Κοινοποιείστε το άρθρο
25 Οκτωβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Πρόληψης κατά του Καρκίνου του Μαστού
Το σύνθημά της ημέρας που γίνεται σύνθημα ζωής: η πρόληψη και η έγκαιρη διάγνωση είναι το κλειδί στη μάχη ενάντια στον καρκίνο του μαστού.
Το 1985 ο Οκτώβριος καθιερώθηκε ως Μήνας Ενημέρωσης & Ευαισθητοποίησης για τον Καρκίνο του Μαστού, σε μία παγκόσμια προσπάθεια για την αφύπνιση του πληθυσμού και τη συγκέντρωση των απαραίτητων πόρων για την έρευνα, την πρόληψη, και την έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία της συχνότερης κακοήθειας στις γυναίκες.
Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί τη συχνότερη διάγνωση κακοήθειας σε γυναίκες στην εποχή μας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, περίπου 1,5 εκατομμύριο γυναίκες διαγιγνώσκονται με καρκίνο του μαστού κάθε χρόνο. Αποτελεί μια πραγματική “μάστιγα”, αφού έχει βρεθεί ότι στο Δυτικό κόσμο, περίπου μια στις οκτώ γυναίκες θα νοσήσει από κάποια μορφή κακοήθειας του μαστού στη ζωή της. Βέβαια, είναι πολύ σημαντικό να τονίσουμε ότι με τις σύγχρονες θεραπευτικές μεθόδους, η μεγάλη πλειοψηφία των γυναικών αυτών θα ξεπεράσει τελείως το πρόβλημα τους και θα ιαθεί από την νόσο, επιστρέφοντας σε μια απόλυτα φυσιολογική ζωή.
Ο καρκίνος του μαστού είναι ο συχνότερος τύπος καρκίνου στις γυναίκες, ενώ 1 στις 9 γυναίκες θα αναπτύξει καρκίνο του μαστού κάποια στιγμή στη διάρκεια της ζωής της. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, περισσότερες από 250.000 νέες διαγνώσεις καρκίνου του μαστού γίνονται κάθε χρόνο και 90.000 γυναίκες πεθαίνουν από τη νόσο. Στην Ελλάδα, τα νέα περιστατικά ανέρχονται σε περίπου 4.500 ετησίως και οι θάνατοι από καρκίνο του μαστού σε περίπου 1.600.
Αν ο καρκίνος διαγνωσθεί αρκετά γρήγορα, πριν επεκταθεί σε άλλα όργανα, το πενταετές ποσοστό επιβίωσης των γυναικών με καρκίνο του μαστού ξεπερνά το 95%. Παρ’ όλες όμως τις προόδους στη διάγνωση και τη θεραπεία, ο καρκίνος του μαστού αποτελεί την κύρια αιτία θανάτων σχετιζόμενων με τον καρκίνο στις γυναίκες, και την υπ’ αριθμόν τρία αιτία θανάτου συνολικά στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η Ελλάδα είναι δυστυχώς από τις χώρες όπου η διάγνωση του καρκίνου του μαστού γίνεται συνήθως όταν η νόσος είναι σε αρκετά προχωρημένο στάδιο. Το αποτέλεσμα είναι ότι η νόσος ελέγχεται πιο δύσκολα και οι πιθανότητες να εξαπλωθεί ο καρκίνος στους γειτονικούς ιστούς και λεμφαδένες (τοπικά υποτροπιάζων καρκίνος) ή σε άλλα σημεία του σώματος (μεταστατικός καρκίνος) είναι πολύ περισσότερες. Τα όργανα στα οποία γίνεται συχνότερα μετάσταση είναι τα οστά (συνήθως το πρώτο σημείο μετάστασης), το ήπαρ, ο εγκέφαλος και οι πνεύμονες. Στην περίπτωση αυτή, ο ρεαλιστικός στόχος της θεραπείας είναι η ανακούφιση από τα συμπτώματα, η καθυστέρηση της εξέλιξης της νόσου και η παράταση της ζωής. Περίπου 50% των ασθενών στις οποίες δεν γίνεται έγκαιρη διάγνωση αναπτύσσουν μεταστατικό καρκίνο του μαστού και ο μέσος χρόνος επιβίωσής τους είναι 18 έως 30 μήνες.
