Κοινοποιείστε το άρθρο
Πώς αναγνωρίζουμε τη διαφορά μεταξύ της Διπολικής Διαταραχής και της Οριακής Διαταραχής Προσωπικότητας
Παρορμητικότητα, μεταπτώσεις διάθεσης, ευερεθιστότητα, περίοδοι καλής και πεσμένης διάθεσης, επαναλαμβανόμενα μοτίβα προβληματικών σχέσεων – όλα αυτά τα συμπτώματα συχνά υποδεικνύουν την ύπαρξη της διπολικής διαταραχής, αλλά μπορούν εξίσου εύκολα να εμφανιστούν και σε ανθρώπους με οριακή διαταραχή προσωπικότητας.
Καμία από τις δύο ασθένειες δεν είναι ασυνήθιστη. Περίπου 2,6% των ενηλίκων στις Ηνωμένες Πολιτείες ζουν με διπολική διαταραχή. Οι εκτιμήσεις για την οριακή διαταραχή προσωπικότητας ποικίλλουν, αλλά πιστεύεται ότι κάπου μεταξύ 1,6% και 5,9% των ενηλίκων στις Η.Π.Α. ζουν με αυτή την ασθένεια. Πολλοί άνθρωποι έχουν διαγνωσθεί και με τις δύο ασθένειες.
Η ομοιότητα των χαρακτηριστικών που αποτελούν γνώρισμα της κάθε πάθησης και η πιθανότητα να συνυπάρχουν οδήγησε κάποιους επαγγελματίες να αναρωτηθούν αν η οριακή διαταραχή προσωπικότητας είναι υπο-τύπος ή παραλλαγή της διπολικής διαταραχής. Η επικρατούσα άποψη των ειδικών ψυχικής υγείας, παρόλα αυτά, είναι ότι ενώ αυτές οι παθήσεις συχνά παρουσιάζουν παρόμοια χαρακτηριστικά, είναι δύο ξεχωριστές ψυχικές ασθένειες που συνήθως μπορούμε να τις ξεχωρίσουμε από κάποια βασικά σημεία που παρουσιάζουν.
Διπολική διαταραχή έναντι οριακής διαταραχής προσωπικότητας
Η διπολική διαταραχή είναι μία διαταραχή διάθεσης που χαρακτηρίζεται κυρίως από εναλλαγές μεταξύ (μανιακών) φάσεων υψηλής ενέργειας και (καταθλιπτικών) φάσεων χαμηλής ενέργειας. Οι εναλλαγές διάθεσης που σχετίζονται με τη διπολική διαταραχή μπορεί να κυμαίνονται από ήπιες σε ακραίες και συνήθως συνοδεύονται από αλλαγές ως προς την ενέργεια και τη δραστηριότητα του ατόμου.
Δεν βιώνουν όλοι οι άνθρωποι που έχουν διπολική διαταραχή ένα κλασικό μανιακό επεισόδιο. Αυτά τα επεισόδια γενικά διαρκούν αρκετές ημέρες και συχνά περιλαμβάνουν αυξημένη δραστηριότητα και παραγωγικότητα στην εργασία ή δημιουργικές επιδιώξεις. Το αίσθημα έντονης ενεργητικότητας ή φόρτισης, με ελάχιστη ή καθόλου ανάγκη για ύπνο, είναι συνηθισμένο.
Οι άνθρωποι που ζουν με διπολική διαταραχή τύπου ΙΙ βιώνουν ηπιότερες μανιακές περιόδους γνωστές ως υπομανία. Η κυκλοθυμία, ένας υπο-τύπος της διπολικής διαταραχής περιλαμβάνει υπομανιακές και καταθλιπτικές περιόδους που δεν εμφανίζουν τα τυπικά κριτήρια της διπολικής διαταραχής. Ωστόσο, η μανία είναι ένα σύμπτωμα που συνδέεται άμεσα με τη διπολική διαταραχή, οπότε ακόμη και ένα μανιακό επεισόδιο υποδεικνύει την ύπαρξή της στις περισσότερες περιπτώσεις.
Σε περιόδους μανίας οι ασθενείς με διπολική διαταραχή μπορεί να είναι περισσότερο επιρρεπείς στην οριακή διαταραχή προσωπικότητας, καθώς τα μανιακά επεισόδια συχνά περιλαμβάνουν την αναζήτηση της έξαψης, παρορμητικότητα ή επιθετική συμπεριφορά. Οι παρορμητικές ενέργειες μπορεί να περιλαμβάνουν το επικίνδυνο σεξ, τη σπατάλη, ή την κατάχρηση ουσιών, μαζί με άλλες συμπεριφορές που δεν είναι τυπικές του ατόμου.
