυμίας. Όταν η ζωτικότητα ανακόπτεται, η κινητήριος προς τη ζωή δύναμη λιμνάζει, το ναρκωτικό- από μηχανής θεός αναλαμβάνει τις ενορμητικές κατανομές. Υπάρχει άλλωστε πάντα μια ενεργή βουλητική πλευρά της μέθης, ο πότης αναζητά τη συντροφιά ή και την οχλοβοή, ξορκίζοντας έτσι τη θανατηφόρα μοναξιά. Η ορατή εκτυφλωτική πλευρά καλύπτει την κρυμμένη σκοτεινή που εν τέλει αναδύεται σκεπάζοντας τον ψυχισμό, υποσκάπτοντας τις ζωτικές δυνάμεις, εγκαθιστώντας τον λήθαργο, τη θανατερή ακινησία, την ψυχική αποξήρανση.

H λέξη drugs κρατά πιθανά την προέλευσή της από το ολλανδικό drog (ξηρός). Ντρόγκες ήταν οι διάφορες ουσίες που έφταναν στο εμπόριο από εξωτικές χώρες και πωλούνταν σε καταστήματα με διαφόρων ειδών βότανα, τις ντρογκερίες. Τις ουσίες αυτές χρησιμοποιούσαν οι γιατροί, οι αρωματοποιοί και οι έμποροι μπαχαρικών. Στο Όνειρο Θερινής Νυκτός ο Σαίξπηρ γράφει για τον «κοινό ύπνο», διαφορετικό από τον εκμαυλισμό της μαγείας, που γεννά όνειρα. Στο ναρκωμένο ψυχοσώμα, οι ξηροί από όνειρα ψυχικοί τόποι εκμαυλίζονται, αναισθητοποιούνται αισθητοποιούμενοι, αποκαταθλίβονται καταθλιβόμενοι. Τόποι ενός εαυτού που κινδυνεύοντας να βουλιάξει στην ανυπαρξία του ακατασκεύαστου, στην καλύτερη περίπτωση στην αμφιβολία της ύπαρξης, εκεί, στην αρχή της νεότητας, αισθητοποιείται με εξωτερικούς αρωγούς τις ουσίες, «την ακούει». Στην αρχή της νεότητας, όπου το ένηβο σώμα δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα για το πρώην παιδί, και η εξωτερική πραγματικότητα θέτει ορίζουσες απαιτητικές που ωθούν τον νέο στο πάτημα ενός ξέφρενου φρένου που αναστέλλει τις διαδικασίες ωρίμασης, περιέργως μέσα από μια κατ’ επίφαση ταχύτατη ροή: εκεί έξω μόνος, με τους όμοιους, να μένει έξω ως αργά, να χάνεται, να νιώθει ελεύθερος, αλλά ουσιαστικά όλο και πιο εγκλωβισμένος. Σε αυτή την εναρκτήρια περίοδο της νεότητας, που απαιτεί τη δόμηση μιας στέρεης ταυτότητας, εκεί γίνεται ορισμένες φορές απαραίτητη η επενέργεια του τοξικού που δομεί αποδομώντας, «φτιάχνει» καταστρέφοντας, εγκαθιστώντας μια ψευδή ταυτότητα που αργά ή γρήγορα, κατά κανόνα, καταρρέει.

Η σκηνή της εφηβείας είναι μια σκηνή με εκτυφλωτικό φως όπου καλείται το πρώην παιδί να παίξει ένα ρόλο πρωτόγνωρο που όμως τον γνώριζε, αλλά με ασφάλεια θωρούσε να παίζεται από άλλους, τους μεγάλους, στα παρασκήνια της περιόδου που προηγείται. Ο ρόλος αυτός είναι φονικός και αφορά μια διπλή συμβολική θανάτωση: του παιδιού που ήταν, είναι, και θα είναι (κυρίως στις παθολογικές καθηλώσεις), και του γονιού του οποίου σκοπεύει να καταλάβει τη θέση. Ο αμφίθυμος Άμλετ του Σαίξπηρ, λόγω της δικής του επιθυμίας να σκοτώσει τον πατέρα του, δεν μπορεί να αναλάβει την ευθύνη να δολοφονήσει το δολοφόνο του πατέρα του, Κλαύδιο. Το πέρασμα του έφηβου μέσα από το στενό γεφύρωμα των γονεϊκών εκπροσώπων μέσα του, είναι ένα έργο δαπανηρό σε ψυχικές δυνάμεις, αενάως ατελές, με τελικό διακύβευμα την πολύπλευρα νοούμενη ουτοπία της αυτονομίας.

