Κοινοποιείστε το άρθρο
17 δημιουργοί βιβλίων για παιδιά ανοίγουν την παιδική βιβλιοθήκη τους
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου, καταξιωμένοι δημιουργοί βιβλίων για παιδιά αποκαλύπτουν τι διάβαζαν ως παιδιά και εξηγούν ποια βιβλία τους συγκινούν ακόμα. Οι απαντήσεις τους μπορούν να διαβαστούν και ως ένας ιδιότυπος μικρός οδηγός ανάγνωσης με διάθεση νοσταλγική αλλά και σαν πρόταση και προτροπή για την απόκτηση αναγνωστικών συνηθειών από νωρίς.
Γιώτα Αλεξάνδρου
Διαβάζω από παιδί, πάντα με την ίδια συγκίνηση, τον Μικρό Πρίγκιπα του Antoine de Saint-Exupéry. Κάθε του φράση εκφράζει μιαν αλήθεια που φωτίζει τα βήματά μου. Ο τρόπος που εξημέρωσε ο Μικρός Πρίγκιπας την αλεπού ταυτίζεται και με τη δική μου προσέγγιση στις σχέσεις ζωής. Γιατί «γνωρίζουμε μονάχα τα πράγματα που εξημερώνουμε» και γιατί «μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια.»
Ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου έχει κι ένας ακόμη πρίγκιπας, Ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας του Oscar Wilde. Με συγκινεί η καλοσύνη του και η αληθινή κι ανιδιοτελής αγάπη του για τους ανθρώπους που φτάνει μέχρι την αυτοθυσία. Πιστεύω ακράδαντα ότι με μια μικρή πράξη καλοσύνης καθημερινά μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο μας πιο ανθρώπινο.
Μαρία Ανδρικοπούλου
Το βιβλίο που διάβασα και ξαναδιάβασα πολλές φορές, όταν ήμουν μικρή, ήταν το Χωρίς Οικογένεια του Έκτορα Μαλό.
Πρόκειται για μια ιστορία περιπλάνησης ενός μικρού αγοριού που δεν γνώρισε τους πραγματικούς του γονείς κι αναγκάστηκε από πολύ νωρίς να αντιμετωπίσει το σκληρό πρόσωπο της ζωής. Η συγκινητική ιστορία του μικρού Ρεμί είναι γεμάτη περιπέτειες και ανατροπές. Ακόμα κι όταν τελικά οδηγείται στα ίχνη της πραγματικής του οικογένειας, οι εκπλήξεις δεν παύουν.
Το βιβλίο μιλάει για την αξία της φιλίας και της οικογένειας, αξίες πρωταρχικής σημασίας και για μένα. Και παρά τις δυσκολίες διαπνέεται από τη χαρά της ζωής.
Εξακολουθώ να βρίσκω ενδιαφέρον και να αναζητώ στη λογοτεχνία το στοιχείο της περιπέτειας που κυριαρχεί στο κείμενο και με γοήτευε από παιδί.
Πέρσι, έτυχε να παρακολουθήσω την ωραία θεατρική διασκευή του βιβλίου από την Παιδική σκηνή του Δημήτρη Δεγαϊτη που μου ξύπνησε έντονες μνήμες. Συγκινήθηκα, μάλιστα, όταν στο φουαγιέ του θεάτρου -ανάμεσα σε διάφορες εκδόσεις- είδα το εξώφυλλο της έκδοσης που είχα κι εγώ με τον πλανόδιο μουσικό, το μικρό αγόρι και τον σκύλο, τον υπέροχο Καπί, να περιπλανώνται.
Δεν είναι τυχαίο πως ένα λατρεμένο λογοτεχνικό ανάγνωσμα της παιδικής μου ηλικίας, στο οποίο πρωταγωνιστεί ένας πλανόδιος θίασος, το ξαναβρήκα στον αγαπημένο για μένα χώρο του θεάτρου.
Άντρη Αντωνίου
Το αγαπημένο και πιο πολυδιαβασμένο βιβλίο της παιδικής μου ηλικίας ήταν το βιβλίο Μικρές κυρίες της Louisa May Alcott. Το είχα διαβάσει τόσες πολλές φορές που η ράχη του είχε ξηλωθεί. Είχα ξεχωρίσει την Τζο Μαρτς από την πρώτη φορά που διάβασα την ιστορία των τεσσάρων αδελφών. Αυτό το πεισματάρικο, ξεροκέφαλο, αδέξιο κορίτσι με εντυπωσίασε τόσο που παρακαλούσα να ήταν κολλητή ή αδελφή μου. Κρατάω τόσα χρόνια μετά τη σκηνή που η Τζο παραδίδει τα γραφόμενά της προς έκδοση, το όνειρό της να γίνει συγγραφέας, την ταύτιση που ένιωθα κάθε φορά που διάβαζα τις σελίδες εκείνες.
Ξεχωριστά στην καρδιά μου ήταν και τα βιβλία της Ένιντ Μπλάιντον. Χανόμουν για ώρες στις σελίδες των Μυστικών Επτά, γινόμουν η όγδοη της παρέας, έλυνα μυστήρια και ζούσα περιπέτειες συναρπαστικές.Τα δυναμικά κορίτσια, όπως ηΤζο Μαρτς, καθώς και οι παρέες φίλων που προσπαθούν να εξιχνιάσουν μυστήρια, έγιναν θέματα και των δικών μου βιβλίων, όταν μεγάλωσα και πραγματοποίησα το παιδικό μου όνειρο να γίνω συγγραφέας.