Η διπολική διαταραχή που παρουσιάζει ραγδαία επανάληψη μπορεί να θυμίζει ιδιαίτερα την οριακή διαταραχή προσωπικότητας, καθώς οι διακυμάνσεις της διάθεσης συμβαίνουν πιο συχνά σε σχέση με την τυπική διπολική διαταραχή.
Τα συχνά μανιακά επεισόδια μπορεί επίσης να συμβάλλουν σε δυσκολίες στη σχέση, καθώς ο τρόπος που συμπεριφέρεται ένα άτομο κατά τη διάρκεια ενός μανιακού επεισοδίου μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στους ανθρώπους που είναι κοντά του. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια ενός μανιακού επεισοδίου, ένα άτομο σε μονογαμική σχέση μπορεί να απατήσει τον/την σύντροφό του ή να αποφασίσει να ανακαινίσει όλη την επίπλωση του σπιτιού και να φουσκώσει πολλές πιστωτικές κάρτες για να αγοράσει νέα διακόσμηση.
Ένα άτομο που κάνει χρήση ναρκωτικών κατά τη διάρκεια ενός μανιακού επεισοδίου μπορεί να αντιμετωπίσει νομικές συνέπειες, ειδικά αν οι πράξεις του όταν είναι υπό την επήρεια ναρκωτικών κάνουν κακό σε άλλους.
Αλλά με την οριακή διαταραχή προσωπικότητας, ιδιαίτερα με την οριακή που δεν αντιμετωπίζεται θεραπευτικά, οι συναισθηματικές εναλλαγές τείνουν να είναι ξαφνικές και συμβαίνουν συχνά. Λόγω ότι πρόκειται για μία διαταραχή προσωπικότητας, τα χαρακτηριστικά της δεν σχετίζονται απλά με αλλαγές διάθεσης, είναι επίμονα μοτίβα συμπεριφοράς. Ακραία, του τύπου όλα ή τίποτα μοτίβα σκέψης χαρακτηρίζουν επίσης τη συγκεκριμένη ασθένεια.
Για παράδειγμα, ένα άτομο με οριακή διαταραχή προσωπικότητας που δέχεται μία ήπια κριτική στη δουλειά του μπορεί να ταραχτεί και να στεναχωρηθεί πολύ. Μπορεί να αισθανθεί ότι απέτυχε και να φοβηθεί ότι θα χάσει τη δουλειά του.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της οριακής διαταραχής είναι η δυσκολία στην ερμηνεία των συναισθημάτων. Οι ασθενείς συχνά βλέπουν τις ουδέτερες ή άλλες εκφράσεις ως αρνητικές και αυτή η λανθασμένη ερμηνεία μπορεί να οδηγήσει σε σύγκρουση ή σε τεταμένες προσωπικές σχέσεις.
Παρομοίως, μία μικρή διαφωνία με έναν σύντροφο μπορεί να οδηγήσει το άτομο να πιστέψει ότι δεν είναι αγαπητό πλέον και ότι η σχέση έληξε. Μπορεί να τερματίσει τη σχέση πρώτο, φοβούμενο την απόρριψη. Η σύγκρουση στη σχέση μπορεί να προκαλέσει την υποτίμηση ενός συντρόφου που ήταν εξιδανικευμένος/η, ανάλογα με τις περιστάσεις. Με την υποτίμηση, μπορεί ξαφνικά αισθήματα θυμού, απαξίωσης και περιφρόνησης να αντικαταστήσουν αισθήματα αγάπης και ευτυχίας στη σχέση.
Ο ισόβιος κίνδυνος απόπειρας αυτοκτονίας είναι υψηλός είτε κάποιος ζει με διπολική ή με οριακή διαταραχή, ενώ με την οριακή διαταραχή είναι συχνές οι επαναλαμβανόμενες μη αυτοκτονικές συμπεριφορές αυτοτραυματισμού καθώς και οι πολλαπλές απόπειρες αυτοκτονίας. Το κόψιμο και άλλου τύπου αυτοτραυματισμοί δεν υποδεικνύουν απαραίτητα την πρόθεση αυτοκτονίας.