Η σφοδρή δύναμη των ενορμήσεων ανακύπτει σχεδόν κατακλυσμιαία στην εφηβεία. Το καλό σενάριο είναι μια πολύ μεγάλη επιθετικότητα να κάνει την εμφάνισή της, μια επιθετικότητα που σκοπό έχει μάλλον να δοκιμάσει την ωριμότητα και την αντοχή του άλλου παρά να καταστρέψει. Στις περισσότερες περιπτώσεις δε, να αντιστρέψει αμυντικά την ατελεύτητη επιθυμία φωλιάσματος υπό τη θέρμη των γονεϊκών φτερουγών. Οι καταθλιπτικές κινήσεις στην εφηβεία είναι συχνά έντονες, η ναρκισσιστική ανασφάλεια παρούσα, και το αντικείμενο που κινδυνεύει να χαθεί αναδημιουργείται στο πρόσωπο των κολλητών, της παρέας, της ομάδας, στην παραβατική εκδοχή στη συμμορία. Η σεξουαλική πράξη πλησιάζει, η πρόσβαση σε ένα έμφυλο σώμα αναπόφευκτη, η ψευδαισθητική ικανοποίηση και ο αυτοερωτισμός κυριαρχούν, και η απάντηση στα άγχη της περιόδου αυτής μπορεί να είναι η αληθινή κατάρρευση του εφήβου.

Έρχεται όμως ποτέ η εξαρτητική προβληματική ως κεραυνός εν αιθρία; Η εις βάθος κλινική εργασία με εξαρτημένους και τις οικογένειές τους, αποκαλύπτει μια χρόνια ψυχική προβληματική, που τοποθετείται αντιδιαμετρικά σε έναν άξονα στη μια άκρη του οποίου βρίσκεται η τραυματική έλλειψη των προσώπων φροντίδας και στην άλλη η τραυματική παρουσία τους. Στους έφηβους και τις έφηβες που συναντούμε στο κλινικό πεδίο του τμήματος Εφήβων και Νέων του 18 Άνω, παρατηρούμε ότι σε μια προηγούμενη φάση της ζωής τους κυριάρχησε είτε ο ετεροκαθορισμός είτε η ψευδής αυτονομία, η αποτυχία είτε ο θρίαμβος της μοναξιάς, ή με τα λόγια του Winnicott, η απουσία της δυνατότητας να είναι κανείς μόνος παρουσία του άλλου. Κυρίως στα νεαρά αγόρια που φλερτάρουν με την εξάρτηση, παρατηρούμε κατά κανόνα, μια παθολογική εκδοχή των κολλητικών ταυτίσεων στην ένταξη στην ομάδα είτε στη «συμμορία», που δημιουργεί ένα γαϊτανάκι γύρω από το εξαρτητικό αντικείμενο. Ο Άλλος ως σημείο τομής στην έξοδο προς το θεσμοποιημένο κοινωνικό, καταργείται στην ένταξη στη «συμμορία», όπου ο έφηβος κατασκευάζει μια αντι-ταυτότητα που ψευδαισθητικά τον διαφοροποιεί, αλλά τελικά δεν συναντά εκεί τίποτε άλλο, παρά τον αναδιπλασιασμένο του εαυτό.

Το εξαρτητικό αντικείμενο μπορεί να είναι από τη μία το ψηφιακό rpg (στο online gaming) όπου συνήθως ο έφηβος φαίνεται να μην κατασκευάζει απλά ένα ρόλο, αλλά μάλλον να εγκαθιδρύει μαζί με τους ίδιους-άλλους τη δολοφονική εκδοχή του εαυτού (Fortnite), κλεισμένος σε ασφαλές περίβλημα [«δε θα (με) σκοτώνεις, παίξε κάτι άλλο», λέει ο γονιός], είτε αυτή είναι η τοξική ουσία που γίνεται το σκήπτρο της παντοδυναμίας, που επιτρέπει την ως δια μαγείας μεταφορά σε έναν ασυγκρουσιακό υποτιθέμενο χώρο ευδαιμονίας, αλλά ουσιαστικά άρνησης της δυσφορίας.