Γεωργία Γαλανοπούλου
Η σχέση μου με τα βιβλία ξεκίνησε πολύ νωρίς. Βιβλία που μου σύστηναν μεγαλύτεροι, αλλά και όσα υπήρχαν ήδη στο σπίτι. Θυμάμαι δυο εικονογραφημένες διασκευές, Τα Ταξίδια του Γκιούλιβερκαι τον Ροβινσώνα Κρούσο να μονοπωλούν τις ελεύθερες ώρες μου στις μεσαίες τάξεις του δημοτικού σχολείου και να με συνεπαίρνουν. Στα φοιτητικά μου χρόνια αναζήτησα τα πρωτότυπα και μολονότι εκτίμησα τη λογοτεχνική τους αξία, συνειδητοποίησα ότι ο πρώτος ενθουσιασμός και η συγκίνηση δεν ήταν δυνατόν να επαναληφθούν. Μέσα από τη συνάντηση με το διαφορετικό και το ξένο αρχίζουμε να γνωρίζουμε τον εαυτό μας.
Αντιθέτως, ο Μικρός Πρίγκιπας –ένας ήρωας που νωρίς αγάπησα, αλλά δεν κατανόησα πλήρως– με μια δεύτερη ανάγνωση σε μεγαλύτερη ηλικία, μου αποκάλυψε το εξής πολύτιμο: Παρότι δεν μπορούμε να αλλάξουμε όσα ανοίκεια και δυσάρεστα συναντάμε σε ένα νέο περιβάλλον, μπορούμε, ωστόσο, βλέποντας μέσα από τις εμπειρίες μας, να αλλάξουμε εμείς. Η ικανότητα του Μικρού Πρίγκιπα να αγαπά σε υπέρτατο βαθμό με συγκινεί ακόμη και τώρα, αλλά ο λόγος που επιστρέφω συχνά στις σελίδες του είναι για να επανεπισκεφτώ μια διαπίστωση που εξακολουθεί ως ενήλικη να με αφορά. Μέσα από τη συνάντηση με το διαφορετικό και το ξένο αρχίζουμε να γνωρίζουμε τον εαυτό μας. Το σημαντικότερο ταξίδι της ζωής είναι εκείνο της ενδοσκόπησης και της αυτοανακάλυψης.
Ως εξ ίσου συγκινητική αναγνωστική ανάμνηση, κρατώ την παιδική ποιητική συλλογή του Ζαχαρία Παπαντωνίου με τίτλο Τα Χελιδόνια. Ήταν δώρο της δασκάλας μου όταν τελείωσα την πρώτη τάξη του δημοτικού. Ένα από τα ποιήματα της συλλογής, «Η Κατάρα του Πεύκου», με έναν περίεργο τρόπο εξακολουθεί να μου προκαλεί δέος. Το ποίημα αυτό το εμπέδωσα δυο χρόνια περίπου αργότερα όταν το ξανασυνάντησα στο παιδικό μυθιστόρημα του Παπαντωνίου Τα Ψηλά Βουνά. Ένα ολόκληρο καλοκαίρι ζούσα στον απόηχο της Κατάρας του Πεύκου. Του Πεύκου που «έκρουε στα ουράνια» και άπλωνε τα κλαδιά του για να δροσιστούν οι περαστικοί. Και που στον κορμό του είχε φτιάξει το σπίτι της μια νεράιδα. Αλλά ήρθε ένα καλοκαίρι ο Γιάννης από το Πουρνάρι και πελέκησε τον Πεύκο με το τσεκούρι του για να βγάλει ρετσίνι. Την επόμενη χρονιά τον ξαναπελέκησε και την τρίτη άρχισε να υπολογίζει πόσα ξύλα θα είχε αν τον έκοβε ολόκληρο ώστε και να έχει αρκετά να κάψει το χειμώνα στο τζάκι και άλλα τόσα για να πουλήσει. Ο Πεύκος, όμως, καθώς έπεφτε τον καταράστηκε. Κι ενώ ο Γιάννης ξεκίνησε να πάει στα γειτονικά χωριά –να ειδοποιήσει πως έχει ξύλα για πούλημα– ποτέ δεν έφτασε. Γιατί στο διάβα του απομακρύνονταν τα δέντρα και στέρευαν οι πηγές. Κατάκοπος και διψασμένος, περπατούσε κι όλο στον ίδιο τόπο βρισκόταν. Ώσπου σωριάστηκε.
Σε μια εποχή που η λέξη οικολογία μου ήταν εντελώς άγνωστη, διαβάζοντάς τα ήταν σαν να είχα αποκτήσει, αν και σε πρώιμο στάδιο, οικολογική συνείδηση. Η ιδέα μάλιστα της συμβιωτικής σχέσης δένδρου-νεράιδας είχε εντυπωθεί στο μυαλό μου από την εποχή της πρώτης ανάγνωσης. Σχεδόν μισό αιώνα αργότερα την χρησιμοποίησα ως βάση για να γράψω τον Βόρακα, τον Κόρακα και τη Σονάτα της Φανής (Πατάκης 2015).