Παράγοντες κινδύνου καρκίνου του μαστού
Οι αιτίες που προκαλούν καρκίνο του μαστού είναι άγνωστες. Υπάρχουν, ωστόσο, κάποιοι παράγοντες που μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου σε μια γυναίκα:
- Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού
- Μέση ηλικία
- Ιστορικό καλοηθών νοσημάτων του μαστού
- Μακροχρόνια έκθεση σε ορμόνες, για παράδειγμα λόγω καθυστερημένης εμμηνόπαυσης ή θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες
- Πρώτη εγκυμοσύνη σε μεγάλη ηλικία
Παράγοντες που αφορούν στον τρόπο ζωής, συμπεριλαμβανομένης της έκθεσης σε ιονίζουσα ακτινοβολία, της αυξημένης κατανάλωσης αλκοόλ και της κατανάλωσης μιας πλούσιας σε λιπαρά διατροφής.
Η αυξανόμενη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού στις δυτικές κοινωνίες, σχετίζεται με τις αλλαγές που συντελούνται στο τρόπο ζωής τις τελευταίες δεκαετίες όπως η παχυσαρκία, η κακή διατροφή, η έλλειψη σωματικής άσκησης, η κατάχρηση αλκοόλ, το κάπνισμα, το stress κ.ά. Βιβλιογραφικά δεδομένα αναφέρουν επίσης ότι ο σχετικός κίνδυνος αυξάνεται σε γυναίκες με ιστορικό καρκίνου μαστού στην οικογένεια (κληρονομικοί παράγοντες-γονιδιακές μεταλλάξεις BRCA1,BRCA2 κ.ά.), στη μακροχρόνια έκθεση σε ορμόνες, στη περιορισμένη διάρκεια γαλουχίας, στην ατεκνία.
Έγκαιρη διάγνωση καρκίνου μαστού
Ωστόσο, έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι η διάγνωση και αντιμετώπιση της νόσου σε αρχικό στάδιο οδηγεί σε ποσοστά ίασης που φτάνουν το 95-97%. Καθίσταται λοιπόν μείζονος σημασίας η προσπάθεια για έγκαιρη διάγνωση. Στη προσπάθεια αυτή, σημαντικότερο παράγοντα αποτελεί η ευαισθητοποίηση των γυναικών για προληπτικό έλεγχο.
Ο προληπτικός έλεγχος βασίζεται στο τρίπτυχο:
- αυτοεξέταση
- απεικονιστικές εξετάσεις
- κλινική εξέταση
Αυτοεξέταση μαστού
Η αυτοεξέταση του μαστού συστήνεται χωρίς να επιβάλλεται και στόχος της πρέπει να είναι η εξοικείωση της γυναίκας με το στήθος της. Με τον τρόπο αυτό αυξάνεται η πιθανότητα οποιαδήποτε μεταβολή στο μαστό μιας γυναίκας να γίνει έγκαιρα αντιληπτή.
Ψηφιακή μαστογραφία
Η ψηφιακή μαστογραφία αποτελεί τη βασικότερη εξέταση πληθυσμιακού ελέγχου καθώς έχει τη δυνατότητα ανίχνευσης ευρημάτων σε πολύ αρχικό στάδιο. Επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι η εφαρμογή της μαστογραφίας στον προληπτικό έλεγχο, με τη συνεισφορά της στην έγκαιρη διάγνωση, μείωσε τη θνητότητα από καρκίνο του μαστού κατά 25%.
Για τις γυναίκες του γενικού πληθυσμού, οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες συστήνουν η πρώτη μαστογραφία να προγραμματίζεται στην ηλικία μεταξύ 35 – 40 ετών και να γίνεται ετησίως μετά την ηλικία των 40, ενώ σε γυναίκες με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης της νόσου ο έλεγχος εξατομικεύεται και ξεκινάει σε μικρότερη ηλικία.
Υπερηχογράφημα & μαγνητική τομογραφία μαστών
Συμπληρωματική εξέταση στη διερεύνηση κλινικών και μαστογραφικών ευρημάτων αποτελεί το υπερηχογράφημα μαστών ενώ συνιστά εξέταση εκλογής σε νεότερες γυναίκες. Σημαντική θέση στον προληπτικό έλεγχο γυναικών που ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου κατέχει και η μαγνητική τομογραφία μαστών.
Κλινική εξέταση
Η κλινική εξέταση από ειδικό ιατρό είναι απαραίτητη μετά τον απεικονιστικό έλεγχο. Η λήψη λεπτομερούς ιστορικού, η εκτίμηση των παραγόντων κινδύνου, η ψηλάφηση και η αξιολόγηση των εξετάσεων συμβάλλουν στη μέγιστη διαγνωστική ακρίβεια. Ο ιατρός καλείται με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε γυναίκας (κληρονομικότητα, ατομικό ιστορικό κ.ά.), να ορίσει εξατομικευμένο πρόγραμμα παρακολούθησης.