Το τοξικό αντικείμενο είναι σωματική και όχι ψυχολογική απόπειρα λύσης εσωτερικών συγκρούσεων. Το σώμα έτσι κι αλλιώς στην εφηβεία βρίσκεται στο κέντρο των διαδικασιών ιδιοποίησης του εαυτού και ανακατασκευής του κυρίως με αναπαλαιωμένα υλικά. Το τοξικό είναι μια «λύση» αυτοερωτική, με δόσεις ρομαντικοποίησης. Ο έφηβος τοποθετεί σταδιακά στο κέντρο της ζωής του αυτό το κυριολεκτικό αντικείμενο, δημιουργώντας ένα χάσμα στη σχέση με το σώμα, το δικό του, και του άλλου. Το εφηβικό σώμα συναντά το πεπρωμένο της αισθησιακής ικανοποίησης με σκοπό τη γεφύρωση με το σώμα του Άλλου. Η κλινική πράξη δείχνει ότι τα άγχη που προκαλούν οι ελλείψεις αλλά και οι εξαρτητικές ταυτίσεις με τα γονεϊκά αντικείμενα, σχηματικά συνοψίζονται στις δυσκολίες ορισμένων εφήβων στο ζήτημα της «σχέσης-με»: τον εαυτό, το σώμα, τον Άλλο. Ο έφηβος φαίνεται να σβήνει τις φωτιές της κόλασης του Άλλου με την ουσία παλινδρομώντας στο «Ένα», που δεν έχει «Άλλο». Η φράση «σχέση με την ουσία» χρησιμοποιείται συνήθως καταχρηστικά. Η σχέση προϋποθέτει την ετερότητα, τον «Άλλον». Ο τοξικομανής ή ο αλκοολικός εγκλωβίζεται σε μια συμπεριφορά άσβεστης επανάληψης αυτού του ίδιου «Ενός». Tο τσιγάρο, το ποτήρι, η μυτιά, δεν έχουν προσθετική σχέση. Δεν υπάρχει το «ήπια 3-4 ποτήρια, φτάνει…» που έχει όποιος σχετίζεται ΜΕ την ουσία. Είναι το ίδιο ποτήρι, το ίδιο τσιγάρο, κάθε φορά, ξανά και ξανά που αποπειράται να φτιάξει έστω κι έτσι κάτι στα χαλάσματα του ψυχισμού. «Φτιάχτηκα» λέει ο τοξικομανής που με το φιξάκι (fix = φτιάχνω) υπάρχει έστω ψευδαισθητικά.

Η δυσκολία ιδιοποίησης του σεξουαλικού σώματος οδηγεί στη χρήση του ως πεδίο εκφόρτισης των ψυχικών εντάσεων, μέσα από την κακοποίησή του: κοψίματα, ενέσεις, καψίματα, τατουάζ, τραύματα από άλματα στο κενό, σημάδια στα χέρια από γροθιές, ανορεκτικό ή υπέρβαρο σώμα, αποπροσωποποίηση όπου η αίσθηση διχασμού μεταξύ σώματος και πνεύματος βιώνεται σαν έξωση του εαυτού από το ίδιο του το σώμα. Ο έφηβος αναζητά στο τοξικό ένα τεχνητό «κάτι» που σβήνει τις τραυματικές παραστάσεις του παρελθόντος και φιμώνει την ενόχληση από τους θορύβους των ψυχικών διεγέρσεων που εμφανίζονται ως συντριπτικό άγχος και ωθούν τον νέο στην αναζήτηση τρόπων ελέγχου του σώματος.

Η τοξικοεξάρτηση είναι μια παθολογία της συμπεριφοράς και δεν κατατάσσεται ως δομή προσωπικότητας. Αναγνωρίζοντας τον κίνδυνο που επιφέρει η γενίκευση, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι προσωπικότητες που συχνότερα συναντούμε κινούνται στο φάσμα του τραυματικού, φορείς ενός περίκλειστου θανατερού ναρκισσισμού. Χρήστης και τοξικό γίνονται μία φαντασιωτική μονάδα μέσα σ’ ένα φαρμακο-τοξικό βίωμα όπου υπάρχει η ψευδαίσθηση ότι τίποτα δεν έχει χαθεί από την παιδική παντοδυναμία που παρέχει όλα τα δικαιώματα, χωρίς να απαιτεί τη δέσμευση σε μία ανθρώπινη σχέση και σε οποιαδήποτε υποχρέωση. Εξουδετερώνεται έτσι κάθε πιθανότητα ύπαρξης μιας σκέψης που να αμφισβητεί την παντοδυναμία και μένει έτσι με την ψευδή ιδέα ότι όλα τα ελέγχει μέχρι να έρθει τελικά η κατάρρευση ίσως μαζί με το θεραπευτικό διάβημα.