Εύη Γεροκώστα
Τρία βιβλία που μου έμαθαν να κοιτάζω (και) ψηλά. Πρώτο, Το Ερωτευμένο σύννεφο του Ναζίμ Χικμέτ. Ήμουν οκτώ ετών και ήταν το δώρο του τυχερού κομματιού μιας βασιλόπιτας. Μια σειρά από λαϊκά παραμύθια της Τουρκίας φροντισμένα, στολισμένα και ξαναγραμμένα από τον Χικμέτ. Κάμποσες ασπρόμαυρες εικόνες που τις χρωμάτισα με ξυλομπογιές. Κι αυτό το ποίημα-νανούρισμα στην πρώτη σελίδα του βιβλίου με μια φράση-φυλαχτό: «… τα μάτια σου είναι τα μόνα στη γη που έχουν καταλάβει.» Διαβάζοντάς το τότε, άρχισα ν’ αγαπάω τα παραμύθια. Διαβάζοντάς το τώρα, με θυμάμαι σαν παιδί.
Δεύτερο, Ο Παπαλάνγκι. Οι λόγοι του φύλαρχου Τουιάβιι από το νησί Τιαβέα του Νότιου Ειρηνικού.«… Ο Παπαλάγκι κατοικεί σαν το μύδι σ΄ ένα σκληρό καβούκι. Πέτρες είναι γύρω του, δίπλα του και πάνω του. Η καλύβα του μοιάζει μ’ ένα όρθιο μπαούλο από πέτρα. Ένα μπαούλο με πολλά συρτάρια και πολλές τρύπες…». Ένα βιβλίο που μιλάει για τα πιο δύσκολα πράγματα με τον τρόπο που ξέρουν να μιλάνε τα παιδιά. Ένα βιβλίο που όμοιό του δεν υπάρχει, γι’ αυτό είναι τόσο πολύτιμο. Διαβάζοντάς το τότε, άνοιξε μπροστά μου ένας κόσμος. Διαβάζοντάς το τώρα, σκέφτομαι την υπόσχεση που έχω δώσει στον εαυτό μου (και σε μερικούς άλλους) ότι αυτή την ιστορία θα την αφηγηθώ.
Και τρίτο, Οι περιπέτειες του Τάκη Τσίμπου από την Παστούπολη της Λέα Σμούλντερς. Γιατί; Γιατί δεν έχω πια αυτή τη σειρά βιβλίων; Θυμάμαι ελάχιστα. Το συναρπαστικό εξώφυλλο. Τον θαρραλέο ράφτη. Τα τυροπιτάκια. Το υπνωτικό για έναν χιονάνθρωπο. Το φτάρνισμα που σκέπασε την πόλη με πάχνη και χιόνι. Τους αδελφούς Μαύρους με μια ελιά στη μύτη και τρεις τρίχες στο κεφάλι.
Διαβάζοντάς τα τότε με συντρόφευαν πρωί, μεσημέρι και βράδυ. Για να τα ξαναδιαβάσω τώρα, ίσως πρέπει να κάνω μια επίσκεψη σε παλαιοβιβλιοπωλείο την πρώτη μέρα της ελευθερίας μας.
Ελένη Γερουλάνου
Όταν ήμουν μικρή, διάβαζα μετά μανίας τη σειρά των βιβλίων Malory Towers της Enid Blyton. Έβλεπα τον εαυτό μου ανάμεσα στους χαρακτήρες των κοριτσιών. Οι καθημερινές ιστορίες στο οικοτροφείο θηλέων με συνάρπαζαν, γιατί μιλούσαν για την αξία της φιλίας, τη γενναιοδωρία, είχαν χιούμορ, υπήρχαν ίντριγκες και σκανταλιές που με διασκέδαζαν πολύ. Κατά τη διάρκεια των έξι ετών στο σχολείο, τα κορίτσια έπρεπε να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι και να διαχειρίζονται τα ελαττώματά τους. Όλα παρουσιάζονταν τόσο απλά, το σωστό και το λάθος ήταν τόσο ξεκάθαρα. Δεν θα ξεχάσω το κόλπο με τον μαγνήτη και τις φουρκέτες στον κότσο της δασκάλας των γαλλικών, Mam’zelle Dupont. Ίσως από τότε να μπήκε μέσα μου η σπίθα της εκπαίδευσης, γιατί το καλύτερό μου ήταν να διαβάζω για τον τρόπο με τον οποίο οι δασκάλες αντιμετώπιζαν το κάθε κορίτσι μοναδικά.
Η Blyton ήταν αρκετά προοδευτική στη σκέψη της για την εποχή της. Τα κορίτσια μπορούσαν να είναι ο εαυτός τους και να κάνουν αυτό που σκέφτονται, αν αναλογιστεί κανείς ότι οι ιστορίες γράφτηκαν το 1946.
