H νηστεία της παραμονής των Θεοφανείων και ο Αγιασμός

0 comments
Κοινοποιείστε το άρθρο

H νηστεία της παραμονής των Θεοφανείων και ο Αγιασμός

Συνήθως λέγεται ότι η νηστεία της παραμονής των Θεοφανείων αφορά στην πόση του μεγάλου αγιασμού και επομένως ότι η προϋπόθεση για την κοινωνία από αυτόν αποτελεί η νηστεία μιας ημέρας. Για το θέμα αυτό θα ήταν σκόπιμο να λεχθούν δυο λόγια, γιατί είναι από τα πιο συζητούμενα θέματα από αυτά που σχετίζονται με τον αγιασμό των Θεοφανείων και για τα οποία ζητούν οι πιστοί τη συμβουλή των ιερέων.

Ότι ο μέγας αγιασμός «τα δευτερεία επέχει των θείων μυστηρίων» (Ευχολόγιον, κώδ. Βατοπεδίου 134 [745] του έτους 1538), είναι δηλαδή το δεύτερο μετά τη θεία κοινωνία ιερώτατον «μυστηριακόν είδος» (κατά τη σχολαστική ορολογία), κανείς δεν αμφιβάλλει. Είναι το «ύδωρ της αναγεννήσεως» του αγίου βαπτίσματος, που διά της επικλήσεως και επιφοιτήσεως του αγίου Πνεύματος «αναστοιχειούται» (ή «μεταστοιχειούται»), κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας (Εις Ιωάννην Β΄ 1), και γίνεται «αφθαρσίας πηγή, αγιασμού δώρον, αμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων αλεξιτήριον» για τους πιστούς που μεταλαμβάνουν ή χρίονται από αυτό, πάροχο αγιασμού και ευλογίας σ’ ολόκληρη την κτίση.

Ότι το ύδωρ του μεγάλου αγιασμού είναι το ίδιο με το ύδωρ του αγίου βαπτίσματος είναι καταφανές και από την ταυτότητα των καθαγιαστικών ευχών, και από την παλαιά, και τη σύγχρονη ακόμα, πράξη της Εκκλησίας, που βάπτιζε και βαπτίζει σ’ αυτό τους κατηχουμένους, και από όσα γράφει ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, που θεωρεί μάλιστα αντιστρόφως το ύδωρ του βαπτίσματος «κατ΄ ουδέν ελαττούμενον του των αγίων Θεοφανείων» (Διάλογος, κεφ. 70). Ως τέτοιο δίδεται αντί της θείας κοινωνίας στους πιστούς, που για κάποιο λόγο κωλύονται να προσέλθουν σ’ αυτήν.

Αυτό ακριβώς προκάλεσε δύο ευλαβείς παρεξηγήσεις: ότι δηλαδή υποκαθιστά τη θεία μετάληψη, ως κατά κάποιο τρόπο ίσο με αυτήν, και ότι κατ’ αναλογίαν προηγείται της πόσεώς του νηστεία. Το πρώτο δεν θα έπρεπε καν να συζητείται, γιατί είναι σαφές ότι ο μέγας αγιασμός είναι μεν για τους λόγους που είπαμε το ιερότερο μετά τη θεία κοινωνία είδος, αλλά επ’ ουδενί είναι κοινωνία του σώματος και του αίματος του Κυρίου, ούτε ποτέ την αντικαθιστά. Παρά ταύτα υπάρχει η λαϊκή αντίληψη ότι τα Θεοφάνεια δεν κοινωνούμε, γιατί θα πάρουμε αγιασμό και «είναι το ίδιο».

Όσο δε για τη νηστεία προ του μεγάλου αγιασμού, και αυτή μάλλον καλλιεργήθηκε κατ’ αναλογίαν προς το νεώτερο έθος της νηστείας προ της θείας κοινωνίας, που δεν μπόρεσε όμως και αυτή να εξελιχθεί σε τριήμερη, λόγω του ότι οι προ των Θεοφανείων ημέρες του εορταστικού δωδεκαημέρου έχουν «κατάλυσιν εις πάντα», πλην, εννοείται της παραμονής. Όσο για τη νηστεία αυτή της παραμονής, που κοινώς θεωρείται ότι γίνεται για τον αγιασμό, είναι άσχετη με αυτόν και τηρείται, είτε πρόκειται κανείς να κοινωνήσει από αυτόν είτε όχι. Γι’ αυτό και δεν καταλύεται μετά την τυχόν πόση του αγιασμού κατά την παραμονή.