Η όλη αυτή διαδικασία έχει στόχο την αναγνώριση-διάγνωση της κακοήθειας πριν την εκδήλωση συμπτωμάτων. Υπάρχουν όμως και οι περιπτώσεις που η ίδια η γυναίκα καταφεύγει στον ιατρό μετά από τη διαπίστωση κάποιου ευρήματος στο στήθος της.
Συμπτώματα που θα πρέπει να κινητοποιήσουν την γυναίκα είναι:
- η ψηλάφηση όγκου ή σκληρίας στο στήθος ή τη μασχάλη
- η εμφάνιση αλλαγών στο χρώμα και την υφή του δέρματος
- η έλξη-εισολκή-αλλαγή στη θηλή
- το έκκριμα από τη θηλή
Ωστόσο η εμφάνιση κάποιου από αυτά δεν σημαίνει απαραίτητα και κακοήθεια. Ο περαιτέρω έλεγχος θα θέσει τη διάγνωση και θα ορίσει τους θεραπευτικούς χειρισμούς.
Θεραπευτική αντιμετώπιση καρκίνου μαστού
Η θεραπευτική αντιμετώπιση κατά κύριο λόγο είναι χειρουργική. Η ιατρική έρευνα και η τεχνολογική πρόοδος έχουν συντελέσει στην αντιμετώπιση της νόσου με εφαρμογή ελάσσονα θεραπευτικών χειρισμών και αποκατάστασης όπου αυτό απαιτείται.
Αναπόσπαστο μέρος της ολοκληρωμένης διαχείρισης και αντιμετώπισης είναι η στενή συνεργασία ιατρών διαφόρων ειδικοτήτων (χειρουργών μαστού, ογκολόγων, ακτινοθεραπευτών κ.ά.) με στόχο την ανάπτυξη ενός ισχυρού και αποτελεσματικού σχεδίου θεραπείας.
Ο Οκτώβριος ως μήνας ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για τον καρκίνου του μαστού παγκοσμίως πρεσβεύει την ανάγκη αφύπνισης της κοινωνίας με σκοπό να ενημερώσει, να ευαισθητοποιήσει και να παρακινήσει κάθε γυναίκα να υιοθετήσει την πρόληψη στην καθημερινότητά της.
Πρωτογενής πρόληψη καρκίνου μαστού
Η πρωτογενής πρόληψη αφορά επί της ουσίας στην υιοθέτηση τρόπου ζωής που μειώνει την επίδραση των παραγόντων κινδύνου που μπορούμε να ελέγξουμε όπως:
- ο έλεγχος του σωματικού βάρους
- η διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες με περιορισμό στην κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων
- η φυσική άσκηση
- η διακοπή του καπνίσματος
- η μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ
- η αποφυγή του άγχους
Στις περιπτώσεις κληρονομούμενου καρκίνου, ο γονιδιακός έλεγχος και η εντόπιση παθογόνων μεταλλάξεων προσφέρει τη δυνατότητα παρεμβάσεων μείωσης του κινδύνου.
Δευτερογενώς, ο προγραμματισμένος, τακτικός, προληπτικός έλεγχος οφείλει να πραγματοποιείται με συνέπεια καθώς η έγκαιρη διάγνωση αποτελεί την πιο αποτελεσματική θεραπεία.
Διάγνωση και θεραπεία
Τα συμπτώματα του καρκίνου του μαστού περιλαμβάνουν:
- Μία σκληρή μάζα που αναπτύσσεται στο μαστό ή στη μασχάλη, η οποία συνήθως είναι ανώδυνη και εμφανίζεται μόνο στη μία πλευρά
- Μεταβολή στο μέγεθος ή το σχήμα του μαστού
- Αλλαγές στο δέρμα, όπως εμφάνιση κοιλοτήτων, πτυχών ή ερυθρότητας
- Αλλαγές στη θηλή, όπως ασυνήθιστες εκκρίσεις ή εμφάνιση εξανθήματος γύρω από την περιοχή της θηλής
Η πρόληψη παραμένει πάντα η καλύτερη θεραπεία και, καθώς η ασθένεια είναι σήμερα ιάσιμη εάν ανιχνευθεί έγκαιρα, είναι πολύ σημαντικό οι γυναίκες,
- να ελέγχουν τακτικά τον μαστό τους με ψηλάφηση, τουλάχιστον μία φορά τον μήνα, μετά την 7η μέρα μετά την έναρξη της περιόδου.