Παρόλο που έχω να τα διαβάσω από τότε που ήμουν παιδί, τα σκέφτομαι με τρυφεράδα και νοσταλγώ τα Σαββατοκύριακα που τα διάβαζα ξαπλωμένη στο κρεββάτι του δωματίου μου. Ίσως από τότε να μπήκε μέσα μου η σπίθα της εκπαίδευσης, γιατί το καλύτερό μου ήταν να διαβάζω για τον τρόπο με τον οποίο οι δασκάλες αντιμετώπιζαν το κάθε κορίτσι μοναδικά. Η ευαισθησία που υπάρχει σε αυτά τα βιβλία είναι πράγματα που εξακολουθούμε να αναζητούμε και σήμερα. Μιλούν για συντροφικότητα, για τη σημασία να παλεύουμε γι΄αυτό που νομίζουμε ότι είναι σωστό και να φροντίζουμε ο ένας τον άλλον. Μερικά πράγματα είναι στις μέρες μας πολύ διαφορετικά, αλλά οι καταστάσεις που περιγράφουν τα βιβλία δεν απέχουν πολύ από τη σημερινή εποχή και το πώς θέλουμε τα παιδιά μας να απολαμβάνουν το σχολείο και το ένα το άλλο.
Κώστας Ζαφειρίου
Το μόνο παιδικό βιβλίο που θυμάμαι να ξαναδιάβασα αμέσως αφού το είχα κλείσει είναι το Οι Θησαυροί του Σολομώντα του H. R. Haggard! Προσπερνώντας τα πεζά χαρακτηριστικά που μπορεί να έχει ένα αποικιοκρατικό αφήγημα του 19ου αι, η συγκεκριμένη ιστορία ακόμη και σήμερα με συγκινεί ιδιαίτερα κυρίως λόγω των επικών διαστάσεων, της περιπέτειας, του μυστηρίου, των περιγραφών, των μοναδικών χαρακτήρων και της πλούσιας πλοκής που ο συγγραφέας μεταχειρίζεται με μοναδική μαεστρία.
Οπωσδήποτε, όμως, δε θα ήμουν ο ίδιος άνθρωπος σήμερα αν δεν είχα διαβάσει ως παιδί το Χόμπιτ του J.R.R. Tolkien.
Ναταλία Καπατσούλια
Το πρώτο βιβλίο που κράτησα στα χέρια μου ήταν η Eλληνική μυθολογία του Γιώργου Γεραλή. Δυστυχώς δεν έχω πια στα χέρια μου τη συγκεκριμένη έκδοση. Το βιβλίο όμως αυτό ήταν που με έκανε να μαγευτώ από την αρχαία ελληνική μυθολογία της οποίας οι ιστορίες με συγκινούν ακόμα και σήμερα (και για τους ίδιους λόγους): Γιατί ήταν ελληνικές και διαδραματίζονταν σε μέρη γνώριμα ή κοντινά. Γιατί τα πρόσωπα κάλυπταν όλη τη γκάμα χαρακτήρων που μπορούσε κανείς να φανταστεί. Και οι θεοί παρουσιάζονταν με όλη τη γοητεία, την καλοσύνη ή τη φαυλότητα που χαρακτηρίζει τους κοινούς θνητούς. Για την ελαφρότητα που προσέγγιζε ακόμα και τα πιο σοβαρά γεγονότα. Για τις ίντριγκες αλλά και τα αυθεντικά συναισθήματα. Γιατί ήταν ιστορίες από έρχονταν από πολύ παλιά, κι όμως, ήταν ξαναειπωμένες έτσι ώστε να βρίσκω ενδιαφέρον σε αυτές και τότε, ένα παιδί της δεκαετίας του ’70, όσο και τώρα, ένας άνθρωπος ενήλικος του 2021.
Λίγο αργότερα, σ’ ένα άλλο βιβλίο που αγάπησα πολύ, τα Δώδεκα διαλεχτά παραμύθιατου Κώστα Βάρναλη, ανακάλυψα ιστορίες από τη νορβηγική μυθολογία που περιλαμβάνονταν στη συλλογή: και μαγεύτηκα διπλά: και για τις ιστορίες, την πλοκή τους και τους χαρακτήρες, αλλά και για την ομοιότητά τους με τις δικές μας ιστορίες από τη μυθολογία.
Και φυσικά για την ιδέα οτι η ανάγκη να πλάθουμε και να λέμε ιστορίες είναι πολύ παλιά και υπάρχει σε όλους τους λαούς.
Έφη Λαδά
Σαν παιδί διάβαζα τα βιβλία που έβρισκα στο μικρό βιβλιοπωλείο του χωριού ή σ’ εκείνα που μου έφερνε ο μπαμπάς από τα ταξίδια του στην πρωτεύουσα. Μεγαλώνοντας αρκετά πρόσθεσα και εγώ τις δικές μου επιλογές. Μέσα απ’ όλα αυτά, εκείνα που τα αγάπησα για πάντα, και ακόμα βρίσκονται με την υπογραφή του χρόνου στις σελίδες τους πάνω στην βιβλιοθήκη μου, είναι τα βιβλία: Περηφάνια και Προκατάληψη της Jane Austen, Ανεμοδαρμένα Ύψη της Emily Bronte, Οι Μεγάλες Προσδοκίες του Charles Dickens, Τα παραμύθια του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, Τα Παραμύθια του Όσκαρ Ουάιλντ, Οι Άθλιοι του Βικτόρ Ουγκό και πάρα πολλά άλλα που μέσα στα χρόνια κατά καιρούς τα ξαναδιαβάζω.