Έχει δε την αρχή της στο αρχαίο έθος να προηγείται των μεγάλων εορτών μία ημέρα νηστείας της Εκκλησίας όλης, είτε για το βάπτισμα των κατηχουμένων, όπως κοινώς λέγεται, που εγίνετο κατ’ αυτές, είτε, ασχέτως μάλλον προς αυτό, ως ένας από τους πολλούς τρόπους εξάρσεως της κυρίας ημέρας της εορτής και προπαρασκευής γι’ αυτήν με νηστεία, εγκράτεια και προσευχή. Ότι δε δεν αφορά στην πόση του αγιάσματος, φαίνεται και από το ότι ο αγιασμός όχι μόνον τελείται – επομένως και πίνεται – και κατά την παραμονή, κατά το νεώτερο έθος, της οποίας παραμονής δεν προηγείται ποτέ νηστεία, και από το ότι συχνά συμβαίνει και η παραμονή να μην είναι νήστιμος ημέρα, όταν συμπίπτει με Σάββατο ή Κυριακή.

Δεν προηγείται δηλαδή της πόσεως του μεγάλου αγιασμού νηστεία; Βεβαίως, ναι. Αλλ’ αυτή δεν είναι νοητό να είναι αυστηροτέρα ή μακροτέρας διαρκείας από την προβλεπομένη για την προσέλευση στη θεία κοινωνία νηστεία, τη λεγομένη «ευχαριστιακή νηστεία». Και αυτή, όπως και άλλοτε μας δόθηκε αφορμή να γράψουμε, είναι σαφής και απαράβατος, με μόνιμη εξαίρεση όταν υπάρχει κίνδυνος θανάτου. Η τελεία δηλαδή αποχή τροφής και ποτού από του δείπνου ή του μεσονυκτίου, της προηγούμενης ημέρας μέχρι της κοινωνίας, οποιαδήποτε ώρα κι αν γίνεται αυτή, το πρωί δηλαδή κατά τις μη νήστιμες ημέρες και το εσπέρας κατά τις ημέρες της νηστείας.

Όπως δε είδαμε, η τέλεση και η πόση του μεγάλου αγιασμού προβλέπεται από την εκκλησιαστική μας τάξη και παράδοση μετά τη θεία μετάληψη και προ της βρώσεως του αντιδώρου, δηλαδή λειτουργικότερα – το επαναλαμβάνουμε – μεταξύ της εκφωνήσεως της ευχής της ευχαριστίας μετά το «πάντας μεταλαβείν» («Ότι συ ει ο αγιασμός ημών…»), κατά την παλαιοτέρα τάξη, ή μετά την οπισθάμβωνο ευχή, κατά τη νεωτέρα, και του «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον…» και την επακολουθούσα διανομή του αντιδώρου και απόλυση.

Η νηστεία, κατά τους πατέρες και την παράδοση της Εκκλησίας, είναι «μέγα καλόν». Κινείται όμως μέσα σε ορισμένες από την παράδοση προδιαγραφές χρόνου και ποιότητος, που καλούμαστε να προβάλλουμε και να αξιοποιούμε. Η επέκτασή της όμως πέραν των ορίων αυτών μπορεί να έχει αρνητικά αποτελέσματα και να αποβαίνει τελικώς εις βάρος αυτού του θελήματος του Θεού και του σκοπού της Εκκλησίας, που είναι ο αγιασμός των πιστών και όλης της δημιουργίας διά της μεταλήψεως και του ραντισμού διά του ύδατος του μεγάλου αγιασμού των Θεοφανείων. Καλός συμβιβασμός της παλαιάς με τη νεωτέρα παράδοση μπορεί να είναι η σύσταση ξηροφαγίας κατά το δείπνο της παραμονής, όταν συμπίπτει με Σάββατο ή Κυριακή. Η επέκταση δηλαδή κατά κάποιο τρόπο της ευχαριστιακής νηστείας μέσα σε λογικά όρια.

Αγιασμός: Μία από τις πιο γνωστές και λαοφιλείς Ακολουθίες της Εκκλησίας μας είναι αυτή του Aγιασμού των Yδάτων.

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία η Ακολουθία αυτή παρουσιάζεται σε δύο τύπους, τον Mεγάλο και τον Mικρό Aγιασμό, ανήκει δε στην κατηγορία των Mυστηριοειδών Tελετών.