Αλλάζοντας πλάνο, με αφορμή τη σημερινή παγκόσμια ημέρα ενάντια στην εξάρτηση από τοξικές ουσίες λίγες σκέψεις για την κατάσταση των ναρκωτικών στην μετα-covid εποχή. Η ουσία έναρξης της χρήσης όπως και στο παρελθόν, είναι σε πολύ μεγάλο ποσοστό η κάνναβη («χασίς», «μαριχουάνα», «μαύρο», «φούντα», «skunk»). Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η ετήσια ευρωπαϊκή έκθεση για την κατάσταση των ναρκωτικών του οργανισμού EMCDDA για τo 2020, χρονιά της πανδημίας του Covid-19, αναδεικνύει ως κυρίαρχα ζητήματα την αύξηση της χρήσης και εμπορίας κοκαΐνης, τη δυναμική αύξησης της χρήσης ηρωίνης και συνθετικών οπιοειδών και τους κινδύνους στη δημόσια υγεία από τη χρήση υψηλής δραστικότητας κάνναβης αλλά και νέων ουσιών της τάξης των μεθαμφεταμινών, τύπου MDMA, στοιχεία που επιβεβαιώνονται τόσο από την εμπειρία και τα στοιχεία της μονάδας απεξάρτησης 18 Άνω συνολικά, όσο και πιο συγκεκριμένα από τη δομή που συναντά τους ανθρώπους που ξεκινούν τη χρήση, τη Μονάδα Εφήβων και Νέων του 18 Άνω.

Η χρήση χασίς ανέκαθεν επενδυόταν με επιχειρήματα αθωωτικά για την ουσία, σχετικά με το ανώδυνο της χρήσης της, κυριότερο των οποίων αποτελεί το λογικό παράδοξο «ό,τι είναι φυσικό είναι καλό». Η αλήθεια είναι ότι η ουσία αυτή δεν είναι αυτή που ήταν κάποτε και ενώ στις παλαιότερές της εκδοχές η περιεκτικότητα στο τοξικό THC (τετραϋδροκανναβινόλη) κυμαινόταν από 1 έως 7-8%, σήμερα στις υψηλής δραστικότητας ποικιλίες κάνναβης μπορεί να φτάσει το 30%. Είναι εύκολο να κατανοήσει κανείς ότι η κατάχρηση της ουσίας που συναντούμε στις νεαρές ηλικίες μπορεί να έχει εξαιρετικά επιβλαβείς συνέπειες στο εργοτάξιο του εφηβικού εγκεφάλου. Μεγάλος αριθμός ερευνών δείχνουν ότι η χρόνια χρήση στις νεαρές ηλικίες συγκροτεί μια τοξική υπερφόρτωση που αφήνει τον ψυχισμό έκθετο σε αποδιοργανώσεις ψυχωτικού χαρακτήρα, σε ορισμένες περιπτώσεις μη πλήρους ίασης. Ανεξάρτητα από την νευροφυσιολογική «τεχνική» φαντασμαγορία των εγκεφαλικών λειτουργιών που «σχίζονται»-αναστέλλονται-αποκλείονται, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι λόγω της «δημιουργικότητας» την οποία συχνά επιβάλλει στις διεργασίες της σκέψης το χασίς, επιστρέφει το παρανοειδές εγγενές στοιχείο της πρώιμης λειτουργίας της σκέψης. Tο χασίς, σβήνει μεν τις διεγέρσεις και αναδιανέμει ψευδαισθητικα την ψυχική οικονομία, υποθάλπει ωστόσο ένα πλεόνασμα παθητικότητας, που απομακρύνει τον έφηβο από τις ψυχικές διεργασίες που οδηγούν στην αυτονομία ως ένα από τα βασικά διακυβεύματα της ενηλικίωσης.