Με συνεπαίρνει το ταξίδι στο χρόνο, η περιγραφή της ζωής μιας περασμένης εποχής, η νοοτροπία, τα τοπία και ο τρόπος που με ταξιδεύουν μέσα στην καθημερινότητά τους. Ο τρόπος της γραφής και της περιγραφής σε μικρές λεπτομέρειες που φτιάχνουν ένα ταξίδι με την φαντασία και με κάνουν ένα μέρος της ιστορίας. Αυτή η μαγεία της γραφής κάνει τα βιβλία αυτά διαχρονικά και διατηρούν το αναγνωστικό ενδιαφέρον και την ίδια δυναμική, από γενιά σε γενιά.
Γιώργος Παναγιωτάκης
Δεν είναι και τόσο εύκολο να απαντηθεί αυτό το ερώτημα. Κυρίως γιατί όλα, λίγο πολύ, τα αναγνώσματα της παιδικής μας ηλικίας –όπως άλλωστε και η ίδια η παιδική μας ηλικία- είναι καταδικασμένα να μας συγκινούν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο όσο μεγαλώνουμε. Σκάβοντας, πάντως, κάτω από το βαθύ στρώμα της νοσταλγίας και ξεπερνώντας τις τύψεις μου για όσα θα αναγκαστώ να προδώσω εξαιρώντας τα από τη λίστα, θα αναφέρω τρία βιβλία.
Το πρώτο είναι το Νησί των Θησαυρών του Ρόμπερτ Λούις Στήβενσον, το οποίο εξακολουθεί να με συγκινεί χάρη στο αυθεντικό πνεύμα της περιπέτειας που διατρέχει τις σελίδες του, αλλά και για το συναρπαστικό εσωτερικό ταξίδι του νεαρού ήρωα που του αποκαλύπτει ότι ανάμεσα στις έννοιες του καλού και του κακού υπάρχουν ενδιάμεσες αποχρώσεις. Το δεύτερο είναι το Γαλάζιο Κύπελλοτης Τόμικο Ινούι, για τη μαγική ευκολία με την οποία η συγγραφέας εντάσσει το αλλόκοτο (την ύπαρξη «μικρών ανθρώπων» που ζουν σε ένα κουκλόσπιτο στη βιβλιοθήκη) με τον ρεαλισμό και την ιστορία (τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όπως τον βιώνουν τα μέλη μιας ιαπωνικής οικογένειας). Και τέλος είναι οι Περιπέτειες του Χάκλμπερι Φιν του Μαρκ Τουέιν, ένα βιβλίο που παρά την ξεπερασμένη πια οπτική του πάνω στο φυλετικό ζήτημα στις ΗΠΑ, θα με συγκινεί πάντα για την περιγραφή του ταξιδιού με τη σχεδία στον Μισισιπή ο οποίος από ένα απλό μεγάλο ποτάμι μετατρέπεται σε ένα παντοδύναμο σύμβολο ελευθερίας.
Θοδωρής Παπαϊωάννου
Το βιβλίο που διάβασα και που εξακολουθεί να με συγκινεί ακόμα και τώρα είναι Τα ψηλά βουνά του Ζαχαρία Παπαντωνίου το οποίο είχαμε και για αναγνωστικό στο σχολείο. Οι ιστορίες των παιδιών στο βουνό με μάγευαν. Ταυτιζόμουν με τα παιδιά της κοινότητας του βουνού και ονειρευόμουν να ζήσω κι εγώ παρόμοιες περιπέτειες.
Επίσης με συγκινούσε ένα από τα περιοδικά που ανταλλάσσαμε μεταξύ μας τα παιδιά –βιβλία πολλά δεν υπήρχαν- ο Μικρός Ήρωας. Ποιος δεν ήθελε να είναι ένας μικρός ήρωας που θα τα βάζει με τους εχθρούς; Νομίζω πως αν και περιοδικό, ήταν από τα αναγνώσματα που συγκίνησε πολλά παιδιά τότε και εμένα με συγκινεί ακόμα και τώρα γιατί ακριβώς μου θυμίζει τα παιδικά μου χρόνια. Αργότερα ήταν το βιβλίο του Αντώνη Σαμαράκη Ζητείται ελπίς που τάραξε την εφηβεία μου και με οδήγησε θα έλεγα στην αναγνωστική μου ενηλικίωση.
Αργυρώ Πιπίνη
Αγαπώ την οικογένεια Μπροντέ. Ακόμα και την Άνν, αν και δεν έχω διαβάσει τίποτα δικό της, ακόμα και τον άτυχο αδερφό τον Μπράνγουελ. Αλλά η Σάρλοτ και η Έμιλυ είναι φίλες μου, και τα βιβλία Τζέιν Έιρ και Ανεμοδαρμένα Ύψη, πολυαγαπημένα μου. Όταν πρωτοδιάβασα την Τζέιν Έιρ, όσα με εντυπωσίασαν και με ξεβόλεψαν ―η ορφάνια της ηρωίδας, οι κακουχίες και οι στερήσεις στο ίδρυμα όπου την πέταξαν, ο θάνατος της καλύτερής της φίλης Έλεν στην αγκαλιά της, η λαχτάρα της για αγάπη, το πείσμα και η λατρεία της για τον μυστηριώδη κύριο Ρότσεστερ― είναι τελείως διαφορετικά απ’ αυτά στα οποία στάθηκα ως ενήλικη: τη στιβαρή δομή ενός μυθιστορήματος τέτοιας έκτασης, την περιγραφή ενός δυνατού γυναικείου χαρακτήρα, του ομώνυμου, που παλεύει κόντρα στις κοινωνικές συμβάσεις για μια θέση στον βικτωριανό κόσμο, τον έρωτα, το φύλο, την οικογένεια. Είναι άπειρες οι πτυχές του βιβλίου.