- να επισκέπτονται άμεσα τον γιατρό τους εάν παρατηρήσουν οποιαδήποτε ασυνήθιστη αλλαγή στον μαστό. Αυτός όμως δεν είναι λόγος πανικού, καθώς τα περισσότερα οζίδια του μαστού είναι καλοήθη (μη-καρκινικά) και μπορούν να αφαιρεθούν χωρίς επιπτώσεις
- να κάνουν μαστογραφία τακτικά. Η μαστογραφία συνιστάται μετά την ηλικία των 50 ετών ή και νωρίτερα αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού ή υφίστανται άλλοι παράγοντες κινδύνου
Σε περίπτωση διάγνωσης, στόχος της θεραπείας είναι να εμποδίσει να εξαπλωθούν τα καρκινικά κύτταρα, δηλαδή τα κύτταρα που έχουν μεταλλαχθεί και πολλαπλασιάζονται με ταχύτατους ρυθμούς, και να τα σκοτώσει. Οι κλασικές θεραπείες για την αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού, πέραν της χειρουργικής επέμβασης (μαστεκτομής), είναι η ακτινοθεραπεία και η χημειοθεραπεία (φαρμακευτικές ουσίες που χορηγούνται από το στόμα ή ενδοφλεβίως, συνήθως σε διάφορους συνδυασμούς). Άλλες μορφές θεραπείας περιλαμβάνουν τις βιολογικές θεραπείες, την ορμονοθεραπεία.
Οι πρόσφατες εξελίξεις στην ιατρική έρευνα συνεχίζουν να εξοπλίζουν τους ογκολόγους με περισσότερο «στοχευμένες» θεραπείες, οι οποίες είναι εξαιρετικά επιλεκτικές και εντοπίζουν και καταστρέφουν τα καρκινικά κύτταρα, ελαχιστοποιώντας τη βλάβη στον υγιή ιστό.
Ποιες είναι οι θεραπευτικές επιλογές;
Εάν ο καρκίνος διαγνωστεί σε αρχικό στάδιο, η πρώτη επιλογή είναι συνήθως το χειρουργείο (ογκεκτομή ή μαστεκτομή), το οποίο κάποιες φορές ακολουθείται από ακτινοβολία ή χημειοθεραπεία, ορμονοθεραπεία ή στοχευμένες (βιολογικές) θεραπείες, ώστε να μην υπάρξει υποτροπή της νόσου στο μέλλον.
Έχει σημασία να τονίσουμε ότι δεν χρειάζεται όλες οι γυναίκες να υποβληθούν σε όλες τις προαναφερθείσες θεραπείες και ότι η περίπτωση κάθε γυναίκας με καρκίνο μαστού είναι μοναδική. Έτσι, ανάλογα με την περίπτωση και τους παράγοντες κινδύνου για υποτροπή, κάποιες γυναίκες θα χρειαστεί να κάνουν χημειοθεραπεία και κάποιες όχι, κάποιες θα χρειαστούν ακτινοθεραπεία και κάποιες όχι, κάποιες θα χρειαστούν ορομονοθεραπεία και κάποιες όχι. Αυτό εξαρτάται από τα ιδιαίτερα βιολογικά χαρακτηριστικά του κάθε όγκου που φαίνονται στη βιοψία και θα σας εξηγήσει ο ογκολόγος.
Η χημειοθεραπεία χορηγείται κατά κανόνα μετά το χειρουργείο, σε κάποιες περιπτώσεις, όμως, χορηγείται πριν από αυτό, με στόχο τη συρρίκνωση του όγκου που πρόκειται να αφαιρεθεί. Κατά τη διάρκεια της χημειοθεραπείας θα γίνεται παρακολούθηση των στοιχείων του αίματος (αιματοκρίτης, λευκά αιμοσφαίρια, αιμοπετάλια) καθώς και χορήγηση υποστηρικτικής αγωγής για την αποφυγή των πιθανών παρενεργειών της χημειοθεραπείας με βάση τις οδηγίες του γιατρού. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, η χημειοθεραπεία χορηγείται ενδοφλέβια (με ορό), με ημερήσια νοσηλεία, δηλαδή χωρίς να απαιτείται διανυκτέρευση της γυναίκας στο Νοσοκομείο αλλά ολιγόωρη παραμονή, και η θεραπεία επαναλαμβάνεται κάθε 2 ή 3 εβδομάδες για 6-8 φορές, αλλά η κάθε περίπτωση εξατομικεύεται.