Τα στοιχεία από τη Μονάδα Εφήβων-Νέων του 18 Άνω αναδεικνύουν τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερο το χασίς ως κύρια ουσία χρήσης και εξάρτησης που συναντούμε στις ηλικίες μέχρι 22 ετών (σχεδόν το 80% των θεραπευομένων δηλώνει ως βασική ουσία χρήσης την κάνναβη), με συνέπειες έκδηλες, λόγω της κατάχρησης και παράπλευρες, λόγω κυρίως της εμπλοκής με τον νόμο. Καθώς το νομικό καθεστώς της κάνναβης αλλάζει ραγδαία σε πολλές χώρες και καθώς εξετάζονται οι ιατρικές ιδιότητες μερικών παραγώγων της, έχει ζωτική σημασία να εξεταστούν περαιτέρω οι δυνητικές αρνητικές επιπτώσεις που σχετίζονται με την καθημερινή χρήση κάνναβης, ιδίως των πιο δραστικών ποικιλιών της. Είναι σημαντικό εδώ να αναφερθεί ότι η πρόσφατη αλλαγή της νομοθεσίας για τη διάθεση του παραγώγου CBD, και μάλιστα σε μορφή χόρτου, θολώνει το τοπίο σε σχέση με τη χρήση στην εφηβεία, καθώς είναι εύκολη η δικαιολόγηση της χρήσης μιας «νόμιμης ουσίας» που επιπλέον, ανιχνευόμενη χημικά κατατάσσεται στη γενική κατηγορία «κάνναβη».

Το σοβαρό και εκτεταμένο ζήτημα της εξάρτησης στην Ελλάδα αντιμετωπίζεται εδώ και πολλά χρόνια με υψηλής ποιότητας υπηρεσίες, πρότυπες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στα λεγόμενα στεγνά προγράμματα (με βασικά και εμβληματικά το 18 ΑΝΩ και το ΚΕ.Θ.Ε.Α.) που ωστόσο συχνά κρίνονται μέσα από το πρίσμα ενός στεγνού cost efficacy με πρόσφατο παράδειγμα τις κυβερνητικές παρεμβάσεις στο αυτοδιοίκητο του ΚΕ.Θ.Ε.Α. που ναρκοθετούν τις παρεμβάσεις χωρίς υποκατάστατα, οι οποίες απαιτούν μια πολυσύνθετη και ουσιαστική ψυχοθεραπευτική προσέγγιση με στόχο την εις βάθος αλλαγή του εξαρτημένου, και αυτό δρομολογείται προς όφελος κυρίως των πολιτικών μείωσης της βλάβης (προγράμματα υποκατάστασης). Ωστόσο η νεοπραγματικότητα της πολυτοξικομανίας, που βγάζει από το κάδρο τον άλλοτε κύριο πρωταγωνιστή, την ηρωίνη, και τοποθετεί σε περίοπτη θέση την κάνναβη σε συνδυασμό με την κοκαΐνη και το MDMA, μαζί με τις όχι σπάνιες ψυχιατρικές συνεκδηλώσεις, κάνουν ακόμα πιο απαιτητική την πολύπλευρη, θεραπευτική παρέμβαση σε δομές με πολύχρονη εμπειρία και υψηλόβαθμη κατάρτιση. Η πρόληψη και θεραπεία των εξαρτήσεων αλλά και η ουσιαστική ενίσχυση των δομών ψυχικής υγείας αποτελούν ενδείξεις μιας υγιούς θεσμικής λειτουργίας, μόνο που τα πράγματα σε αυτόν τον τόσο ευαίσθητο τομέα της ανθρώπινης υγείας, αν δεν χειροτερεύουν ολοένα, μένουν δυστυχώς απελπιστικά στάσιμα, έχοντας στο νου τη ραγδαία έξαρση τόσο της χρήσης τοξικών ουσιών όσο και των ψυχοπαθολογικών συμπτωμάτων, που φαίνεται να αποτελούν ενδείξεις μιας εξαντλημένης και παρηκμασμένης κοινωνίας που απαιτεί σοβαρά και συγκεκριμένα θεραπευτικά σχέδια και όχι μικροπολιτικά ή επιστημονικοφανή ευχέλαια.

Κείμενο του Στέλιου Μακρή, Πηγή: https://www.athensvoice.gr/

Κοινοποιείστε το άρθρο

You may also like