Και μετά διαβάζω τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη» και πέφτω πάνω στον γεμάτο αντιφάσεις και αταξία κόσμο του πάθους, στο υπερφυσικό, στην παραφορά της Κάθριν και του Χήθκλιφ, στο πανταχού παρόν σώμα, στην ποίηση, στα λόγια των ηρώων ―Αν όλα χάνονταν κι αυτός έμενε, θα συνέχιζα να υπάρχω. Κι αν όλα έμεναν κι αυτός χανόταν, το σύμπαν θα ήταν για μένα τόπος ξένος και φοβερός. Δε θα ’χα θέση εκεί. Είναι πάντα μέσα στο νου μου», λέει η ηρωίδα η Κάθριν, ορίζοντας τα «απεριόριστα» όρια του έρωτα. Και μαγεύομαι. Για πάντα. Η «Τζέιν Έιρ» συμβιβάζεται και η Κάθριν Έρνσο επαναστατεί; Η Τζέιν παλεύει για τη θέση της στον κόσμο, η Κάθριν τα πετάει όλα, και τη θέση και τη ζωή της, για τον έρωτα. Αναρωτιέμαι αν αυτό αποτελεί απόδειξη πως οι καλές διασκευές μπορούν να γίνουν η σκανδάλη που θα πυροδοτήσει μια αγάπη παντοτινή.
Πέρασαν χρόνια για να εκτιμήσω και τις άλλες αρετές αυτού του βιβλίου: την ανορθόδοξη αφηγηματική του τεχνική, το χαοτικό για τον αναγνώστη αλλά αφάνταστα γοητευτικό ταξίδι στον χρόνο, στο τώρα, και μετά μπρος και πάλι πίσω, και πιο πίσω. Κάποια βιβλία σε συντροφεύουν μια ζωή κι όταν τα ξαναδιαβάζεις, νιώθεις σαν να ξαναγυρίζεις στο σπίτι που μεγάλωσες και είχες καιρό να επισκεφθείς.
*Υποθέτω πως τα παιδικά αυτά αναγνώσματα ήταν διασκευές των βιβλίων. Αναρωτιέμαι αν αυτό αποτελεί απόδειξη πως οι καλές διασκευές μπορούν να γίνουν η σκανδάλη που θα πυροδοτήσει μια αγάπη παντοτινή.
Μαρία Ρουσάκη
Σαν παιδί μεγάλωσα στην Αμερική, οπότε τα αναγνώσματα μου ήταν ξένα. Λάτρευα τα λίμερικς του Shel Silverstein, το χιούμορ του Dr. Seuss και την ωμή αλήθεια της Judy Blume. Όμως το πιο αγαπημένο βιβλίο της παιδικής μου ηλικίας ήταν το “Anastasia Krupnik” της απίθανης Lois Lowry, την οποία είχα την τύχη να γνωρίσω στη Νέα Υόρκη ως ενήλικη πολλά χρόνια αργότερα.
Η τσαχπινιά της ηρωίδας του βιβλίου με ενθάρρυνε να ανακαλύψω τον εαυτό μου. Κατέγραφα όσα μ’ άρεσαν και δεν μ’ άρεσαν. Για πρώτη φορά αντίκριζα τον εαυτό μου απέναντι, σ’ ένα κομμάτι χαρτί. Σ’ ένα ημερολόγιο. Μέσα από τα δικά μου λόγια… Ίσως γι’ αυτό να απέκτησα μια αγάπη (ή μια τρελή συνήθεια!) για τις λίστες, τις οποίες έγραφε μανιωδώς η ηρωίδα του βιβλίου. Η ιστορία της Λόουρι έμεινε μαζί μου ως σήμερα. Μου έδωσε το έναυσμα να γράφω πάντα απ’ την καρδιά. Να λέω τη δική μου αλήθεια και μαζί με όσα γράφω, να ανακαλύπτω κρυμμένα λιθαράκια της ψυχής μου.
Κατερίνα Σέρβη
Τα περισσότερα από τα παιδικά μου βιβλία εξακολουθούν να με συγκινούν. Μία από τις καλύτερες παιδικές αναμνήσεις μου είναι το διάβασμα. Θυμάμαι τον εαυτό μου τα καλοκαιρινά μεσημέρια, με ένα βιβλίο στο χέρι, να βυθίζομαι σε κόσμους μαγικούς και να αισθάνομαι βαθιά ευτυχισμένη. Όχι μόνο τα καλοκαιρινά μεσημέρια, διάβαζα κάθε βράδυ, πριν κοιμηθώ. Απλώς το καλοκαίρι το ευχαριστιόμουν καλύτερα, γιατί είχα περισσότερο χρόνο. Το ίδιο και όταν ήμουν άρρωστη. Ο πυρετός έπρεπε να είναι εξωφρενικά υψηλός για να με εμποδίσει να ανοίξω το βιβλίο μου!