Η ακτινοβολία είναι απαραίτητη αν η γυναίκα έχει υποβληθεί σε ογκεκτομή ή έχει διηθημένους (“πειραγμένους” από τον όγκο) λεμφαδένες, και έχει ως στόχο τη μείωση της πιθανότητας ο όγκος να υποτροπιάσει τοπικά στην περιοχή του χειρουργγείου. Η ακτινοθεραπεία συνήθως χορηγείται 3-4 εβδομάδες μετά την χειρουργική επέμβαση και η διάρκειά της είναι περίπου 4-5 εβδομάδες, καθημερινά από Δευτέρα έως και Παρασκευή και χωρίς να απαιτείται νοσηλεία της ασθενούς. Ο σχεδιασμός και η πραγματοποίηση της Ακτινοθεραπείας δεν πραγματοποιείται από Παθολόγο Ογκολόγο, αλλά από άλλον ειδικό Ιατρό που ονομάζεται Ακτινοθεραπευτής Ογκολόγος.
Περισσότεροι από τους μισούς καρκίνους μαστού είναι “ορμονοευαίσθητοι”, δηλαδή τα καρκινικά κύτταρα “τρέφονται” από τις γυναικείες ορμόνες που κυκλοφορούν στο αίμα (οιστρογόνα και προγεστερόνη). Κατά συνέπεια, οι γυναίκες αυτές θα χρειαστούν ορμονοθεραπεία , δηλαδή θεραπεία που στοχεύει στη μείωση των γυναικείων ορμονών, ώστε να διακοπεί η ανατροφοδότηση των καρκινικών κυττάρων. Εάν μια γυναίκα νοσήσει από ορμονοευαίσθητο καρκίνο μαστού σε προεμμηνοπαυσιακή ηλικία (πριν τα 50), θα χρειαστεί να διακοπεί και η έμμηνος ρύση (περίοδος). Τα κύρια όπλα στη φαρέτρα της ορμονοθεραπείας είναι οι αναστολείς της αρωματάσης (για τις γυναίκες που είναι στην εμμηνόπαυση) και η ταμοξιφένη (για τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας), που είναι από του στόματος χορηγούμενα (χάπια) και η διάρκεια χορήγησής τους είναι τουλάχιστον 5 χρόνια. Σε προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες το χάπι συνδυάζεται με ειδική ένεση που σταματά την περίοδο και χορηγείται συνήθως ανά τρίμηνο.
Τέλος, αν ο καρκίνος είναι “HER2 θετικός”, που είναι περίπου 15-20% των περιπτώσεων, θα πρέπει η γυναίκα να λάβει μια ειδική “στοχευμενη” βιολογική θεραπεία που καταστρέφει αυτή την πρωτεϊνη στην επιφάνεια των καρκινικών κυττάρων. Σε αρχικό (μη μεταστατικό) καρκίνο μαστού η θεραπεία αυτή θα πρέπει να χορηγηθεί κάθε τρεις εβδομάδες για ένα χρόνο: Πρόσφατα όμως υπάρχει διαθέσιμη και υποδόρια χορήγηση του φαρμάκου (με απλή ένεση που κάνει ο γιατρός) για να μειώνεται η ταλαιπωρία της γυναίκας
Παρακολούθηση μετά τη θεραπεία
Η παρακολούθηση μετά τη θεραπεία, με ένα πρωτόκολλο παρακολούθησης που θα καθορίσει ο γιατρός, είναι ιδιαίτερα σημαντικό κομμάτι της φροντίδας της γυναίκας και αποσκοπεί στο να βοηθήσει στην έγκαιρη ανίχνευση υποτροπών σε πολύ αρχικό στάδιο, ώστε να είναι πλήρως αντιμετωπίσιμο. Κάποιες φορές ακόμη και η καλύτερη θεραπεία μπορεί να αφήσει ένα “υπόλλειμμα” σε καρκινικά κύτταρα, τα οποία, διαιρούμενα, να δώσουν έναν νέο όγκο. Ο καρκίνος μπορεί να επανεμφανιστεί στο ίδιο σημείο ή σε άλλο σημείο του σώματος. Ωστόσο, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι σήμερα ο καρκίνος του μαστού είναι μία νόσος που στην μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων αντιμετωπίζεται εξαιρετικά αποτελεσματικά, επιφέρει την ίαση και με άριστη ποιότητα ζωής των ασθενών.