Διάκριση μεταξύ Μεγάλου και Μικρού Αγιασμού

Μέγας Αγιασμός ονομάζεται η Ακολουθία που τελείται στο ναό δύο φορές το έτος (5 και 6 Ιανουαρίου) σε ανάμνηση της Βαπτίσεως του Χριστού στον Ιορδάνη. Μικρός Αγιασμός είναι ο συνήθως τελούμενος στους ναούς κατά την 1η εκάστου μηνός και σε διάφορες άλλες περιπτώσεις (θεμελιώσεις οίκων, εγκαίνια καταστημάτων, δημοσίων έργων,έναρξη Σχολικού έτους, κτλ.). Γίνεται σαφές λοιπόν ότι κακώς νομίζεται ότι ο Αγιασμός της παραμονής των Θεοφανείων είναι ο Μικρός αγιασμός και της Κυρίας Ημέρας ο Μέγας. Κατά τις δύο αυτές ημέρες τελείται η ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού. Η τέλεση του Μεγάλου Αγιασμού την παραμονή της Μεγάλης Εορτής είναι συνήθεια που επικράτησε κατά τους νεότερους χρόνους χάριν εξυπηρέτησης των πιστών.

Φύλαξη αγιασμού κατ’ οίκον.

Ο Μέγας Αγιασμός δύναται να φυλάσσεται κατ’ οίκον προς εξυπηρέτηση των αναγκών των πιστών. Αυτό αναφέρεται ρητώς στο κείμενο της Ακολουθίας: «ίνα πάντες οι αρυόμενοι και μεταλαμβάνοντες έχοιεν αυτό προς ιατρείαν παθών, προς αγιασμόν οίκων, προς πάσαν ωφέλειαν επιτήδειον» καθώς επίσης και στον λόγο του Ι. Χρυσοστόμου ο οποίος γράφει σχετικά:«κατά την εορτή αυτή όλοι παίρνουν το αγιασμένο νερό στο σπίτι τους και το φυλάνε ολόκληρο τον χρόνο». Απαραίτητη βεβαίως προϋπόθεση για την κατ’ οίκον διατήρηση του καθαγιασμένου ύδατος είναι η ευλαβής και μετά μεγίστης προσοχής φύλαξή του.

Μέγας Αγιασμός και νηστεία

Όπως προαναφέρθηκε, επικρατεί η αντίληψη ότι η νηστεία της 5ης Ιανουαρίου έχει οριστεί λόγω της επικείμενης μετάληψης του Μεγάλου Αγιασμού της επομένης. Μία τέτοια εκδοχή όμως δεν μαρτυρείται από την παράδοση της Εκκλησίας μας αλλά προέρχεται από παρανόηση μιας άλλης αρχαιότατης πράξης. Από τους Πρωτοχριστιανι-κούς ήδη χρόνους, της μεγάλης Δεσποτικής εορτής των Θεοφανείων προηγούνταν προπαρασκευ-αστική νηστεία που αφορούσε το ομαδικό βάπτισμα των κατηχουμένων που γινόταν κατά την ημέρα αυτή. Τότε νήστευαν όχι μόνον ο βαπτιζόμενος και ο βαπτίζων αλλά και σύμπασα η Εκκλησία. Την αιτιολόγηση της νηστείας της παραμονής λόγω της λήψης Αγιασμού δεν δικαιολογεί ούτε η σύγχρονη πράξη κατά την οποία τελείται Μέγας Αγιασμός και κατά την Παραμονή. Ο λαός μεταλαμβάνει του Μεγάλου Αγιασμού της παραμονής χωρίς να νηστεύει την προηγουμένη (4η Ιανουαρίου) αλλά ούτε καταλύει την νηστεία της παραμονής των Θεοφανείων (5ης Ιανουαρίου) μετά την λήψη του.

Μολαταύτα η νηστεία της παραμονής, αν και δεν συνδέεται όπως αναφέραμε παραπάνω, με την μετάληψη του Αγιασμού, πρέπει σε κάθε περίπτωση να τηρηθεί ως προπαρασκευή για την Μεγάλη Δεσποτική Εορτή των Θεοφανείων που ακολουθεί και κυρίως για την Θεία Κοινωνία. Αυτό άλλωστε συμβαίνει με όλες τις Μεγάλες Εορτές του Εκκλησιαστικού έτους.
Για την μετάληψη του Μεγάλου Αγιασμού απαιτείται τέλεια αποχή τροφής και ποτού από του δείπνου ή του μεσονυκτίου της προηγούμενης ημέρας μέχρι της μεταλήψεως. Εξαίρεση αποτελεί η έκτακτη μετάληψη αγιασμού σε περιπτώσεις ασθενειών, κινδύνων κτλ.. Και εκεί όμως η πνευματική νηστεία όπως ορίζεται από τον Απόστολο Παύλο (Β΄ Κορ. 7,1) είναι απαραίτητη.