Αν πάντως πρέπει να επιλέξω κάποια από τα πιο αγαπημένα μου παιδικά βιβλία, το πρώτο που θα θυμηθώ είναι το Παραμύθι χωρίς Όνομα της Πηνελόπης Δέλτα. Είναι ένα βιβλίο που ως παιδί με είχε συγκλονίσει με την καθαρότητα και τη δύναμη των χαρακτήρων του, όπως και τη φαινομενικά αδιέξοδη κατάσταση των ηρώων που με προσήλωση και σκληρή δουλειά ανατρέπεται. Σήμερα εξακολουθεί να με συγκινεί γιατί αναγνωρίζω την πολιτική αλληγορία πίσω από το παραμύθι, η οποία εξακολουθεί να είναι επίκαιρη, κι ακόμη γιατί αναρωτιέμαι αν η στοχοπροσήλωση που με χαρακτηρίζει τράφηκε από την ταύτισή μου με τους ήρωες του βιβλίου.
Ένα δεύτερο βιβλίο που θυμάμαι με συγκίνηση είναι η Πολυάννα και το Παιχνίδι της Χαράς, της Ε. Πόρτερ. Για τους νεότερους, οι οποίοι πιθανώς δεν το γνωρίζουν, η Πολυάννα είναι ένα κορίτσι που σε κάθε περίσταση βλέπει την αισιόδοξη πλευρά της ζωής. Εδώ τι να πω; Όσοι με ξέρουν καλά με αποκαλούν «Πολυάννα», ενίοτε επιτιμητικά γιατί πράγματι η άνευ όρων αισιοδοξία μπορεί κάποτε να φαντάζει παράταιρη. Παρ’ όλα αυτά συνειδητά πλέον προτιμώ να είμαι «Πολυάννα» παρά «Εμπενήζερ Σκρουτζ»! Και όπως και με το «Παραμύθι χωρίς Όνομα» δεν έχω καταλήξει αν έγινα «Πολυάννα» γιατί διάβασα την «Πολυάννα» ή θα γινόμουν έτσι κι αλλιώς.
Το τρίτο βιβλίο που μου έρχεται αυθόρμητα στο μυαλό είναι ο Κόμης Μοντεχρήστος του Αλέξανδρου Δουμά, ένα βιβλίο που μιλάει για την αδικία εκ μέρους των ισχυρών και τη δυνατότητα των ανίσχυρων να αντισταθούν επιστρατεύοντας τις ικανότητες και την ψυχική τους δύναμη. Μου θυμίζει λίγο το πρώτο βιβλίο του Χάρι Πότερ, με την έννοια ότι και εδώ αρχικά ο ήρωας είναι ταπεινός και καταφρονεμένος και στη συνέχεια «παίρνει το αίμα του πίσω» με τον πιο ανακουφιστικό για τον μικρό αναγνώστη τρόπο.
Υπάρχουν πολλά ακόμα που θα μπορούσα να πω για τα παιδικά μου βιβλία… Για το Ανάμεσα στους Τσιγγάνους, που με έμαθε να αγαπάω τη διαφορετικότητα, τον Γύρο του Κόσμου σε 80 ημέρες του Ιουλίου Βερν, που ως παιδί με έκανε να ονειρεύομαι ταξίδια και μέρη εξωτικά και ως ενήλικη να κάνω τα αδύνατα δυνατά για να τα πραγματοποιήσω, τον Μιχαήλ Στρογκώφ με τον αγνό ηρωισμό του. Τα παιδικά μου βιβλία δεν βρίσκονται μόνο μέσα στην καρδιά μου αλλά και σε περίοπτη θέση στη βιβλιοθήκη μου -ποτέ δεν καταχωνιάστηκαν σε κάποια κούτα, σε κάποιο υπόγειο, σε κάποια αποθήκη. Και αρκετά από αυτά τα ξαναδιάβασα δυνατά, τα βράδια, στην κόρη μου, σε έναν νοσταλγικό φόρο τιμής στην πολύτιμη παρέα των παιδικών μου χρόνων.
Μαρία Σκιαδαρέση
Την εποχή που ήμουν εγώ παιδί, δεκαετία του ’60, δεν υπήρχε το πλήθος των παιδικών βιβλίων κάθε γούστου κι ενδιαφέροντος όπως σήμερα. Εκτός από παραμύθια, που κατά κύριο λόγο, ήταν δώρα συγγενών και φίλων στις γιορτές και στα γενέθλια (παραμύθια του Άντερσεν ή τα λίαν διαδεδομένα λαϊκά παραμύθια των αδελφών Γκριμ και διάφορα άλλα) αυτά που ιδιαίτερα με συγκινούσαν ήταν, όπως διαπίστωσα μεγάλη πια, τα κλασικά έργα διασκευασμένα και εικονογραφημένα για παιδιά από τις εκδόσεις Άγκυρα Παπαδημητρίου. Στη σειρά αυτή, που λάτρεψα, διάβασα πολλά έργα όπως τον Μπεν Χουρ, τον Μόμπι Ντικ και άλλα.