Οι έρευνες δείχνουν ότι πολλοί άνθρωποι με οριακή διαταραχή προσωπικότητας αυτοτραυματίζονται ως έναν τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων τους ή για να αισθανθούν κάτι κατά την περίοδο αποστασιοποίησης τους.
Πώς διαφέρουν οι θεραπευτικές προσεγγίσεις;
Αυτές οι δύο ασθένειες έχουν ξεχωριστές αιτίες, ωστόσο οι άνθρωποι με οικογενειακό ιστορικό είτε διπολικής ή οριακής διαταραχής διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισής τους.
Οι αιτίες της οριακής διαταραχής δεν είναι πλήρως γνωστές, αλλά πιστεύεται ότι αναπτύσσονται από ένα συνδυασμό παραγόντων. Μία τάση να βιώνουν ακραία συναισθηματικότητα, που επίσης μπορεί να παρατηρείται στην οικογένειά τους, πιστεύεται να συμβάλλει, ειδικά σε ανθρώπους που έχουν βιώσει κακοποίηση, τραύμα και παραμέληση. Η χημεία του εγκεφάλου είναι ένας σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στη διπολική διαταραχή, αν και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες μπορεί επίσης να αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισής της.
Η ορθή διάγνωση είναι σημαντική, επειδή οι θεραπευτικές προσεγγίσεις ποικίλλουν ανάλογα με την ασθένεια. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η ψυχοθεραπεία από μόνη της συνήθως δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη μανία σε ανθρώπους που ζουν με διπολική διαταραχή. Επίσης μπορεί να μην είναι αρκετή για να θεραπευτεί η σοβαρή κατάθλιψη σε κάποιους ανθρώπους.
Η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε κάποια συμπτώματα και δυσκολίες της συμβίωσης με ένα διπολικό άτομο, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις οι άνθρωποι με τυπική διπολική διαταραχή θα χρειαστούν φαρμακευτική αγωγή που θα βοηθήσει να σταθεροποιηθούν οι εναλλαγές διάθεσης. Η μανία και η κατάθλιψη που δεν αντιμετωπίζονται μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες, συναισθηματικές αλλά ακόμη και στη σωματική υγεία, οπότε είναι σημαντικό να αναζητήσουμε επαγγελματική βοήθεια και να συνεχίσουμε τη θεραπεία.
Οι σταθεροποιητές όπως το λίθιο δεν θα βοηθήσουν με τα συμπτώματα της οριακής διαταραχής προσωπικότητας. Σε κάποιες περιπτώσεις, στη θεραπεία της διπολικής διαταραχής μπορεί ακόμη και να χειροτερεύσει κάποια συμπτώματα. Δεν υπάρχει φάρμακο που να θεραπεύει συγκεκριμένα την οριακή διαταραχή. Η τυπική θεραπεία είναι η διαλεκτική συμπεριφορική θεραπεία, αν και άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις όπως η θεραπεία σχημάτων μπορεί επίσης να φέρει σημαντικό όφελος.
Μπορεί να συνυπάρχουν η διπολική διαταραχή και η οριακή διαταραχή προσωπικότητας;
Ένα άτομο που βιώνει συμπτώματα διπολικής και οριακής διαταραχής μπορεί να έχει και τις δύο ασθένειες. Αυτό στην πραγματικότητα δεν είναι ασυνήθιστο. Μία έρευνα του 2013 η οποία εξέτασε πολλές μελέτες που είχαν διεξαχθεί πάνω στις δύο ασθένειες βρήκε ότι περίπου το 10% των ανθρώπων που διαγνώσθηκαν με οριακή διαταραχή προσωπικότητας είχαν επίσης και διπολική διαταραχή τύπου Ι, ενώ περίπου το 10% είχε διπολική διαταραχή τύπου ΙΙ μαζί με οριακή διαταραχή προσωπικότητας.
Η ζωή με οριακή και διπολική διαταραχή χωρίς θεραπεία μπορεί να προκαλέσει σημαντική δυσφορία, εν μέρει επειδή οι δύο ασθένειες μπορεί να ανταγωνίζονται η μία την άλλη.
- Τα συναισθήματα κενού ή αποτυχίας μπορεί να είναι ακόμη χειρότερα κατά τη διάρκεια μίας διπολικής περιόδου κατάθλιψης, προκαλώντας συναισθηματική αναστάτωση ή αποσύνδεση που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο για αυτοτραυματιστική συμπεριφορά ή αυτοκτονία.