Μέγας Αγιασμός και Θεία Κοινωνία

Μέγας αγιασμός φυλάσσεται στον ναό καθ’ όλο το έτος σε ειδική φιάλη. Σκοπός της πράξης αυτής είναι η διευκόλυνση των πιστών και η εξυπηρέτηση των αναγκών τους. Πιο συγκεκριμένα ο Μέγας Αγιασμός δίδεται συνήθως ως ευλογία σε πιστούς που βρίσκονται υπό επιτίμιο του πνευματικού και δεν επιτρέπεται να κοινωνήσουν. Η πράξη αυτή όμως εάν δεν κατανοηθεί ορθά γεννά ακραίες παρεξηγήσεις.. Μια όμοια παρανόηση έγκειται στην αντίληψη ότι η Θ. Κοινωνία κατά τα Θεοφάνεια δεν είναι απαραίτητη αφού υποκαθίσταται από την λήψη Αγιασμού. Ο Μέγας Αγιασμός σε καμία περίπτωση δεν δύναται να υποκαταστήσει τη μετάληψη του Σώματος και Αίματος του Κυρίου. Δεν θεωρείται υποκατάστατο ούτε όμοιο και ισότιμο.

Διαφορά αγιαστικής χάριτος Μεγάλου και Μικρού Αγιασμού;

Ενα θέμα το οποίο απασχολεί τους πιστούς είναι η διαφορά της παρεχόμενης δια των δύο τύπων του Αγιασμού χάριτος. Σε κάθε περίπτωση το ερώτημα για την Ορθόδοξη Παράδοση και θεολογία θεωρείται σχολαστικό. Στην συνείδηση της Εκκλησίας τόσο ο Μέγας όσο και ο Μικρός αγιασμός είναι ύδωρ καθαγιασμένο δια της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος παρεχόμενο στους πιστούς «πρός πάσαν ωφέλειαν». Η όποια διαφορά δεν έγκειται στην παρεχόμενη χάρη αλλά στην χρήση του καθαγιασμένου ύδατος η οποία αποκαλύπτεται μέσω των κειμένων των ακολουθιών του αγιασμού. Η έμφαση στον Μικρό Αγιασμό δίδεται στην ίαση των σωματικών και ψυχικών ασθενειών και στην θεραπεία των παθών και των αλγηδόνων ενώ στον Μεγάλο Αγιασμό στα αιτήματα τούτα προστίθενται και άλλα παρόμοια και ποικίλα. Εάν λάβουμε υπόψη μας το γεγονός ότι κατά τα πρωτοχριστιανικά χρόνια ο καθαγιασμός του ύδατος των Θεοφανείων ήταν ο καθαγιασμός του Ύδατος του Αγίου Βαπτίσματος εντός του οποίου βαπτίζονταν οι κατηχούμενοι μετά την άντληση ενός μέρους του από τους πιστούς για ευλογία, ίσως έχουμε την απάντηση στο ερώτημα γιατί ο μεν ένας ονομάζεται «μέγας» ο δε άλλος «μικρός».

«Σήμερον των υδάτων αγιάζεται η φύσις…»

Μία λιγότερο διαδεδομένη πλην όμως σοβαρή παρανόηση αφορά την λαϊκή αντίληψη ότι κατά την ημέρα των Θεοφανείων όλα αδιακρίτως τα ύδατα είναι καθαγιασμένα. Το όλο θέμα εδράζεται στην παρανόηση της έννοιας των ποιητικών εκφράσεων «Σήμερον των υδάτων αγιάζεται η φύσις… κτλ». Επ’ ουδενί λόγω όμως μπορεί να υποστηριχθεί ότι όλα τα ύδατα καθαγιάζονται αυτομάτως κατά την ημέρα αυτή και ότι έχουν την δύναμη και την χάρη του Μεγάλου Αγιασμού. Εξάλλου εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο η τέλεση του αγιασμού θα ήταν άνευ νοήματος.

Η ως άνω υμνολογική έκφραση και όλες οι όμοιες με αυτή αναφέρονται στην φύση του ύδατος ως υλικού στοιχείου η οποία εξαγιάστηκε μέσω του Βαπτίσματος του Χριστού. Η έννοια του «Σήμερον» άλλωστε αφορά την σχετικοποίηση του χρόνου εντός της θείας λατρείας και εμφανίζεται στην υμνολογία πολλών άλλων Μεγάλων Εορτών. Τα μέλη της Εκκλησίας πλησιάζουν τα Θεία Γεγονότα ως γενόμενα «σήμερον» και μη δεσμευόμενα από τον ανθρώπινο χρόνο αφού η σωστική τους χάρη «διαμένει εις τον αιώνα του αιώνος».

Βιβλιογραφία – Δικτυογραφία

«Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας», Ε΄, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, σ. 235-237

https://www.ekklisiaonline.gr/n

Κοινοποιείστε το άρθρο

You may also like