Εκείνο όμως που διάβασα κατ’ επανάληψη ήταν ο Όλιβερ Τουίστ του Καρόλου Ντίκενς. Είναι, πιστεύω, το βιβλίο που μου πρωτογέννησε τη βαθιά και απερίγραπτη συγκίνηση της ανάγνωσης που κυριολεκτικά με κυρίευσε. Όταν, μεγαλώνοντας, το διάβασα στην πρωτότυπη έκδοση, με συνεπήρε εξίσου και με κέρδισε πια ως ανάγνωσμα ολοκληρωμένο και πλήρες, όπου μπόρεσα και είδα και άλλες παραμέτρους στην όλη ιστορία που δεν είχα φυσικά διακρίνει όντας παιδί. Έτσι έγινα φανατική αναγνώστρια της κλασικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα στην οποία πάντα καταφεύγω μετά από ένα μεγάλο διάστημα ανάγνωσης σύγχρονης λογοτεχνίας. Και νιώθω σαν να επιστρέφω σπίτι μου από ένα μακρύ ταξίδι.
Ντανιέλα Σταματιάδη
Η αλήθεια είναι ότι ως παιδί δεν είχα πολλά παιδικά βιβλία, τουλάχιστον όχι από τα εικονοβιβλία ή τα εικονογραφημένα που πλέον υπάρχουν διαθέσιμα σε τόσο μεγάλο αριθμό και ποικιλία. Μεγάλωσα κυρίως με τα κόμικς του μεγαλυτέρου αδελφού μου, Τεν Τεν και Αστερίξ μετά μανίας, Μίκυ Μάους και κάτι αγορίστικα, Λούκι Λουκ επίσης και Ιζνογκούντ, αλλά οι βασιλιάδες ήταν Αστερίξ και Τεν-τεν. Διάβαζα επίσης και κάποια βιβλία του Βερν.
Αυτό που πάντα θυμάμαι και ακόμα με συγκινεί είναι το Ταξίδι στο κέντρο της γης. Θεωρώ πως είναι αδύνατον να μην ερεθίσει την φαντασία ενός παιδιού –και κατά τη γνώμη μου και ενός ενήλικα -αυτό το εκπληκτικό ταξίδι σε αυτόν τον αθέατο κρυφό υπόγειο κόσμο με τα αλλόκοτα τοπία και πλάσματα. Πέρα από το προφανές όμως, εξακολουθεί και με συναρπάζει για τους συμβολισμούς που διαβάζω σε αυτό το περιπετειώδες ταξίδι, που κάλλιστα όλες αυτές οι εμπειρίες θα μπορούσαν να ταυτιστούν με την ψυχικοί διαδρομή που διανύουμε όλοι εντός μας, με τις εσωτερικής μας πάλες με τις άπειρες πτυχές των πολύπλοκων εσωτερικών διαδικασία που παίρνουν κάθε μορφή.
Η εκάστοτε μορφή μπορεί να είναι ευχάριστη, δυσάρεστη, αναπάντεχη, μυστηριώδης, δύσκολη, αισιόδοξη, απατηλή κ.ο.κ. και όπως οι ήρωες στο ταξίδι του Βερν, έτσι και ο καθένας μας κάνει ένα ταξίδι στο δικό του κέντρο της δίκης του γης σε με αέναη προσπάθεια να χαρτογραφήσει τις καλά κρυμμένες περιοχές, να καταλάβει περισσότερα για τον κόσμο, να νιώσει δυνατότερος, σοφότερος και ασφαλής. Δύσκολο να σε αφήσει ασυγκίνητο.
Άλκηστη Χαλικιά
Με θυμάμαι να κρατάω σφιχτά το βιβλίο του Μενέλαου Λουντέμη Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα σε κάποιες διακοπές στο νησί. Το ένιωθα πολύτιμο στα χέρια μου, με το ωραίο του δερματόδετο εξώφυλλο. Με συγκινούν τα παιδιά που προσπαθούν, με γενναιότητα, να ζήσουν ποιητικά, σ’ έναν κόσμο ραγισμένο από αδικία και σκληρότητα. Αυτό ήταν και είναι το αίτημα για μένα: να παραμένει κανείς μεγαλώνοντας ξεροκέφαλα ευαίσθητος και να γυρνά σαν ηλιοτρόπιο το κεφάλι, πάντα προς τη μεριά του ήλιου. Η ποίηση ήταν η μεγάλη αποκάλυψη των παιδικών μου χρόνων. Ελπίζω να έλθει ξανά στο προσκήνιο, όχι σαν μάθημα που πρέπει να διεκπεραιώσουν οι μαθητές, αλλά σαν πυξίδα για να ζει κανείς
Έπειτα, ήταν ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης. Είχαμε έναν τεράστιο τόμο με άπαντα τα ποιήματά του, που ήθελα βοήθεια για να τον κατεβάσω από τη βιβλιοθήκη. Λόγω καταγωγής από το ίδιο νησί, υπήρχε μια ιδιαίτερη σχέση μαζί του. Ξεκίνησε μαθαίνοντας απέξω για κάποια επέτειο της 25ης Μαρτίου «Το βράχο και το Κύμα» κι ύστερα ήταν «Ο Φωτεινός», «Το Ψυχοσάββατο» και όλα τα άλλα εξαιρετικά, λυρικά του ποιήματα. Η ποίηση ήταν η μεγάλη αποκάλυψη των παιδικών μου χρόνων. Ελπίζω να έλθει ξανά στο προσκήνιο, όχι σαν μάθημα που πρέπει να διεκπεραιώσουν οι μαθητές, αλλά σαν πυξίδα για να ζει κανείς.
Της Ελένης Κορόβηλα, Πηγή https://bookpress.gr/