- Ένα άτομο που αντιμετωπίζει θέματα εμπιστοσύνης ή εγκατάλειψης στη σχέση του μπορεί να δυσκολευτεί ακόμη περισσότερο για να διατηρήσει μία υγιή σχέση κατά τη διάρκεια μίας κατάστασης πεσμένης διάθεσης.
- Μία περίοδος μανίας μπορεί να είναι πιθανό να προκαλέσει επικίνδυνη ή παρορμητική συμπεριφορά σε ένα άτομο που αισθάνεται στεναχωρημένο ή αποσυνδεμένο από την αίσθηση του εαυτού του και έχει ανάγκει να αισθανθεί κάτι.
- Η κατάχρηση ουσιών δεν είναι ασυνήθιστη με την οριακή ή την διπολική διαταραχή και το αλκοόλ και τα ναρκωτικά μπορούν συχνά να πυροδοτήσουν τη μανία.
Το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM-5) συστήνει στους επαγγελματίες ψυχικής υγείας να αποφεύγουν να διαγνώσουν διαταραχές προσωπικότητας κατά την διάρκεια επεισοδίων διάθεσης που δεν αντιμετωπίζονται θεραπευτικά. Η καταγραφή ενός λεπτομερούς ιστορικού ψυχικής υγείας που ανατρέχει σε μοτίβα και συμπτώματα επί μία μακρά χρονική περίοδο μπορεί να βοηθήσει να διαφοροποιηθούν οι δύο ασθένειες.
Μεταξύ μανιακών και καταθλιπτικών επεισοδίων, οι άνθρωποι με διπολική διαταραχή γενικά βιώνουν αρκετά φυσιολογικές διαθέσεις. Μπορεί να περάσουν μήνες ή ακόμη και χρόνια μεταξύ έντονων και ήπιων περιόδων, ειδικά όταν η θεραπεία είναι αποτελεσματική στη διαχείριση των συμπτωμάτων. Οπότε όταν έναν επεισόδιο διάθεσης σταθεροποιηθεί, η διάγνωση μπορεί να γίνει κάπως πιο ξεκάθαρη. Όταν ένα μανιακό ή καταθλιπτικό επεισόδιο δείχνει να ανταποκρίνεται στη θεραπεία αλλά τα συμπτώματα της συναισθηματικής απορρύθμισης επιμένουν, μία διπλή διάγνωση είναι πιθανή.
Θεραπεία για συνύπαρξη διπολικής διαταραχής και οριακής διαταραχής προσωπικότητας
Η ζωή, όταν συνυπάρχουν οριακή και διπολική διαταραχή μπορεί να είναι πιο δύσκολη από την ύπαρξη μόνο μίας από τις δύο ασθένειες, ιδιαίτερα αν χρειάζεται χρόνος για να δοθεί μία ακριβής διάγνωση. Οι εναλλαγές διάθεσης που σχετίζονται με τη διπολική διαταραχή, όταν συνδυάζονται με πιο συχνές και γρήγορες αλλαγές στη συναισθηματική κατάσταση, μπορούν να κάνουν την καθημερινή ζωή δύσκολη και να επηρεάσουν αρνητικά την εργασία, το σχολείο και την προσωπική ζωή.
Οι άνθρωποι που ζουν με διπολική και οριακή διαταραχή μπορεί να αισθάνονται πιο ασταθείς ή ανίκανοι να ελέγξουν τι συμβαίνει γύρω τους σε σύγκριση με εκείνους που ζουν μόνο με μία από τις δύο αυτές ασθένειες.
Ενώ η αντιμετώπιση μέσω της θεραπείας μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη για την μείωση των συμπτωμάτων και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, οι προτεινόμενες θεραπείες για κάθε ασθένεια διαφέρουν. Αυτό κάνει την ακριβή διάγνωση αναγκαία για την επιτυχημένη αντιμετώπιση.
Για την διπολική διαταραχή, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει την εκπαίδευση στην αναγνώριση των συνθηκών που πυροδοτούν τις αλλαγές διάθεσης, την ανάπτυξη τρόπων διαχείρισης των συμπτωμάτων της ασθένειας και προσπάθειες για τη μείωση της επίδρασης που έχουν τα συμπτώματα στην καθημερινή ζωή.
Ο συνδυασμός φαρμάκων που σταθεροποιούν τη διάθεση και της διαλεκτικής συμπεριφορικής θεραπείας μπορεί να συνιστώνται για ανθρώπους που έχουν διαγνωσθεί με διπολική και οριακή διαταραχή, καθώς η διαλεκτική συμπεριφορική θεραπεία είναι γενικά η ιδανική προσέγγιση για τη θεραπεία της οριακής διαταραχής. Αυτή η θεραπεία περιλαμβάνει την ανάπτυξη των ικανοτήτων για τη διαχείριση και την αντιμετώπιση δύσκολων συναισθημάτων και την εφαρμογή θετικών τρόπων σύνδεσης με τους άλλους.
Για τους ανθρώπους που βιώνουν δυσφορία που σχετίζεται με τη διπολική διαταραχή κατά τη διάρκεια ενός μανιακού ή καταθλιπτικού επεισοδίου, η σταθεροποίηση της διάθεσης είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα. Οι έρευνες δείχνουν ότι τα συμπτώματα της διπολικής διαταραχής μπορεί να βελτιωθούν ελαφρώς από τη στιγμή που η διάθεση σταθεροποιηθεί, γεγονός που μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα επιτυχημένης θεραπείας.
Επίσης είναι απαραίτητο να συζητηθούν τυχόν πιθανές σκέψεις για αυτοκτονία ή αυτοτραυματισμό, καθώς αυτές είναι περισσότερο πιθανές σε ανθρώπους που έχουν και τις δύο ασθένειες παρά σε ανθρώπους που έχουν μόνο διπολική διαταραχή.
Τα ψυχωσικά συμπτώματα όπως οι παραισθήσεις μπορούν να εμφανιστούν κατά τη διάρκεια ενός μανιακού επεισοδίου και μπορεί να είναι επικίνδυνες. Δεν είναι τόσο συνηθισμένες στην οριακή διαταραχή προσωπικότητας, ωστόσο συμβαίνουν, οπότε είναι σημαντικό να συζητηθούν οι όποιες παραισθήσεις, ψευδαισθήσεις, ή η μαγική σκέψη όταν ένα άτομο παρουσιάζει συμπτώματα και των δύο ασθενειών.
Εύρεση θεραπευτή για την αντιμετώπιση της διπολικής διαταραχής ή της οριακής διαταραχής προσωπικότητας
Ο προβληματισμός των ειδικών ψυχικής υγείας είναι ότι η διάγνωση μπορεί να μην επηρεάζει σημαντικά την θεραπεία καθώς τα συμπτώματα μπορούν να αναγνωριστούν και να αντιμετωπιστούν στη θεραπεία. Αλλά όταν η διπολική και η οριακή διαταραχή, που μερικές φορές μοιάζουν μεταξύ τους, μπερδεύονται στη διάγνωση, η θεραπεία μπορεί να είναι λιγότερο αποτελεσματική.
Τα συμπτώματα και των δύο ασθενειών μαζί μπορεί να περιπλέξουν περαιτέρω τη διάγνωση. Κάποιοι επαγγελματίες ψυχικής υγείας μπορεί να μην αναγνωρίσουν την παρουσία και των δύο παθήσεων μαζί, ιδιαίτερα αν είναι λιγότερο έμπειροι με τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ τους ή δεν γνωρίζουν ότι η διπολική και η οριακή διαταραχή συχνά συνυπάρχουν.
Όταν αναζητάτε διάγνωση ή προσπαθείτε για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της διπολικής και της οριακής διαταραχής μαζί, συνιστάται να ζητήσετε υποστήριξη από έναν θεραπευτή που έχει εμπειρία στη θεραπεία ανθρώπων και με τις δύο ασθένειες.
Ενώ οι εκπαιδευμένοι θεραπευτές με ενσυναίσθηση μπορούν σίγουρα να παρέχουν συμπονετική φροντίδα, ένας θεραπευτής που ειδικεύεται στην θεραπεία ανθρώπων που ζουν με αυτές τις δύο ασθένειες μπορεί να προσφέρει υποστήριξη που είναι ειδικά σχεδιασμένη για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων συμπτωμάτων αυτών των ασθενειών. Αυτό μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν ξεκινάμε θεραπεία για πρώτη φορά.
Πηγή: https://www.psychologynow.gr/